♧♧♧
Το χέρι του Μπράμς ακουμπάει το ελάχιστα ιδρωμένο του μέτωπο, μένοντας να παρατηρεί το αυτοκίνητο που βρίσκεται ακριβώς απέναντί του. Τα φρύδια του παραμένουν ζαρωμένα, μην μπορώντας να δώσει απάντηση στην ερώτηση που έκανε προηγουμένως στον εαυτό του. Αφήνει μια ανάσα κουνώντας το κεφάλι του, και προσπαθεί να ετοιμαστεί ψυχολογικά για την καινούργια έκπληξη που του επιφυλάσσει η σημερινή μέρα.
Όσο για το νεαρό ζευγάρι, είναι σίγουρα χαρούμενο για την κατάληξη που είχε ο προορισμός τους. Ο Άλντεν παρκάρει προσεκτικά και προσπαθεί να επικεντρώσει το βλέμμα του στο καινούργιο τους σπίτι, μην μπορώντας να κρύψει το έντονο χαμόγελο που ήδη υπάρχει στα χείλη του. Γυρίζει το κεφάλι του στο πλάι για να χαζέψει για λίγο την κοπέλα του, όσο αφαιρεί από την μηχανή τα κλειδιά, και αφήνει μια ανάσα χωρίς να μπορεί να αντισταθεί στην ομορφιά της. Σκέφτεται, πόσο γαλήνια είναι όταν κοιμάται..
«Μωρό μου; Φτάσαμε.. » ψιθυρίζει ενώ σκύβει για να της αφήσει ένα απαλό φιλί στο μέτωπο, κι εκείνη τεντώνει ελάχιστα το σώμα της από το κάθισμα. Σηκώνει αργά τα βλέφαρα της, για να αντικρίσει τον Άλντεν ακριβώς μπροστά της. Χαμογελάει αχνά, και μόλις συνειδητοποιεί τί της είπε, ανοίγει ελαφρώς τα χείλη της έκπληκτη.
«Φτάσαμε! Ω, Θεέ μου.. » μουρμουράει ενθουσιασμένη την στιγμή που πλέον την προσοχή της έχει τραβήξει το.. παλάτι, που υπάρχει ακριβώς μπροστά τους. Και που πλέον είναι δικό τους.
«Θεέ μου, Θεέ μου, Θεέ μου.» μονολογεί όσο ανοίγει με γρήγορες κινήσεις την πόρτα και βγαίνει αμέσως από το αυτοκίνητο, μια κίνηση που κάνει τον Άλντεν να αφήσει ένα μικρό γέλιο να ξεφύγει από τα χείλη του. Τα γλείφει αργά με την άκρη της γλώσσας του, διατηρώντας το χαμόγελό του και αντιγράφει τις κινήσεις της, βγαίνοντας κι εκείνος έξω από το αμάξι.
Οι φωνές ενθουσιασμού της σίγουρα στολίζουν όλο το χωριό σχεδόν, κάτι που κάνει τον Μπράμς να μορφάσει όσο την παρατηρεί από μακριά. Είναι τόσο περίεργο, υπό άλλες συνθήκες θα έτρεχε πίσω στο σπίτι του, στο καβούκι του. Θα άφηνε τον κήπο του και θα γυρνούσε στο δωμάτιό του, μόνος, στην απομόνωση του. Χωρίς να δώσει βάση για την ύπαρξη ζωής των υπολοίπων, σκεπτόμενος μονάχα το επόμενο σχέδιό του.
Κι όμως. Είναι ανήμπορος να κάνει το παραμικρό βήμα, κι απλά μένει εκεί. Να κοιτάει προσεκτικά, με κάθε λεπτομέρεια, μία την κοπέλα και μία το αγόρι. Να παρατηρεί εξεταστικά κάθε χαρακτηριστικό αυτού του ζευγαριού, να σφίγγει τις γωνιές του προσώπου του, σχεδόν εκνευρισμένος από την υπερβολική δόση ευτυχίας που απλώνεται στα χαμόγελα τους. Μα, αν το σκεφτούμε πιό λογικά, πόσο συχνό είναι το φαινόμενο αυτό; Να υπάρχουν όντως γείτονες, και να βρίσκονται ακριβώς απέναντί του;
YOU ARE READING
The Boy
Fanfiction❝Μία τελευταία επιθυμία;❞ η ειρωνική και αρρωστημένη χροιά της φωνής του Μπράμς, χτυπάει σαν σειρήνα στα αφτιά του Άλντεν. Μόνο που οι αισθήσεις του είναι πλέον πιό έντονες, πιό ζωντανές. Έτσι αισθάνεται κάθε άνθρωπος, όταν πλησιάζει τον θάνατο, λέ...