οκτώ • Τζάρεντ

156 29 11
                                    

Ανασηκώνω ελάχιστα το σώμα μου και τεντώνω το χέρι μου για να φτάσω το κινητό, το οποίο βρισκόταν στο πάτωμα για έναν άγνωστο λόγο.

«Θα έρθεις από εδώ για καμία μπύρα;»

«Θα βγω έξω.» αλλάζω το βλέμμα μου.

«Έλα ρε δεν σε έχουμε δει καθόλου. Πριν κάτι μέρες ήρθες και μόνο από το τηλέφωνο μιλάμε.» Αναστενάζω.

«Σπίτι σου;» λυγίζω το δεξί μου χέρι και το ακουμπάω στο μέτωπο.

«Ναι φέρε καμία μπύρα.»

«Σε δέκα θα είμαι εκεί.» τερματίζω τη κλήση και παρατάω το κινητό μου στο κρεβάτι.

Ο Κρίστοφερ ο πιο παλιός, καλός μου φίλος. Γνωριζόμαστε από πολύ μικροί. Οι οικογένειες μας ήταν πολύ κοντά. Ίσως η μοναδική παρέα που μου έχει απομείνει χρόνια.
Ο μοναδικός που με βοήθησε σε τόσες μαλακίες που είχα μπλέξει.
Μου έλειψε ο μαλάκας.
Είμαι εδώ μέρες τώρα αλλά δεν έχω δει κανέναν τους.
Το μόνο που θέλω είναι να μην μου ανακαλούν το παρελθόν. Αυτό με βγάζει εκτός εαυτού.

Βγάζω τη μαύρη, κοντομάνικη μπλούζα μου και βάζω ένα μαύρο φούτερ με μια επίσης, μαύρη φόρμα. Η ντουλάπα μου είναι κυριολεκτικά οι πενήντα αποχρώσεις του μαύρου. Παίρνω τα κλειδιά της μηχανής μου και βάζω τη κουκούλα καλύπτοντας τα αχτένιστα μαλλιά μου.

Μόλις ανοίξω τη μαύρη πόρτα του δωματίου μου, ακριβώς μπροστά μου, παρατηρώ μια κοπέλα με μαύρα, κυματιστά και μακριά μαλλιά. Την κοιτάζω περίεργος ενώ εκείνη είχε καρφώσει το βλέμμα της ευθεία, μπροστά της για κάποιο λόγο.

Κοντά της βρισκόταν μια μαύρη βαλίτσα όπου είχε ακουμπισμένο το δεξί της χέρι.
Μπορούσα να διακρίνω το σφίξιμο του χεριού της πάνω στη λαβή της βαλίτσας της. Φαινόταν τόσο αφηρημένη σε αυτό που παρακολουθούσε.

Δευτερόλεπτα αργότερα, γυρνάει το κεφάλι της προς τα δεξιά όπου βρισκόμουν εγώ, συνεχίζοντας να την κοιτάζω περίεργος κρατώντας με το ένα μου χέρι τη πόρτα. Με καρφώνει με τα γαλάζια, μεγάλα της μάτια ξαφνιασμένη, γουρλώνοντας τα. Με κοίταζε τόσο σοκαρισμένη λες και έβλεπε πρώτη φορά στη ζωή της αρσενικό. Φαινόταν κάτι να την προβληματίζει.
Είμαι σίγουρος ότι την περνάω μερικά χρονάκια. Το πρόσωπο της φαινόταν τόσο αγγελικό που έμοιαζε μικρή.

Παρατηρώ το ένα της μακρύ και λεπτό πόδι να το βάζει μπροστά, κάνοντας ένα αβέβαιο βήμα σέρνοντας με δυσκολία τη βαλίτσα της, κοντά της. Συνεχίζω να την κοιτάζω αμίλητος. Προσπαθούσα να καταλάβω ποιο είναι το πρόβλημα της κοιτώντας με, με μεγάλη ανησυχία και με μια αμηχανία ταυτόχρονα. Είμαι σίγουρος ότι δεν ξέρει πως ακριβώς να αντιδράσει.

The Wrong ChoiceDonde viven las historias. Descúbrelo ahora