Six

67 11 1
                                    

Η σοφή του απάντηση με βάζει σε σκέψεις. Πράγματι, οι πόρτες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως οι επιλογές μου για αργότερα. Στο όνειρο μου αν διάλεγα κάποια άλλη πόρτα θα με έβγαζε κάπου αλλού. Μόνο που από ότι φαίνεται δεν διάλεξα τις σωστές πόρτες και οδήγησα τον εαυτό μου σε μέρη όπου ένιωθα φόβο, αγωνία και η ηρεμία και η γαλήνη δεν υπήρχαν πουθενά. Το μόνο που δεν μπορώ να καταλάβω που κολλάει στο όνειρο είναι η φιγούρα που πιάνει το χέρι μου στο τέλος. Ίσως να είναι κάτι σαν βοήθεια... Ή κάποιος τρόπος διαφυγής από κάποιον ή κάτι.... Ή δεν ξέρω.

«Είσαι εντάξει;» Ρωτάει ο Harry και αγγίζει το χέρι του στον ώμο μου. Δεν κάνω κάποια κίνηση για να το απομακρύνω. Ξέρω ότι οι σκέψεις μου μπορούν να απαντήσουν στην ερώτηση του. Επίσης ξέρω ότι τις διαβάζει αυτή τη στιγμή.

«Δεν πήρες ακόμα την απάντηση που ήθελες;» Ρωτάω με μια μικρή κακία στην φωνή μου,αλλά δεν το καταλαβαίνει.

«Δεν σε πιάνω. Τι εννοείς;» Τα χαρακτηριστικά του δημιουργούν ένα μπερδεμένο ύφος στο πρόσωπο του, όπως και στο βλέμμα του.

«Δεν διαβάζεις τις σκέψεις μου τώρα;»

«Το ότι αγγίζω εσένα τώρα ή οποιονδήποτε άλλο οποιαδήποτε άλλη στιγμή δεν σημαίνει ότι διαβάζω πάντα τις σκέψεις σου ή των άλλων. Μόνο όταν το θέλω.»

«Τώρα δηλαδή δεν θες;»

«Θεωρώ καλύτερο να μου πεις εσύ η ίδια αν είσαι εντάξει ή όχι παρά να το μάθω έτσι. Μπορεί να μην θες να μου πεις.»

Αναστενάζω και κολλάω το βλέμμα μου αλλού,μακριά από τα πράσινα μάτια του. Ώστε διαβάζει τις σκέψεις όποτε θέλει ο ίδιος,όχι πάντοτε. Ευτυχώς, γιατί θα ήταν πολύ περίεργο,για παράδειγμα,να αγκάλιαζε κάποιον φίλο του και να διάβαζε τις σκέψεις του άθελα του,ενώ ο φίλος του ίσως τότε να σκεφτόταν κάποια προσωπική του εμπειρία ή κάτι που τον προβλημάτιζε και δεν θα ήθελε να το μάθει κανείς.

«Ειλικρινά, δεν διαβάζεις τις σκέψεις μου τώρα που έχεις το χέρι σου πάνω μου;»

«Όχι.» Κατεβάζει το χέρι του από τον ώμο μου αδιάφορα και ξύνει το πίσω μέρος του λαιμού του. Με βάση τα πιστεύω μου λέει την αλήθεια και απαντάω στην ερώτηση που μου έκανε εξαρχής:

«Είμαι εντάξει απλά σκέφτομαι αυτό που μου είπες. Προσπαθώ να βρω ποιο είναι το νόημα σε αυτό το όνειρο αλλά δεν βγάζω καμία άκρη...» Το μοναδικό πράγμα που κάνει είναι να καρφώσει το βλέμμα με τα σμαραγδί πράσινα μάτια του στα δικά μου μπλε για λίγο,να αναστενάξει και να κοιτάξει αλλού. Δεν βγαίνει καμία λέξη από τα σαρκώδη κόκκινα χείλη του οπότε βυθιζόμαστε και πάλι σε μια αιώνια σιωπή. Το θρόισμα των φύλλων των δέντρων είναι ο μοναδικός ήχος που κυριαρχεί μαζί με την σιωπή που υπάρχει ανάμεσα μας και έτσι χάνεται ο καθένας μας στις σκέψεις του. Με την άκρη του ματιού μου τον κοιτάω και δεν υπάρχει κανένα συναίσθημα στην έκφραση του. Μονάχα ένα κενό που όσο πάει και μεγαλώνει. Νομίζω ότι κάτι τον προβληματίζει αλλά δεν θα θέλει να το συζητήσει.

Forbidden (H.S. Fanfiction)Where stories live. Discover now