Κεφάλαιο 3

160 10 1
                                    

Τα πόδια μου πονάνε. Είναι λογικό μετά από τόσην ώρα περπάτημα. Δεν έχει σημασία πόσο κουράστηκα, μόλις είδα το σπίτι μου έτρεξα γρήγορα στην εξώπορτα. Η αίσθηση ότι βρίσκομαι σ' ένα οικείο μέρος, δεν συγκρίνεται με τίποτε' άλλο. Όταν με πήρε τηλέφωνο η μητέρα μου, ήμουν τρομαγμένη, χαμένη, αλλά και μαγεμένη από την εικόνα του αγνώστου νέου. Όσο κι αν ήθελα να γυρίσω σπίτι, η ανάγκη να κοιτώ αυτόν τον άγνωστο ήταν απεριόριστη. Αχ, αυτό το βλέμμα. Τέλος πάντων, σημασία έχει που γύρισα σώα και αβλαβής.

Χτύπησα το κουδούνι και η μητέρα μου άνοιξε την πόρτα. Φαίνεται ανήσυχη, με κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω και όταν σιγουρεύεται πως είμαι καλά, με σφίγγει στην αγκαλιά της.

“Δόξα τω Θεό, είσαι καλά! Ανησύχησα! Λείπεις τόσην ώρα, φοβήθηκα μήπως έχασες πάλι τον δρόμο, μήπως έπαθες κάτι.”

“Μαμά, είμαι μια χαρά. Ξέρω πως να προσέχω τον εαυτό μου, δεν είμαι μικρό παιδί.” απλά χάθηκα διαβάζοντας ένα απόκομμα βιβλίου, κυκλοφόρησα μόνη μου σε απόμακρους και κακοφημισμένους δρόμους και μάλλον ερωτεύτηκα έναν τύπο που ήθελε να με ληστέψει.

“Φτάνει που είσαι καλά.” είπε και μ' άφησε απ' την αγκαλιά της.

Ανέβηκα τρέχοντας στο δωμάτιό μου κι έστειλα μήνυμα στα κορίτσια “ΕΛΑΤΕ ΓΡΗΓΟΡΑ ΣΠΙΤΙ. ΕΧΩ ΝΕΑ!!” Πρώτη φορά μετά από τόσο καιρό, έχω την ανάγκη να μιλήσω για κάτι προσωπικό. Έχει περάσει σχεδόν ένας χρόνος από τότε που σταμάτησα να ασχολούμαι με τον έξω κόσμο. Σχεδόν ένας χρόνος από τότε... Σήμερα κάτι άλλαξε. Δεν ξέρω τι, ούτε γιατί, αλλά σήμερα θέλω να μιλήσω.

Δεν πέρασε ούτε μισή ώρα και οι αγαπημένες μου φίλες ήταν στο δωμάτιό μου. Ξαφνιάστηκαν από το μήνυμα. Λογικό το βρίσκω. Τόσο καιρό στην απομόνωση, για το μόνο που μιλούσα ήταν τα νέα στα βιβλία μου. Η Άννα έχει ξαπλώσει στο κρεβάτι, αφού στο σπίτι της κοιμόταν, κι έχει αφήσει ένα μικρό χώρο στα πόδια της για να κάτσει η Λυδία. Εγώ παίρνω θέση στην καρέκλα του γραφείου μου, απέναντί τους, έτοιμη να πω τι μου συνέβη.

“Λοιπόν, τι είναι το τόσο σημαντικό που έγινε στο βιβλίο σου και μας φώναξες εδώ στις δέκα το βράδυ;” είπε η Άννα, παίζοντας με το κινητό της. Δυστυχώς η Άννα ποτέ δεν κατάλαβε τη σχέση μου με τα βιβλία. Ειδικά με το συγκεκριμένο. Η ιδέα ότι οι περισσότεροι άγγελοι είναι διεφθαρμένοι και ότι οι έκπτωτοι καταλαμβάνουν ανθρώπινα σώματα της είναι το λιγότερο τρομακτική και αποκρουστική.

Κάτι Σύνθετα ΑπλόWhere stories live. Discover now