Κεφάλαιο 1

132 13 5
                                    

Το ξυπνητήρι χτυπούσε δυνατά κι άπλωσα το χέρι μου να το κλείσω. Χωρίς να ανοίξω τα μάτια μου έψαχνα το κουμπί που κλείνει αλλά δεν το έβρισκα με τίποτα. Παραιτήθηκα και άνοιξα τα μάτια μου,πήρα το ξυπνητήρι στα χέρια μου και το έκλεισα, μετά το πέταξα ξανά στο κομωδίνο και γύρισα από την άλλη στο κρεβάτι για να ξανά κοιμηθώ,αλλά δεν θα μου έκανε την χάρη η μάνα μου.
"Ξυπνά, άντε ρε Κλαίρη! Τελείωσαν οι διακοπές των Χριστουγέννων, ξεκινάει το σχολείο! Σήκω!"μπούκαρε στο δωμάτιο και άρχισε να με ταρακουνώντας με στο κρεβάτι.

"Καλά θα σηκωθώ, σταμάτα την υστερία"μουρμούρισα χωρίς να την κοιτάζω και έβαλα το κεφάλι μου κάτω από το μαξιλάρι για να μην την ακούω.
       Σηκώθηκε από το κρεβάτι μου, όμως δεν είχε βγει από το δωμάτιο. Ξαφνικά εκνευριστικό φως έλουσε όλο το δωμάτιο και εμένα μαζί του.
"Ρε μαμά!"φώναξα και κουκουλώθηκα με το πάπλωμα.
"Κλαίρη Γεωργίου, σήκω αμέσως από το κρεβάτι πριν φωνάξω τον πατέρα σου!"διέταξε η μητέρα μου, η οποία είχε ανοίξει τις κουρτίνες του παραθύρου μου ώστε να με νευριάσει. Γιατί ξέρει πόσο μου την σπάει το φως και ιδικά το πρωί, θέλω να πάρω τον χρόνο μου πριν εκτεθώ σε αυτό. Με βαριά καρδιά πέταξα τα λευκά παπλώματα από πάνω μου και σηκώθηκα κατευθυνόμενη στο παράθυρο. Έκλεισα τις μπορντό κουρτίνες μου και άγριο κοίταξα την μαμά μου που είχε στο πρόσωπό της αυτό το θριαμβευτικό χαμόγελο που απεχθάνομαι.
"Καλημέρα και σε σένα γλυκιά μου"είπε τραγουδιστά και ξεκουμπίστηκε από το δωμάτιό μου.
       Η μητέρα μου είναι εκνευριστικά χαρούμενος άνθρωπος, ζει στον κόσμο της κυρίως και πρήζει καθημερινά εμένα και τον επτάχρονο αδελφό μου,τον Ορέστη. Όμως όταν θέλει είναι πολύ καλή, πάντα καταφέρνει τον πατέρα μου όταν μου αρνήται κάτι και στο τέλος δέχεται. Μου παίρνει πάντα ό, τι της ζητάω και μου δίνει όσα λεφτά θέλω κάθε φορά. Όχι ότι τα λεφτά υπήρξαν ποτέ πρόβλημα σε αυτή την οικογένεια, αλίμονο, ολόκληρη αλυσίδα με κλαμπ έχει ο μπαμπάς μου. Γι'αυτό άλλωστε και είμαι πάντα απαιτητική και ό, τι θέλω το παίρνω με κάθε κόστος.
       Μπήκα στο εσωτερικό μπάνιο του δωματίου μου και έκανα στα γρήγορα ένα ντουζ, έπλυνα τα δόντια και το πρόσωπό μου και βγήκα έξω κατευθυνόμενη στην ντουλάπα μου. Φόρεσα ένα μαύρο τζίν, το μαύρο πλεκτό μου και τα μαύρα αρβυλάκια μου, πήρα το μπουφάν μου και την σχολική μου τσάντα και κατέβηκα στην κουζίνα. Εκεί καθόταν ο μπαμπάς μου με τον Ορέστη και την μαμά μου.
"Μέρα"είπα αδιάφορα ενώ έπιασα τα μαλλιά μου σε μια ψηλή κοτσίδα.
"Καλημέρα λέει ο κόσμος"ο πατέρας μου με κοίταξε πάνω από την εφημερίδα του κι εγώ ρόλαρα τα μάτια μου.
"Ό, τι πεις"απάντησα και πήρα ένα μήλο από την φρουτιέρα για να φύγω.
"Δεν θα φας πρωινό;"άκουσα την μητέρα μου να φωνάζει από την κουζίνα ενώ είχα φτάσει στην εξώπορτα.
"Έχω αργήσει"απάντησα και βγήκα έξω φορώντας τα ακουστικά μου.
       Όταν βγήκα στο πεζοδρόμιο κι άρχισα να περπατάω προς το σχολείο, κρύος αέρας φύσηξε στο πρόσωπό μου και τα μάτια μου άρχισαν να δακρύζουν. Πάλι καλά που δεν βάφτηκα δηλαδή γιατί θα είχα γίνει χάλια. Δέκα λεπτά αργότερα είχα φτάσει στο σχολείο και κατευθύνθηκα προς την παρέα μου.
