κεφάλαιο 32

5.5K 532 33
                                    


Γύρισα τρομαγμένη πιστεύοντας ότι η γυναίκα του Μάθιου θα βρισκόταν εκεί, έτοιμη να αρπάξει το παιδί μου. Η σκέψη μου έτρεξε στα κατακόκκινα νύχια της, και οι τρίχες του κορμιού μου ανασηκώθηκαν. Η ανάσα μου έβγαινε πλέον με δυσκολία, και το μυαλό μου δούλευε πυρετωδώς ψάχνοντας μια έξοδο διαφυγής. Θα ήμασταν δύο εναντίον ενός και δεν θα τα έβγαζα πέρα. Πώς θα τους αντιμετώπιζα; Κι αν μου άρπαζαν τον γιό μου;

Γύρισα το κορμί μου έτοιμη για όλα, με την καρδιά μου να χτυπά σαν σφυρί στο στήθος μου, και σχεδόν ολόκληρη έτρεμα από ένταση. Μα ευτυχώς έκανα λάθος... Έκανα λάθος και ανάσανα με ανακούφιση μόλις είδα τον Μάθιου. Τα πόδια μου σταμάτησαν να τρέμουν, και βαθιά μέσα μου ήξερα ότι τώρα θα ήμουν ασφαλής. Τα μάτια μου έψαξαν για τα δικά του, μα δεν κοιτούσε εμένα. Κοιτούσε ευθεία μπροστά με το βλέμμα καρφωμένο, άγριο και σκοτεινό, στον Γουίλ.

«Τι στο διάβολο κάνεις εδώ;» τον ρώτησε επιθετικά μα η φωνή του ήμουν σίγουρη ότι έκρυβε ανησυχία. Με δύο δρασκελιές στάθηκε στο πλευρό μου και πέρασε το χέρι του χαμηλά στην μέση μου. Ήθελε να μαρκάρει την περιοχή του, ήθελε να δείξει στον Γουίλ ποιος έκανε κουμάντο!

Έμεινε στο πλάι μου, μου έριξε μια βιαστική ματιά ρωτώντας με σιγανά εάν είμαι καλά, και χωρίς να περιμένει απάντηση γύρισε την ματιά του και πάλι στον άντρα μπροστά μας, τον πρώην φίλο μου.

Τα βλέμματά τους αναμετρήθηκαν, οι ανάσες τους ήταν το μόνο που ακουγόνταν, μα κανένας τους δεν έκανε πίσω. Σαν δυο αρσενικά που πάλευαν για κυριαρχία στην περιοχή τους, σαν δύο θεριά που θα σκότωναν για να υπερισχύσει το ένα του άλλου. Και εγώ στην μέση... Εγώ εκεί ανάμεσά τους, προδομένη και από τους δύο, πεπεισμένη ότι και οι δύο ήθελαν κάτι από μένα...

Τις επίπονες σκέψεις μου τις διέκοψε η άγρια φωνή του Μάθιου.

«Σας προειδοποίησα... σας προειδοποίησα να μείνετε μακριά της».

Το μίσος που διέκρινα στα μάτια και των δυο πραγματικά με τρόμαξε... Ο Γουίλ τον κοίταξε προσεκτικά κι έσμιξε τα μάτια μέχρι που έγιναν δύο σχιστές γραμμές . «Εσύ κατέστρεψες τα πάντα... εσύ τα χάλασες όλα!». Το πρόσωπό του είχε γίνει κόκκινο και τα χαρακτηριστικά του είχαν σχεδόν αλλοιωθεί από τον θυμό... το μίσος...

