24.

122 21 6
                                    

Και ήταν εκεί. Μπροστά μου. Το κοιτούσα μετά από 5 χρόνια. Το σπίτι μου....

Δεν είχε αλλάξει πολύ. Μόνο κάποια τζάμια είχαν σπάσει και η αυλή ήταν απεριποίητη. Ελειπε και η κούνια που ήταν κρεμασμένη στο μεγάλο δέντρο. Ελειπαν και τα γέλια, οι φωνές. Πριν φύγουμε δεν το πουλήσαμε. Με την ελπίδα οτι μια μέρα θα γυρνούσαμε πίσω, όταν ο πατέρας μου θα έβρισκε καλύτερη δουλειά εδώ.

Ηταν ενα διώροφο σπίτι. Πολύ ωραίο. Κάποτε....

Η πόρτα της αυλής, που τώρα μου φαινόταν πολύ πιο κοντή, ήταν μισάνοιχτη και έτσι την παραμέρισα για να περάσω. Η εξώπορτα όμως ήταν κλειδωμένη. Ευτυχώς το τζάμι του μπαλκονιού είχε ενα μικρό σπάσιμο που θα μπορούσα να χορέσω.

Δεν θεωρείτε διάρρηξη αυτό. Ετσι; Αλλωστε το σπίτι είναι δικό μας.

Στάθηκα μπροστά του. Θα άντεχα να αντικρίσω το κατεστραμένο μου πλέον σπίτι; Ολες αυτές τις αναμνήσεις; Αν δεν έμπαινα δεν θα μάθαινα ποτέ όμως.

Εσκιψα και πέρασα μέσα από τα γυαλιά. Αυτό που είδα με τρόμαξε. Ολος ο χώρος, που κάποτε ήταν το σαλόνι, ήταν άδειος και στο πάτωμα είχαν δημιουργηθεί πολλά στρώματα σκόνης. Οταν μετακομίσαμε πήραμε κάποια από τα πράγματά μας. Αλλά όταν το άδειασαν είχα ήδη φύγει.

Εξερεύνησα τον κάτω όροφο για πολύ ώρα. Είχαν μείνει αρκετά έπιπλα στην κουζίνα και στο μπάνιο. Η πίσω αυλή δεν φαινόταν αφού ενα φυτό είχε καλύψει όλα τα παράθυρα. Ο απογευματινός ήλιος έμπαινε μέσα από τις φυλλωσιές και αποκάλυπτε την σκόνη που υπήρχε στον αέρα.

Ενα μικρό δάκρυ εμφανίστηκε στην ανάμνηση όλων των υπέροχων στιγμών που είχα περάσει εδώ μέσα.

Και τότε είδα τη σκάλα που οδηγεί προς τα πάνω. Στα δωμάτια.. Δεν ήξερα αν θα το άντεχα. Αλλά αφού μπήκα γιατί να μην ανεβώ;

Οι μαρμάρινες σκάλες ήταν ακριβώς όπως τις θυμώμουν, πολλές αλλά χωρίς να σε κουράζουν στο ανέβασμα. Εφτασα στον διάδρομο του πάνω ορόφου. Κοίταξα δεξιά και αριστερά. Πρώτα μπήκα στο δωμάτιο των γονιών μου. Ηταν σχεδόν άδειο.

Στη συνέχεια πήγα στο δωμάτιό μου. Δεν είχε αλλάξει καθόλου. Θυμάμαι είχα υποσχεθεί στη Σοφία πως κάθε σαββατοκύριακο θα έπαιρνα το τρένο και θα ερχόμουν να παίζουμε σε αυτό το δωμάτιο. Τι ανόητη που ήμουν;

Το κρεβάτι, χωρίς σεντόνια ήταν καλυμμένο από σκόνη. Η ντουλάπα μου ανοιχτή και άδεια. Μόνο τα παιχνίδια μου βρίσκονταν μέσα. Εσκυψα και περιεργάστηκα το περιεχόμενο του κουτιού με τις κούκλες. Επιασα στα χέρια μου την αγαπημένη μου.Ηταν μια barbie και την είχα ονομάσει Ανελίζ. Τη λάτρευα!

How To Change The Good Girl Where stories live. Discover now