Κεφάλαιο 1

406 15 2
                                    

Είναι σκοτεινά. Προχωράω εδώ και ώρες σ' αυτό τον σκοτεινό δρόμο και δεν βρίσκω καμία διέξοδο. Πώς γίνεται να είμαι μόνη μου; Οι φίλες μου ποτέ δεν μ' αφήνουν μόνη, με προσέχουν. Έχει δημιουργηθεί ένας διάδρομος από δέντρα στο σκοτεινό σοκάκι κι εγώ συνεχίζω να περπατάω. Ξαφνικά ακούγεται ένας θόρυβος, σαν βουητό. Αρχίζει και δυναμώνει. Το βουητό αντικαθιστάται από έντονους ψιθύρους. Τρομοκρατημένη, τα βήματά μου γίνονται όλο και πιο γρήγορα. Τρέχω να σωθώ, μα δεν βλέπω πουθενά φως σε αυτό το σκοτάδι. Η φωνή αρχίζει να γίνεται πιο καθαρή, πιο οικεία.

«Ξύπνα! Αμέλια ξύπνα, έχεις επισκέψεις.» η γλυκιά -πριν λίγο τρομακτική- φωνή της μητέρας μου ακούστηκε σαν κελάηδισμα στ' αυτιά μου.

Ήταν απλά ένα όνειρο. Ένα όνειρο που συμβαδίζει με την πραγματικότητά μου. Πάντα τρέχω, σχεδόν ποτέ δεν ξεκουράζομαι. Αν και μόλις 17 χρονών έχω μια πολυάσχολη ζωή. Ίσως φταίει που θέλω να είμαι σε όλα τέλεια: στο σχολείο, στις εξωσχολικές μου δραστηριότητες, στο blog μου. Με όλα αυτά πότε να προλάβω να δω το φως της ξεκούρασης;

Κατευθύνθηκα στο μπάνιο, αν και δεν ήθελα ν' αποχωριστώ το γλυκό μου κρεβάτι από τις οχτώ το πρωί του Σαββάτου. Το χλωμό μου πρόσωπο αντικρίζει τον καθρέφτη ώστε να μαζέψω τα καστανόξανθα μαλλιά μου σε μια ψηλή αλογοουρά. Τονίζει τα μάτια σου. Έτσι μου λέει η Λυδία, μια από τις δύο καλύτερές μου φίλες. Είμαστε αχώριστες, δεν χωρίζουμε ποτέ.

Κατεβαίνω τις σκάλες και βλέπω τις δύο μου φίλες, Άννα και Λυδία, να κάθονται στον καναπέ με τις φόρμες τους και να μιλάνε με την μητέρα μου. Είχαν μια αίσθηση ανησυχίας στο βλέμμα τους. Είμαι σίγουρη ότι μιλούσαν για μένα. Εδώ και λίγους μήνες, αυτό το βλέμμα εμφανίζεται στα πρόσωπά τους μόνο όταν μιλάνε για μένα. Πιστεύουν ότι είμαι στα πρόθυρα κατάθλιψης, πράγμα που δεν ισχύει. Μπορεί να μη βγαίνω τόσο συχνά όσο συνήθιζα, ή να μη μιλάω πού, αλλά αυτό δεν σημαίνει κάτι. Απλά, έχω βαρεθεί κάποια από τα πράγματα που έκανα ένα χρόνο πριν. Άλλαξα. Μόλις γίνεται αισθητή η παρουσία μου, το χαμόγελο επανέρχεται στα πρόσωπά τους.

«επιτέλους εμφανίστηκες! Λίγο ακόμα κλειδωμένη εκεί πάνω και θα ξεχνούσαμε το πρόσωπό σου!» είπε ειρωνικά η Λυδία. Πίσω από το χαμόγελό της κρύβεται μια ανησυχία, που δεν χρειάζεται, είμαι καλά.

«πάω και στη βιβλιοθήκη ξέρεις.»

«μεγάλη διαφορά. Τα βιβλία σε βλέπουν περισσότερο από εμάς! Ήθελα να 'ξερα, τόσο ωραία αγόρια έχει στη βιβλιοθήκη ή απλά δεν μου έχεις μοιάσει ούτε στο ελάχιστο;» ο αυθορμητισμός κα τα λόγια που επιλέγει να χρησιμοποιήσει η Άννα με εκπλήσσουν κάθε φορά. Ακόμα και στις οχτώ το πρωί το μυαλό της είναι στ' αγόρια. Ποτέ δεν μπόρεσα να το καταλάβω και ούτε πρόκειται. Το θέμα «αγόρια» δεν είναι αυτό που με απασχολεί αυτό το διάστημα. Μπορεί παλιά, αλλά όχι τώρα. Έχω βάλει μυαλό. Προς το παρόν η καρδιά μου είναι δοσμένη στις δυο μου φίλες και στα βιβλία.

Κάτι Σύνθετα ΑπλόWhere stories live. Discover now