Μέλι

120 8 2
                                    

Το επόμενο πρωινό η Θεοφανώ και ο Αντίνοος πήγαν στον πύργο που είχε χτίσει η Γερακίνα.Ηταν όμορφος με κήπο μεγάλο.

"Είναι όμορφος"

Είπε η Θεοφανώ κοιτώντας τριγύρω

"Θα μπορείς να πηγαίνεις και στους δικούς μου όταν θα λείπω εγώ"

"Ή θα λέω στην Κερασίνα να έρχεται"

"Όταν γίνω καπεταναιος-"

"Έχουμε καιρό,ως τότε ας μείνουμε καλύτερα εδώ,για μας το έχτισε..στο μέλλον ίσως,να παντρευτεί και η Μεταξία"

Είπε η Θεοφανώ

"Όπως θες"

Η ευγένεια του Αντίνοου βοήθησε αρκετά να μειωθεί η αμηχανία ανάμεσα τους και να συνυπάρξουν.Περασαν μέρες μέχρι να συνευρεθούν στο κρεβάτι για πρώτη φορά.Ο Αντίνοος την πρόσεξε πολύ.Ολα ήταν καλά μα στο μυαλό της Θεοφανώς υπέβοσκε μια ενοχή, αισθανόταν ενοχή που είχε δώσει την πρώτη της φορά σε εκείνον και όχι στον Αντρέι.Ήξερε πως ήταν παράλογες μα δε μπορούσε ναχτης σταματήσει

Ένας μήνας πέρασε μέχρι ο Αντίνοος να φύγει για μπαρκο.Η Θεοφανώ μαζί με την Κερασίνα είχαν κατέβει στο λιμάνι να τον αποχαιρετήσουν

"Στο καλό"

Η Θεοφανώ μαζί με την Κερασίνα κουνούσαν τα μαντήλια τους στο λιμάνι καθώς το καράβι χανόταν

~~~

Ο άσχημος καιρός είχε αναγκάσει τα περισσότερα μπρίκια να δέσουν στο λιμάνι του Πόρτο.Ο Αντρέι είχε κατέβει σε μια ταβέρνα,εκεί ταν κι ο Θράσος που κερνούσε

"Ε Αντρέι έλα δω ντε"

"Που είσαι Θράσο?"

"Έλα πάρε για το καλό"

"Να ζήσουν"

Ο Αντρέι ήπιε μια γουλιά

"Ποιον πήρε?"

"Τον Αντίνοο του Δραγουμάνου,τη γέμισε χρυσάφι.Αχ ο καημένος ο πατέρας έσκασε που δε μπόρεσε να παραδώσει την αδελφή του"

Ο Αντρέι μόλις ειχε βάλει το ποτήρι στα χείλη του πίνοντας όταν ένας από τους διπλανούς είπε μια λέξη που δε περίμενε

"Τυχερή η Θεοφανώ,τυχερή"

Ο Αντρέι τα έβλεπε όλα κόκκινα.Τα γλυκά δεν ήταν από το γάμο της Μεταξιας,μα της Θεοφανώς.Στο μυαλό του έπαιζε η υπόσχεση που του είχε δώσει,η τελευταία φορά που την είδε να του κουνά το μαντήλι.Αμεσως πετάχτηκε έξω στην καταιγίδα

Η Αγάπη Μας Μια Θάλασσα Where stories live. Discover now