Κεφάλαιο Δώδεκα

112 33 39
                                    

Μετά από εκείνη τη μέρα σταματάει να γράφει τόσο συχνά. Όταν μάλιστα φεύγει για διακοπές με τον Τζέισον και τους γονείς του, δεν γράφει τίποτα για έναν ολόκληρο μήνα. Ακόμα και όταν επιστρέφει το μόνο που γράφει είναι λίγα πράγματα για τις διακοπές του και τα μέρη που επισκέφτηκε και αυτό είναι όλο.

Το αστείο -ή λυπηρό, δεν ξέρω- κομμάτι, είναι ότι το όνομά μου συνεχίζει να εμφανίζεται από εδώ και από εκεί αρκετές φορές μέσα στις σελίδες. Δεν σταμάτησε να με σκέφτεται καθόλου κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, και αυτό είναι που κάνει την καρδούλα μου να πονάει. Δεν υπήρξε μέρα που να μην πέρασε και εκείνος από το μυαλό μου, αλλά κανένας από τους δύο μας δεν είχε τη δύναμη να στείλει ένα μήνυμα: εκείνος επειδή νόμιζε ότι δεν ήθελα να ακούσω τίποτα και εγώ επειδή νόμιζα ότι το να προσπαθούσα και πάλι θα ήταν αξιολύπητα απελπισμένο.

Όσο για τα τηλέφωνα που με πήρε εκείνη τη μέρα, μάλλον πρέπει να εξηγηθώ. Έκλεισα εντελώς το κινητό μου όταν γύρισα σπίτι γιατί ήθελα να είμαι πραγματικά μόνη μου για λίγο, πριν χρειαστεί να αντιμετωπίσω ξανά τον κόσμο. Όταν το άνοιξα ξανά, το ίδιο βράδυ, βρήκα δώδεκα αναπάντητες από τον Κέιντεν, αλλά δεν είχα την δύναμη να τον καλέσω εγώ. Για να είμαι ειλικρινής δεν είχα και πολλή όρεξη να ακούσω τι ήθελε να πει αλλά βαθιά μέσα μου έλπιζα να τηλεφωνούσε ξανά.

Πράγμα το οποίο δεν έκανε, για κάποιο λόγο.

Πράγμα το οποίο δεν έκανε για το υπόλοιπο καλοκαίρι, για να είμαστε ακριβείς.

Πράγμα το οποίο δεν έκανα ούτε εγώ.

Αμέσως μετά διαβάζω πως, όταν γύρισε σπίτι, άρχισε να ξαναβγαίνει με όλους μας τους φίλους, αλλά όχι με εμένα. Σχεδόν όλοι ήξεραν τι είχε συμβεί (εγώ η ίδια το είπα σε μερικούς και ήταν θέμα χρόνου μέχρι να το μάθουν όλοι, φυσικά) αλλά κανείς δεν είπε κουβέντα για αυτό. Δε νομίζω ότι είναι και ο καλύτερος τρόπος, πάντως, για να αρχίσεις μία συζήτηση. Σαν να ξεκινούσε κάποιος λέγοντας, «Γεια, Κέιντεν! Έμαθα ότι η Φλώρα σου μίλησε για τα συναισθήματά της απέναντί σου και εσύ την απέρριψες με έναν εντελώς γελοίο τρόπο. Είναι τόσο κρίμα και για τους δύο σας, δεν βρίσκεις; Μπορείς όμως να μου εξηγήσεις αυτή τη μικρή λεπτομέρεια που δεν κατάλαβα;».

Όχι.

Όχι.

Χίλιες φορές όχι.

Και μετά είναι και εκείνη η σελίδα με τη σημερινή ημερομηνία γραμμένη στα γρήγορα στο πάνω μέρος της και μόνο μερικές γραμμές από κάτω.

26 Αυγούστου 2016

Ο μπαμπάς είχε ένα ατύχημα με το αυτοκίνητο.

Πρέπει να πάω στο νοσοκομείο.

Θεέ μου.

Και μετά ξέρω ότι με είδε ξανά γιατί, χμ, ήμουν και εγώ εκεί. Θα σκότωνα για να μάθω τις σκέψεις του για σήμερα αλλά α) αυτό δε γίνεται και β) πήρα ήδη την Κέιντεν-δόση μου για σήμερα, έχει περίπου δύο ώρες που κάνω φύλλο και φτερό τις απόλυτα προσωπικές του σκέψεις και θέλω να μάθω και άλλα;

Έλεος, Φλώρα. Έλεος.

Ξαφνικά με πιάνει μία απίστευτη ενοχή για ό,τι έχω κάνει. Φίλοι ή όχι-φίλοι, αυτό το σημειωματάριο ήταν κάτι άκρως προσωπικό. Δεν είχα κανένα απολύτως δικαίωμα να το διαβάσω. Δεν μπορώ, από την άλλη, να μη νιώσω έστω και λίγο -λίιιιιιγο- ενθουσιασμένη. Εκείνη τη μέρα δεν αντέδρασε έτσι επειδή δε θα μπορούσε να με δει ως κοπέλα του ακόμα και αν τον ανάγκαζαν.

Απλώς φοβόταν.

Το να ξαναγίνουμε φίλοι όμως, λοιπόν, αυτό είναι άλλο θέμα. Μπορώ να προσπαθήσω από την αρχή ξανά, αλήθεια μπορώ, αλλά θα τα καταφέρουμε μετά από όλα όσα περάσαμε; Θα είναι δύσκολο, σίγουρα. Πόσο μάλλον το ότι θα χρειαστεί αρκετός καιρός μέχρι να ξεπεράσουμε ένα επίπεδο αμηχανίας που το εγγυώμαι ότι θα υπάρξει. Το να ακούς την καλύτερή σου φίλη να ξεφουρνίζει ότι είναι ερωτευμένη μαζί σου, το να μην ξέρεις πώς να αντιδράσεις, ύστερα να συμφιλιώνεσαι με την ιδέα ότι δεν έχεις ελπίδα να της ξαναμιλήσεις και να προσπαθείς να την ξεχάσεις δεν είναι κάτι που αντιμετωπίζεις κάθε μέρα.

Μία τρελή ιδέα με χτυπάει τόσο απότομα που σχεδόν με ρίχνει κάτω. Στην αρχή λέω στον εαυτό μου πώς είναι παραπάνω από παρακινδυνευμένο και ότι ο Κέιντεν θα με σκοτώσει μόλις το καταλάβει, γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να μην το καταλάβει. Παρ' όλα αυτά, αφού το σκέφτομαι λίγο, αποφασίζω ότι δεν είναι και τόσο άσχημη ιδέα. Είναι η καλύτερη ευκαιρία που έχω για να δείξω στον Κέιντεν ότι ακόμα νοιάζομαι για εκείνον και ότι τελικά δεν πειράζει, γιατί είμαστε δύο μικροί περίεργοι άνθρωποι που κάνουν μικρά περίεργα πράγματα ο ένας για τον άλλον.

Χωρίς δεύτερη σκέψη παίρνω ένα στυλό από την κασετίνα του και αρχίζω να γράφω.

Διαβάζοντας ΕσέναWhere stories live. Discover now