Θαρρος ή αλήθεια;;

1.4K 181 5
                                    

Στελλα

Προχωρούσαμε μέσα στην βροχή αγκαλιασμένοι , αυτοκίνητα περνούσαν από δίπλα μας , αλλά δεν καταλαβαίναμε τίποτα , δεν δίναμε σημασία σε τίποτα , συνεχίζαμε ακάθεκτοι.. Δεν μιλούσαμε , απλά περπατούσαμε.. Κάποιες φορές γυρνούσα και τον κοίταζα και το μόνο που μπορούσα να διακρίνω ήταν ένα μείγμα μελαγχολίας και χαράς μαζί .. Αυτόν τον άνθρωπο δεν θα μπορέσω ποτέ να τον καταλαβω, αλλά ίσως είναι αυτό που με τραβάει σε αυτόν τον άνθρωπο , το μυστήριο που κρύβει ..Παρόλη την μαγεία που είχε όλο το σκηνικό , η πραγματικότητα ήρθε να μου χτυπήσει την πόρτα και για να το πω καλύτερα , τα πόδια μου , τα οποία πονούσαν .. Η αλήθεια ήταν ότι είχαμε διανύσει αρκετά χιλιόμετρα και εκτός από αυτό η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει .. Σταμάτησα απότομα και ταυτόχρονα και ο Δημήτρης.

-         Τι έγινε κουράστηκες ?

-         Λιγάκι .

-         Πάλι μπάχαλο τα έκανα , σε κούρασα και έχουμε και την βροχή ..είπε και με κοιτούσε απολογητικά ..

-         Δεν τα έκανες μπάχαλο Δημήτρη , ήθελα και ήρθα μαζί σου , δεν με ανάγκασες ..

-         Και πάλι μια σωστή δουλειά από την ημέρα που σε γνώρισα , δεν έχω κάνει .. Σε πληγώνω , σε κουράζω και σίγουρα μετά το σημερινό μας βλέπω και τους δυο στο κρεβάτι με κρυολόγημα …

-   Δημήτρη ηρέμησε σε παρακαλώ , ναι με πλήγωσες αλλά δεν το έκανες επίτηδες.. Έπειτα ναι κουράστηκα περπατάμε αρκετή ώρα και εσύ πρέπει να έχεις κουραστεί αλλά δεν με πειράζει , εγώ το διάλεξα να είμαι εδώ τώρα και αν κρυώσω κρύωσα ..

-         Δηλαδή ..?

-         Αυτό που προσπαθώ να σου εξηγήσω εδώ και ώρα είναι ότι έκανα το έκανα μετά από δική μου και μόνο βούληση  …, εντάξει ..?

-     Εντάξει και ναι και εγώ εχω ψιλοκουραστεί , και τώρα τι κάνουμε ..? δεν ξέρω καν που βρισκόμαστε ..Τότε γύρισα το κεφάλι μου και είδα σπίτια , ήμασταν στο χωρίο μας ..

-   Δημήτρη κοίτα ..

-   Τι να κοιτάξω..?

-  Ε κοίτα .., είπα και τότε γύρισε ..

-     Μην μου πεις ότι μπαίνουμε στο χωριό ..?

-    Ακριβώς φτάνουμε ..

-    Επιτέλους .. , είπε και τότε του έπιασα το χέρι και με όση δύναμη μου είχε μείνει πια , ξεκινήσαμε να περπατάμε ..Κατά την διάρκεια της διαδρομής και ενώ μπαίναμε πια μέσα στο χωριό η βροχή είχε κοπάσει πια για καλή μας τύχη αν και το κακό είχε γίνει , ήμασταν μούσκεμα μέχρι το κόκαλο και δεν θα την βγάζαμε καθαρή , σίγουρα θα αρρωσταίναμε .. Κάποια στιγμή φτάσαμε μπροστά από το σπίτι και τότε συνειδητοποίησα ότι δεν είχα τα κλειδιά πάνω μου , τα είχα αφήσει στην τσάντα , την οποία για κακή μου τύχη είχα αφήσει στο αυτοκίνητο ..

Η ζωη μας ενα βιβλιο.. #TYS17Où les histoires vivent. Découvrez maintenant