«Σε προειδοποίησα... και εσένα και εκείνη... μείνετε μακριά της, μείνετε μακριά μας!» η φωνή του Μάθιου άλλαξε, έγινε πιο βραχνή, πιο σκληρή... Το χέρι του δεν έφυγε λεπτό από την βάση της μέσης μου και πραγματικά με έκανε να νιώθω ασφάλεια. Δεν ξέρω από πού πήγαζε αυτό το συναίσθημα... Μάλλον είχα ανάγκη να βασιστώ κάπου, να βρω έναν άνθρωπο να μπορώ να εμπιστευτώ, να στηριχτώ , να με κρατήσει από το χέρι και να με οδηγήσει μπροστά. Και αυτός ο άνθρωπος τύχαινε να είναι ο πατέρας του παιδιού μου, ο άντρας που αγάπησα όσο τίποτα, και ο ίδιος άντρας που με πρόδωσε...που με ισοπέδωσε... Μπορούσα να τον εμπιστευτώ; Μπορούσα να ακουμπήσω στον ώμο του και να κλείσω τα μάτια ήσυχη; Μπορούσα να του αφήσω το παιδί μας και προσποιηθώ ότι δεν συνέβη τίποτα; Όχι δεν μπορούσα... Ήμουν σίγουρη ότι υπήρχαν κρυμμένα μυστικά, υπήρχε παρασκήνιο, υπήρχε σχέδιο και φυσικά υπήρχε μια σύζυγος...

Και μέσα σε όλα αυτά το μοναδικό θύμα ήμουν εγώ και το παιδί μου. Εκμεταλλεύτηκαν την αφέλειά μου, εκμεταλλεύτηκαν την εμπιστοσύνη που τους έδειξα, έπεσα στην παγίδα τους, βούτηξα στο κενό, στον λάκκο που οι ίδιοι έσκαψαν για να μπω.

Ξαφνικά αισθάνθηκα μια δυσφορία. Το κεφάλι μου σφυροκοπούσε λες και είχα φτάσει στα όριά μου. Πόσα ακόμα μπορούσα να αντιμετωπίσω; Οι ορμόνες μου χόρευαν, μου έπαιζαν άσχημο παιχνίδι, και η παρουσία και των δυο τους δεν με βοηθούσε, δεν με έκανε να νιώθω καθόλου καλά. Έκανα επιτόπου μεταβολή, και κρατώντας γερά το παιδί στην αγκαλιά μου άρχισα να απομακρύνομαι με βήμα γοργό. Δεν ήθελα να συμμετέχω, δεν ήθελα να με ανακατεύουν, δεν ήθελα να τους βλέπω! Μου έκανε κακό η παρουσία τους, με εξαντλούσε, μου ρουφούσαν τον αέρα που ανέπνεα!

Δεν πρόλαβα να απομακρυνθώ, γρήγορα βρέθηκε δίπλα μου ο Μάθιου και πέρασε ξανά το χέρι του χαμηλά στην μέση μου.

«Φύγε» μουρμούρισα μέσα από τα σφιγμένα μου χείλη μα η απάντησή του με έκανε έξω φρενών. «Σου είχα πει να μην βγεις από το διαμέρισμά σου, στο είχα πει Έλλη!».

Δεν σταμάτησα ούτε λεπτό, ένιωθα ότι τα πόδια μου σύντομα θα με πρόδιδαν και έτρεμα να γίνει αυτό καθώς κρατούσα το παιδί μου. Κρύος ιδρώτας άρχισε να κυλάει στο μέτωπό μου, η καρδιά μου ένιωθα πως έχανε χτύπους, και με όση δύναμη είχα έσφιξα πάνω μου το μωρό.

«Έλλη! Έλλη!» το όνομά μου το άκουγα από μακριά, η λαβή του χεριού του έγινε πιο σφικτή γύρω από την μέση μου, μα και πάλι δεν σταμάτησα. Λιποθυμούσα... ναι έχανα τις αισθήσεις μου και τρόμος φώλιασε μέσα μου.

«Το παιδί μου! Το παιδί μου!» ήταν τα τελευταία λόγια που θυμάμαι να λέω πριν βυθιστώ στο σκοτάδι. 


 "There, there's no way to freedom..

There, there's no way for you and I..You and me baby were born on the dark sideAnd our love for a long hard ride..And our love for a long hard ride..  "

Το λάθοςWhere stories live. Discover now