ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2/ Part 1

109 20 38
                                    

Το Μπλου Μουν καφέ ανταποκρινόταν πλήρως στο όνομά του, καθώς και το ίδιο ήταν βαμμένο με ένα κυανό ανοιχτό χρώμα, ελαφρώς γαλακτερό. Η Άβα είχε ντυθεί πρόχειρα, καθώς περίμενε τον καλύτερο φίλο της να έρθει. Όλα όσα είχαν προηγηθεί την είχαν ταρακουνήσει. Στο μυαλό της εμφανιζόταν ξανά και ξανά η σκηνή του αυτοκινήτου που κλείδωνε. Ασυναίσθητα, τα χέρια της μετακινήθηκαν στον λαιμό της, λες και πάθαινε ασφυξία. Στρώνοντας μία τελευταία φορά τα ρούχα της, εξήλθε καρτερώντας τον φίλο της που δεν άργησε να φανεί. Ο ουρανός είχε σκοτεινιάσει επικίνδυνα, με βρυχηθμούς να συνοδεύουν τη μάζωξη των γκριζωπών αιωρούμενων πούπουλων. Μέσα σε λίγα λεπτά, το ασημένιο τζιπ του Μάισον στάθηκε αγέρωχα στον δρόμο.

«Μπες μέσα καημένη και στο τέλος μας βλέπω να πηγαίνουμε κολυμπώντας» της φώναξε και η Άβα έτρεξε για να καθίσει στη θέση του συνοδηγού «Αρχικά, είσαι καλά; Με όλα όσα συνέβησαν σήμερα, αμφιβάλω. Τι ήθελε από εσένα αυτός ο τύπος;»

«Ο τύπος δεν κατέχει καν σωστές πληροφορίες. Ο πατέρας μου θέλει να διεκδικήσει τη θέση του Γερουσιαστή, δεν είναι ακόμη, δίχως αυτό να αποκλείει το γεγονός πως είναι γνωστός»

«Μάλιστα. Μπορεί να μην είναι καν δημοσιογράφος. Μπορεί απλώς να είναι κάποιος που σε παρακολουθεί γιατί έχει κόλλημα μαζί σου. Μήπως θα πρέπει να το μάθει ο πατέρας σου;»

«Με τίποτε! Αν ήταν άλλες οι συνθήκες, ξέρω πως θα πλήρωνε και προσωπική ασφάλεια για να είμαι καλά. Ωστόσο, το σήμερα μας θέλει να μην έχουμε καλές σχέσεις και φυσικά εγώ δεν μπορώ να ζήσω φυσιολογικά με σωματοφύλακες. Οπότε, για όσο ακόμη δεν είναι Γερουσιαστής, ας απαλλαγώ από τον βραχνά»

«Νομίζω πως ο κύριος Τζον, ξεχνά από πού ξεκίνησε. Κάποτε, όταν ήταν ένας πιτσιρικάς, έπλενε πιάτα στο οικογενειακό εστιατόριο. Δεν λέω, μορφώθηκε και με δική του προσπάθεια αποφοίτησε από το Πρίνστον με υποτροφία, ωστόσο...Ωστόσο πιστεύω πως αγαπούσε τόσο πολύ τη μητέρα σου, σε σημείο να μην αντέξει τον χαμό της που τον οδήγησε στο σήμερα και στη θλίψη που τον διακατέχει σαν άνθρωπο»

Πράγματι και η ίδια γνώριζε πολύ καλά την αλλαγή που είχε επέλθει στη συμπεριφορά και την ψυχολογία του Τζον. Ο λαμπερός άνδρας με τα γλυκά καστανά μάτια που έκρυβαν μέσα τους το φως, τώρα πια έμοιαζε ψυχρός και άψυχος. Το καφέ βρισκόταν εφτά λεπτά μακριά με το αυτοκίνητο. Η ξύλινη παραδοσιακή πόρτα, ήταν στολισμένη με κισσούς, ενώ κάτω από την επιγραφή του μαγαζιού, υπήρχε η ξεθωριασμένη ζωγραφιά μίας χαρούμενης, κυανής Σελήνης. Για όσο ο καιρός κρατούσε τις θερμοκρασίες τις γλυκές του φθινοπώρου, υπήρχε μία αυλή στο πίσω μέρος του μαγαζιού από όπου περνούσε ένα μικρό ρυάκι.

SOLO- μόνοςWhere stories live. Discover now