Κεφάλαιο 43

159 29 17
                                    


Ανοίγω το συρτάρι και ψάχνω με μανία το βραχιόλι. Δεν είναι εδώ. Ανατρέχω στο βαλιτσάκι με τα κοσμήματά μου. Η καρδιά μου σφυροκοπά στο στήθος μου. Τα βγάζω όλα έξω αλλά και πάλι δεν το βλέπω. Πάω στο μπάνιο. Αν δεν είναι ούτε εδώ, δεν ξέρω πού μπορεί να είναι. Νιώθω ήδη τα δάκρυα να ανεβαίνουν στα μάτια μου και αναφιλητά να κολλάνε στον λαιμό μου. Από χτες το πρωί δεν κάνω τίποτα παραπάνω από το να κλαίω. Κοιτάω στον πάγκο του μπάνιου. Τα σκούρα μου μαλλιά πέφτουν στο πρόσωπό μου. Δεν είναι εδώ.

Όχι.

Δεν μπορεί να το έχασα. Δεν μπορεί να έχασα το τελευταίο πράγμα που μου έδωσε ο Γκρεγκ.

Τα δάκρυά μου δεν υπακούν και ξεχύνονται στα μάγουλά μου ενώ ψάχνω λυσσασμένα το βραχιόλι στα πιο απίθανα μέρη του δωματίου μου.

«Λι Αν; Γιατί κλαις;» με ρωτάει η μητέρα μου που μπαίνει στο δωμάτιό μου.

«Το βραχιόλι... Πού είναι; Το είδες;»

«Όχι αλλά χαλάρωσε, θα το βρούμε.» γυρνάω και την αντικρίζω. Φοράει ένα μαύρο φόρεμα μέχρι το γόνατο. Δεν έχει βαφτεί καθόλου, φυσικά. Τα μαλλιά της είναι πιασμένα σε έναν κότσο.

Πώς να χαλαρώσω; Αν μου έπεσε χτες στην προπόνηση; Αν το έχασα; Δεν γίνεται να το έχασα. Δεν γίνεται να το έχασα.

«Να το!» λέει η μητέρα μου σηκώνοντας θριαμβευτικά το βραχιόλι. Πώς δεν το είδα; Το παίρνω από τα χέρια της και το περνάω στον καρπό μου. Προσπαθώ να σταματήσω τα δάκρυά μου αλλά πέφτουν κι άλλα, βουβά. Παρατάω την προσπάθεια.

Στρώνω το μαύρο μου φόρεμα και ακολουθώ την μητέρα μου. Ασυναίσθητα ψηλαφώ το βραχιόλι, βεβαιώνομαι ότι είναι εκεί. Όσο το φοράω τον νιώθω δίπλα μου. Μαζί μου. Εδώ. Νιώθω ότι θα με προστατεύσει από τα πάντα.

Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο και ξεκινάμε. Μερικά δάκρυα συνεχίζουν να κυλάνε έως τον λαιμό μου καθώς το συναίσθημα απώλειας έχει τρυπώσει για τα καλά μέσα μου.

Φτάνουμε στην εκκλησία πρώτοι, όπως είναι φυσικό. Διασχίζω το προαύλιο όσο πιο αργά μπορώ. Δεν θέλω να έρθω αντιμέτωπη με αυτό που με περιμένει μέσα. Έχω αφήσει την μητέρα μου και την αδελφή μου να με προσπεράσουν, ενώ ο φίλος της μαμάς μου είναι στο αμάξι και συζητάει με τον θείο μου. Ο Ράιαν έχει κάτσε στο σπίτι, είναι πολύ μικρός για αυτό. Φτάνω στο κατώφλι της εκκλησίας. Κλείνω τα μάτια μου και παίρνω μια βαθιά ανάσα.

Invasion ~ 5 Seconds of Summer, Little Mix Fanfiction~ M.G.CWhere stories live. Discover now