ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1/ Part 1

113 24 43
                                    

Ακόμη ένα κρύο, χειμωνιάτικο πρωινό. Η Άβα σηκώθηκε απρόθυμα και έριξε μία ματιά φευγαλέα από το παράθυρό της, μήπως και είχε ανθίσει η αμυγδαλιά της, στην οποία λίγο είχε λείψει και θα έβγαζε και όνομα. Ετοιμάστηκε για το Πανεπιστήμιο, βαστώντας ανά χείρας το ΄΄Έργκον΄΄ την εργασία των μουσικών της σπουδών, καθώς ήταν φοιτήτρια μουσικής σύνθεσης και έκανε τώρα το μάστερ της. Λίγοι μήνες της είχαν απομείνει και θα πετούσε μακριά από αυτό το μικρό μέρος της Δυτικής Βιρτζίνια. Μακριά από τη μιζέρια και τη μοναξιά της καθώς πλέον με τον πατέρα της είχαν απλώς τυπικές σχέσεις. Αγχωμένη, προσπάθησε να βάλει μπροστά το μικρό της σαραβαλάκι, καθώς οικονομικά δεν άντεχε τίποτε καλύτερο, χαϊδεύοντάς το ευλαβικά, καθώς μούγκριζε. Καμία οικονομική βοήθεια δεν δέχτηκε ποτέ από τον πατέρα της. Ευτυχώς το άθλιο διαμέρισμά της δεν ήταν ιδιαίτερα μακριά από το Πανεπιστήμιο Σέφερντ. Όταν είδε την πύλη του και τον χώρο στάθμευσης, πήρε επιτέλους μία κοφτή ανάσα ανακούφισης, η οποία μετατράπηκε σε κραυγή, εξαιτίας του δυνατού θορύβου της μηχανής. Το σαραβαλάκι ξεψύχησε, καπνός σηκώθηκε από το μπροστινό μέρος και η δύστυχη κοπέλα, πάλεψε να σηκώσει το καπό, το οποίο βρέθηκε να της επιτίθεται κατευθείαν στο κέντρο του μετώπου της.

Πισωπάτησε ζαλισμένη και οργισμένη, προσπαθώντας να καταλάβει τι στο ανάθεμα είχε συμβεί, όταν τη φώτισε ο Ύψιστος να ρίξει μία ματιά στο ρολόι της. Ο πανικός της χαμογέλασε. Είχε αργήσει. Όχι λίγο, πολύ. Πάρα πολύ. Και κανείς δεν αργούσε στον Ακατανόμαστο, του οποίου το αληθινό όνομα ήταν Σεθ Μαρκάμ. Το μάθημα της μουσικής θεωρίας είχε ήδη ξεκινήσει και όφειλε ως τις εννέα να έχει παραδώσει την εργασία. Ήταν εννέα και πέντε.

''Όχι Θεούλη μου!Κάνε να έχει αρρωστήσει!Να έχει βγάλει φλύκταινες ή ανεμοβλογιά. Οτιδήποτε και να έχει ακυρωθεί το μάθημα΄΄

Τα πόδια της έβγαλαν φτερά, διέσχισε το μισό κάμπους μέχρι το κτήριο το κατάλληλο, ώσπου προσγειώθηκε στον κολλητό της τον Μάισον. Τα μάτια του γούρλωσαν ευθύς αμέσως.

«Ξέρω!Τον καταράστηκες να βγάλει φλύκταινες και να μην έρθει! Ήρθε όμως. Ο εξαποδώ ήρθε και εσύ δεν παρέδωσες τίποτε. Αχ, αγάπη μου! Σήμερα βρήκες να το κάνεις το κακούργημα αυτό; Γιατί ατόπημα δεν το λες με τίποτε. Το μάθημα τελείωσε μόλις»

«Μα πόσο σε ευχαριστώ για την ενθάρρυνση! Δεν με νοιάζει, θα κάνω τα πάντα. Θα τον δέσω αν χρειαστεί! Μου πήρε μέρες ατελείωτες για να την ολοκληρώσω»

SOLO- μόνοςWhere stories live. Discover now