48. Brotherhood

137 14 0
                                    

Ανεβαίνουμε στη μηχανή και κατευθυνόμαστε προς το σπίτι των παιδιών — που πλέον ανήκει μόνο στον Γιώργο και τον Άλεξ.

Σε όλη τη διαδρομή κρατιέμαι σφιχτά από πάνω του και ακουμπάω το κεφάλι μου στην πλάτη του για να τον νιώθω όσο πιο κοντά μου γίνεται.

Η γνώριμη διαδρομή που ακολουθούμε με αγχώνει, το αίσθημα που μου δημιουργεί το διαμέρισμα που αχνοφαίνεται στο τέλος του δρόμου, κάνει τον αέρα να πασχίζει για να φτάσει στα πνευμόνια μου. Νιώθω πως ο χρόνος μου τελειώνει όσο πιο κοντά φτάνουμε, πως μόλις πατήσω το πόδι μου εκεί μέσα θα έρθει η συντέλεια του κόσμου.

«Ηρέμησε», η φωνή του Άλεξ με ταρακουνάει. «Μην είσαι τόσο σφιγμένη. Χαλάρωσε όσο μπορείς», η συμβουλή του μοιάζει με προσταγή.

«Δύσκολο. Δεν έχω ιδέα τι θα τους πω», ξεφυσάω.

«Εννοείς τι θα τους πούμε. Δεν είσαι μόνη σου σε αυτό», ο τόνος του σοβαρεύει καθώς σταματάει έξω από το γνωστό διαμέρισμα. «Έλα εδώ» ζητάει όταν κατέβουμε απ' τη μηχανή.

Πλησιάζω κοντά του με πόδια μουδιασμένα από το άγχος, ώσπου τα χέρια του τυλίγονται γύρω μου και για μια στιγμή νιώθω ήρεμη. Σαν κάποια ανώτερη δύναμη να κρύβεται στο άγγιγμά του, που υπό την επήρειά της, έχω την ψευδαίσθηση πως όλα θα πάνε καλά.

Μακάρι η ψευδαίσθηση αυτή να με ακολουθούσε και όταν δεν βρίσκομαι στην αγκαλιά του.

«Πάμε;» λέει όταν βγαίνω από την αγκαλιά του και απαντάω με ένα θετικό νεύμα.

Ο Άλεξ χτυπάει το κουδούνι και τα δευτερόλεπτα που περιμένουμε μέχρι κάποιος να μας ανοίξει, περνούν βασανιστικά αργά.

«Ηρέμησε, εγώ είμαι εδώ», μου υπενθυμίζει και μου σφίγγει το χέρι.

Η πόρτα ανοίγει και πίσω της εμφανίζεται η Τζες. Ο κόμπος στον λαιμό μου μεγαλώνει. Δεν είχα υπολογίσει να την βρω εδώ, να πρέπει να αντιμετωπίσω και αυτήν. Η Τζες είναι η καλύτερή μου φίλη αλλά, όσο λιγότερα άτομα γνωρίζουν τόσο καλύτερα.

«Τι έγινε, δεν περίμενες να με δεις;» ρωτάει η Τζες όταν παρατηρεί την έκπληξη στο πρόσωπό μου.

«Όχι, απλώς—» ξεκινάω προσπαθώντας να δικαιολογήσω την αντίδρασή μου αλλά, ευτυχώς, η φωνή του Γιώργου με διακόπτει.

«Στην πόρτα θα στέκεστε; Ελάτε μέσα ρε!» λέει και ο Άλεξ κάθεται δίπλα του στον καναπέ και του ψιθυρίζει κάτι στο αυτί.

In Another LifeWhere stories live. Discover now