Επίλογος

1.4K 96 52
                                    

Ο Αλεξάντερ ήταν ήδη πολύ μακριά, όταν η Ερίσα άφησε την τελευταία της αναπνοή πάνω στο κρύο τσιμέντο, μόνη και αβοήθητη. Η καρδιά της είχε σταματήσει να χτυπάει εδώ και τρία λεπτά. Κανείς δεν φαινόταν να προσέχει την απουσία της, από το πάρτι που συνεχιζόταν μέσα στο Μαύρο Ρόδο. Τα πάντα φαίνονταν ότι είχαν τελειώσει για εκείνην. Ή μήπως όχι;

Κάτω από το φως του κόκκινου φεγγαριού, που γινόταν ολοένα και μεγαλύτερο στον νυχτερινό ουρανό, ξεπρόβαλλε η φιγούρα ενός άντρα. Ήταν κρυμμένος όλη αυτήν την ώρα, πίσω από τους μεγάλους θάμνους. Με την κάλυψη τους, είχε μπορέσει να δει καθαρά τα όσα είχαν διαδραματιστεί στην βεράντα. Από μέσα του ευχαριστούσε τον Θεό για αυτή την εξέλιξη.

Κοίταξε δεξιά και αριστερά του για να βεβαιωθεί ότι δεν υπήρχε κανείς τριγύρω. Έπειτα βγήκε από την κρυψώνα του και πλησίασε το άψυχο σώμα της κοπέλας. Γονάτισε δίπλα της και πήρε το ένα της χέρι στα δικά του. Το φίλησε.

«Η ιστορία επαναλαμβάνεται για δεύτερη φορά. Σχεδόν. Έπρεπε να είχες διαλέξει εμένα, αντί για εκείνον. Το ίδιο λάθος έκανε και η Βικτώρια και να που καταλήξατε τώρα και οι δύο σας. Ευτυχώς για σένα όμως, ο Σεμπάστιαν είναι εδώ για να σώσει την κατάσταση. Ξανά»

Ο Σεμπάστιαν, σηκώθηκε από το πάτωμα, με την Ερίσα στα χέρια του. Την κρατούσε σφιχτά, σαν να ήταν ένα πολύτιμο αντικείμενο που περίμενε καιρό για να το αποκτήσει. Έριξε μια φευγαλέα ματιά από την μπαλκονόπορτα, στο πάρτι που ήταν στο αποκορύφωμα του. Κανείς δεν είχε ψυλλιαστεί τίποτα. Ύστερα, έσκυψε πάνω από το πρόσωπο της και την φίλησε και πάλι. Αυτή την φορά στα χείλη.

«Όλα θα πάνε καλά. Τώρα έχεις εμένα για να σε φροντίζω» είπε και αμέσως μετά, τον τύλιξε το πυκνό σκοτάδι της νύχτας.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...

Ματωμένο ΡόδοWo Geschichten leben. Entdecke jetzt