Το πρωι που ξυπνησα δεν βρήκα τον Σταύρο δίπλα μου. Σηκωθηκα και πήγα στο δωμάτιο του αδερφου μου και τον είδα να κοιμάται μαζί με την Κική αγκαλιά. Επιτέλους.
Τα πραγματα του Σταυρου έλειπαν. Αρα είχε ηδη φύγει περίεργο. Κατεβηκα κάτω στην κουζίνα και είδα τον Αρη.
-Καλημερα. Μου ειπε.
-ήταν καλη μέχρι που σε είδα. Είπα και πήρα μια κούπα για να βάλω καφέ.
-δηλαδή τώρα εσύ είσαι με τον Σταύρο;
-ναι. Είπα και χαμογελασα.
-Μπράβο δεν πίστευα πως θα γυρνούσε κανεις να σε κοιτάξει. Είπε και εγώ γελασα. Πηγα κοντά και του ψιθυρισα στο αυτί.
-αν θυμάσαι καλά εσύ είσαι αυτός που με φίλησε και ακόμα ασχολείται μαζί μου.
Εκανε γροθιές τα χέρια του.
-δεν θυμάμαι να σε φίλησε ποτέ. Είπε νευριασμενα.
Πλησίασα μπροστά του.
-μήπως θες να σου θυμησω; τον ρωτησα και γουρλωσε τα ματια του.
Δεν απάντησε απλα με κοιτούσε. πήγα να φύγω αλλά με τράβηξε πανω του.
-τον θες; με ρώτησε και εγώ δεν ήξερα τι να απάντησω.
Εντάξει η αλήθεια είναι οτι όταν είμαι μαζί με τον Σταύρο είναι όλα υπέροχα. Είναι γλυκός μαζί μου. Κάθε φορά που βγαίνουμε λέμε βλακειες και με κανει και γελαω αλλα δεν είναι σαν τον Αρη.
-ναι τον θέλω. Απαντησα και χαμογέλασα καθώς σκεφτόμουν τις στιγμές που έχω ζησει με τον Σταύρο.
-οτι και να γίνει θα είσαι δικιά μου. Μου ψιθύρισε στο αυτι και έφυγε.
Τι ηταν αυτο τώρα; Ακουσα την πόρτα να κλείνει με δυναμη και τρομαξα. Εντάξει είχε πολλά νεύρα...
ΠΛΕΥΡΑ ΑΡΗ:
Εφυγα απο το σπίτι. Είχα τόσα νεύρα. Ανοιξα το κινητό μου και πήρα τηλέφωνο τον ηλίθιο.
-που είσαι;
-σπίτι είμαι ρε τι θες;
-έρχομαι απο εκεί.
Καθώς οδηγούσα σκεφτόμουν αυτήν και αυτόν μαζί. Γαμωτο. Χθες όταν τους είδα είχα μείνει. Αντε να δω τι θα κάνω τώρα.
Εφτασα σπίτι του. Χτυπησα το κουδούνι και μου άνοιξε η Λίζα.
-Γεια σου αρη.
-ναι ναι γεια. Είπα και μπηκα μέσα.