ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3/ Part 3

91 14 23
                                    

Η περιέργεια δεν έπρεπε να είχε κερδίσει και η αλήθεια ήταν πως αισθανόταν άσχημα. Στην τελική ήταν καθηγητής της και αυτή η καταραμένη θύελλα που είχε ξεσπάσει δεν βοηθούσε καθόλου. Κάποια τείχη είχαν σχηματίσει ρωγμές. Τείχη που είχαν υψωθεί αρχικά εξαιτίας της θέσης και των δύο και έπειτα, εξαιτίας του γεγονότος πως ο Σεθ έδειχνε να την αντιπαθεί. Παρόλα αυτά είχε μόλις ομολογήσει πως η αντιπάθεια και η ψυχρότητα στο πρόσωπό της οφειλόταν στην ομοιότητά της με αυτή τη γυναίκα.

«Συγγνώμη. Ξεπέρασα τα όρια. Με συγχωρείτε»

Ο Σεθ την κοίταξε.

«Πληθυντικός πάλι; Νόμιζα πως για όσο τουλάχιστον σε φιλοξενώ, θα αφήναμε τον πληθυντικό στην άκρη»

«Ίσως αυτό να ήταν καταστροφικό. Ξεχνώ τη θέση σας...σου...»

Ο Σεθ κάθισε στο πιάνο για λίγο σκεφτικός.

«Δεν θα αλλάξει η συμπεριφορά μου απέναντί σου. Δεν θα ήθελα να δώσω δικαιώματα στην τάξη να σε κρίνει. Ωστόσο, εσύ θέλω να ξέρεις την αλήθεια. Κάποτε, υπήρξα αρραβωνιασμένος όσο και αν κάτι τέτοιο μοιάζει αδύνατο εξαιτίας του χαρακτήρα που βλέπεις. Δεν ήμουν πάντα έτσι όμως. Έγιναν κάποια πράγματα και όλο αυτό με άλλαξε πολύ. Η τυχαία ομοιότητά σας μου έφερε στην επιφάνεια όλο το σκοτάδι. Ξεκίνησα ασυνείδητα να σε αποφεύγω, ο τρόπος μου να γίνεται πιο απότομος και ο ίδιος να είμαι αυστηρός. Ήσουν όμως ένα μεγάλο ταλέντο και αυτό δεν μπορούσε να μην λάμψει. Δεν είχα το δικαίωμα να σε αδικήσω και παρά την αυστηρότητά μου, δεν το έκανα ποτέ. Οφείλω και εγώ μία συγγνώμη»

Δίχως να το σκεφτεί, άπλωσε το χέρι του και άγγιξε το μέτωπό της.

«Είμαι καλύτερα» ψέλλισε εξαιτίας του στιγμιαίου αγγίγματος «Θα μπορούσαμε να πάμε στην κουζίνα;»

«Σωστά. Πρέπει κάτι να φάμε και κυρίως εσύ»

«Θέλω να μου επιτρέψεις να ετοιμάσω εγώ κάτι αυτή τη φορά»

Είχε πολύ καιρό να φιλοξενήσει κάποιον σε αυτό το μέρος και πολύ περισσότερο να δεχτεί περιποίηση. Τα μάτια του την αγκάλιασαν φοβισμένα, σαν την είδε να κατευθύνεται προς τα εκεί. Άραγε αυτό που είχε ξεκινήσει να ξυπνά, οφειλόταν στο παρελθόν; Μήπως για ακόμη μία φορά γινόταν άθελά του μία σύγκριση με εκείνη; Όμως η Άβα δεν είχε καμία σχέση. Ήταν μία λαμπρή φοιτήτρια, ένα γλυκό κορίτσι που είχε όλο το μέλλον μπροστά του να κάνει τις επιλογές εκείνες που θα την έφταναν στην κορυφή και έπρεπε να τη βοηθήσει. Η Άβα του ζήτησε να κοιτάξει για ορισμένα απλά υλικά, ετοιμάζοντάς ένα νόστιμο πρωινό, σαν ευχαριστήρια κίνηση απέναντι σε όσα έκανε για εκείνη. Οι κινήσεις τους και πάλι δήλωναν αμηχανία. Τα σκούρα κυανά μάτια του την κοιτούσαν προσεκτικά. Ήταν ντυμένη με τα ρούχα του, αναμένοντας να στεγνώσουν τα δικά της. Η μυρωδιά της βανίλιας που αναδυόταν θαρρείς από το ίδιο της το κορμί, ζωγράφιζε μέσα του απαγορευμένες σκέψεις. Ο καιρός εξακολουθούσε να είναι μουντός, αραιές νιφάδες έπεφταν ακόμη και οι δυο τους είχαν βρεθεί στο σαλόνι, με την υπέροχη βιβλιοθήκη και τη ζεστασιά του τζακιού να τους χαϊδεύει απαλά. Η Άβα αντιλαμβανόταν πως δεν ήταν κακός άνθρωπος. Ίσα ίσα είχε μία ντροπαλότητα που θύμιζε μία εποχή διαφορετική, χαμένη ίσως. Ήταν Σάββατο και επάνω στο τραπέζι του, παρατήρησε μία στοίβα από χαρτιά για διόρθωση.

SOLO- μόνοςWhere stories live. Discover now