Part 20

3 0 0
                                    

Την επόμενη μέρα ξύπνησα και στο σπίτι επικρατούσε νεκρική ησυχία. Η ατμόσφαιρα μέσα στο σπίτι ήταν ανατριχιαστική. Ένα τεράστιο, τελείως αδειο και κρυο σπιτι. Έξω επικρατούσε μια περίεργη και συνάμα μυστήρια γαλήνη. Επικρατούσαν οι γκρι και σκούρες αποχρώσεις. Ο ήλιος είχε εξαφανιστεί δίνοντας τη θέση του στο σκοτάδι.

Την απόλυτη ησυχία διέκοψαν φωνές. Φωνές απόγνωσης. Μέσα από το δάσος των βαμπίρ ακούγονταν ουρλιαχτά και θόρυβοι περίεργοι και αποκρουστικοι. Ένα ρίγος διαπέρασε το κορμί μου. Συνειδητοποίησα τον καινούργιο κόσμο στον οποίο είχα ενταχθεί χωρίς τη θέληση μου. Δεν ηταν όλα απλά και ρόδινα όπως τα θεωρούσα. Δεν είχα αντιληφθεί τη πραγματικότητα. Ήταν πλάσματα του σκότους. Με μορφή διαφορετική από τη δική μας. Μπορεί να διέφεραν πολύ από αυτά που περιέγραφαν οι ιστορίες και τα μυθιστορήματα, όμως αυτό δεν αναιρούσε τη παραφυσικη τους προέλευση.

Οι ήχοι συνεχίζονταν. Κάποιες στιγμές ένιωθα πως πλησίαζαν στο αρχοντικό. Άλλες φορές τις ακουγα από χιλιόμετρα μακριά. Κλείδωσα όλες τις πόρτες και τα παράθυρα και ανεβηκα στο δωματιο μου. Ξάπλωσα στο κρεβάτι μου και κουκουλώθηκα με τη κουβέρτα. Το επαιζα ατρόμητη ομως αυτό που προερχόταν απο έξω ξεπερνούσε τα όρια του θάρρους μου. Ο φόβος με είχε κυριέψει. Εκλεισα τα μάτια μου και προσπάθησα να ηρεμισω. Ότι και αν συνέβαινε ηταν πολύ μακριά απο εμένα. Ή έτσι νόμιζα τουλάχιστον. Ένας δυνατός ήχος ήρθε απο τον κάτω όροφο λες και κάποιος έσπασε τη ξύλινη κεντρική πόρτα της εισόδου. Μου κόπηκε η ανάσα. Κάποιος ηταν μέσα στο σπιτι. Κάτι επρεπε να κάνω.

Με τις τελευταίες αψίδες θάρρους που μου είχαν απομείνει σηκώθηκα και αφού έλεγξα ότι δεν βρισκόταν κανεις στον πάνω όροφο έτρεξα στην αποθήκη. Άρχισα να ψάχνω με μανία οτιδήποτε μπορούσε να με βοηθήσει. Βρηκα ένα ξύλινο κοντάρι και προσπάθησα να το σπάσω στη μέση. Το κοπάνησα στο γόνατο μου και έτσι χωρίστηκε σε δυο μερη. Κλείδωσα τη πόρτα της αποθήκης και έμεινα εκεί περιμένοντας να δω ποιος είχε έρθει. Και αν ηταν ο Καιλ ή ο Τρέβορ; Αν είχαν ενστικτωδώς γυρίσει σπιτι; Έτσι τρελαμένοι όπως ήταν δεν θα μπορούσαν να συγκρατηθούν. Όμως επρεπε να προστατέψω τον εαυτό μου.

Πλησίασα τη πόρτα. Δεν ακουγόταν ο παραμικρός θόρυβος πλέον. Σαν να μην υπήρχε κανεις στο σπιτι. Μηπως οποίος και αν ήταν έφυγε; Μηπως νόμιζε πως δεν υπάρχει κανεις και δεν ανέβηκε πάνω; Ανοιξα δειλά δειλά τη πόρτα. Αποφάσισα να κατεβω κάτω να δω τι γίνεται. Δεν γινοταν να κάθομαι πάνω και να μην κάνω τίποτα. Επρεπε να προστατέψω τον εαυτό μου. Πήρα μια βαθιά ανάσα και ξεκίνησα να κατεβαίνω σιγά σιγά τα σκαλοπάτια.

Bloody Ties Où les histoires vivent. Découvrez maintenant