"Γειά"είπα τραβώντας το τελευταίο φωνήεν και κάθησα δίπλα στην κολλητή μου, την Ερατώ.
"Γειά"μου είπε και συνέχισε να κοιτάζει το τίποτα όπως έκανε και πριν.
"Τι έπαθες εσύ;"την ρώτησα περίεργη.
"Σκέφτομαι"απάντησε αδιάφορα.
"Τι σκέφτεσαι;"συνέχισα.
"Διάφορα, τίποτα συγκεκριμένο. Αα ο Θωμάς, νωρίς νωρίς!"είπε έκπληκτη και ένευσε προς το μέρος του.
"Καλημέρα Θωμά"είπε η Βίκυ, το ηλίθιο της παρέας - αυτή που προσπαθεί να τα φτιάξει με το αγόρι μου, και του χαμογέλασε με ναζί, ο θεός να το κάνει.
"Μέρα"είπε και ήρθε αμέσως να κάτσει δίπλα μου.
"Μη της μιλάς τόσο απότομα, θα χάσεις το κελεπούρι!"τον ειρωνεύτηκα και τον φίλησα πεταχτά στο στόμα.
"Ναι μωρέ, έχεις δίκιο. Λες να της ζητήσω συγγνώμη;"είπε εξίσου ειρωνικά και γέλασε.
"Θα μπείτε πρώτη ώρα;"ρώτησε ο Αντώνης.
"Εγώ κι η Ερατώ θα μπούμε, έχουμε προσανατολισμό, για τον Θωμά δεν ξέρω"απάντησα και κοίταξα τον Θωμά.
"Εγώ βαριέμαι, πάμε για καφέ;"ο Θωμάς απευθύνθηκε στον Αντώνη κι εκείνος ένευσε θετικά.
"Ωραία, πάλι από απουσίες θα μείνετε"είπε η Ερατώ κι εγώ συμφώνησα.
"Λεπτομέριες!"απάντησε ο Αντώνης και ανέβηκε στην μηχανή του.
"Άντε γειά"ο Θωμάς μου έδωσε ένα φιλί στον λαιμό κι ανέβηκε κι αυτός στην μηχανή του και φύγανε.
       Το κουδούνι δεν άργησε να χτυπήσει και με την Ερατώ και την Βίκυ ανεβήκαμε στις τάξεις μας. Εγώ και η Ερατώ είμαστε στο ίδιο τμήμα,στο Β1, ενώ η Βίκυ είναι στο Β2. Ευτυχώς, δεν θα άντεχα την ξινή της μούρη όλη μέρα μπροστά μου. Το μάθημα ήταν θανατηφόρα βαρετό, λίγο ακόμη και θα έκανα χαρακίρι! Χτύπησε για έξω και βγήκαν όλοι τρέχοντας στο προαύλιο, δεν τους κατηγορώ με το δίκιο τους. Έτσι όπως σηκώθηκα από το θρανίο κάποιος έπεσε πάνω μου με αποτέλεσμα να με ρίξει κάτω και να πέσει κι αυτός πάνω μου.
"Ποιός ηλίθιος;!"φώναξα αγανακτησμένη. Κοίταξα αυτόν που έπεσε πάνω μου όμως δεν τον αναγνώρισα.
"Σόρρυ, λάθος μου"είπε και μου χαμογέλασε.
"Θα σηκωθείς από πάνω μου ρε φίλε, τι θα γίνει;"τον άγριο κοίταξα και εκείνος αμέσως σηκώθηκε.
"Ναι, συγγνώμη"είπε και έτεινε το χέρι του για να με βοηθήσει να σηκωθώ, όμως εγώ το αγνόησα και σηκώθηκα μόνη μου.
"Καινούργιος;"ρώτησε η Ερατώ.
"Ναι,Άκης Αποστολίδης"είπε και έκανε χειραψία με την φίλη μου.
"Ερατώ, χάρηκα! Από δω η φίλη μου η Κλαίρη"απάντησε και του χαμογέλασε. Πήγε να μου δώσει το χέρι του όμως εγώ σταύρωσα τα χέρια μου στο στήθος μου και χαμογέλασα ειρωνικά.
"Ναι, χαρήκαμε, γειά σου τώρα"είπα και τράβηξα την Ερατώ από το χέρι για να φύγουμε.
"Ωραίος είναι"είπε μόλις βγήκαμε από την τάξη.
"Ερατώ, σου αρέσει ο Αντώνης από όσο ξέρω"σήκωσα το φρύδι μου και την κοίταξα.
"Το ξέρω, απλά λέω"είπε αδιάφορα και βγήκαμε στο προαύλιο.

••••••••••••••••••••••••••••••
Χελλοου👋

Αυτό ήταν το πρώτο κεφάλαιο, ελπίζω να σας αρέσει! Ψηφίστε και σχολιάστε αν σας αρέσει! Πάνω είναι η Κλαίρη μας👆

Next:Παρτακι,απροσμενες εξελίξεις και δεν ξέρω τι άλλο!🔜

Αγάπες και φιλιά😘❤

-Elena♥

Baby, I'm yours.Where stories live. Discover now