Κύριος Στασινός
"Αχ τι ωραίο όνειρο βλέπω..η Μαρία είναι ντυμένη νεραιδούλα και φοράει φτερά..μου πετάει χρυσόσκονη και μου γελά τρυφερά..σκύβει και με φιλά στο λαιμό..στα χείλη..αχ ναι φίλα με και άλλο στα χείλη..οχ..το χεράκι της γλιστρά κάτω απο το σκέπασμα μου..με χαιδεύει τόσο τρυφερά πάνω απο το εσώρουχο μου..αχ πάρτον στα χεράκια σου νεραιδούλα μου.."
Αναδεύομαι στα σεντόνια μου..μισανοίγω τα μάτια μου και βλέπω το χεράκι της Μαρίας να με χαιδολογά τόσο τρυφερά στο τρισμέγιστο πουλ..
ΚΑΛΕ
ΜΕ ΧΟΥΦΤΩΝΕΙ ΣΤ' ΑΛΗΘΕΙΑ
"Μαρία παιδί μου τι κάνεις?" λέω και ανακάθομαι σοκαρισμένος τραβώντας ως απάνω στο πηγούνι μου το σεντονάκι μου.
"Τι ..τι κάνω κύριε Στασινέ? Παραμιλούσατε ..και σας κουνούσα να ξυπνήσετε.." μου λέει αναστατωμένη και κοιτάω το γλυκό προσωπάκι της..
Πραγματικά πολύ ζωντανό όνειρο..λες και την έβλεπα μπροστά μου να μου τον μπαλαμουτιάζει..αλλά τι ανοησίες λέω..για την Μαρία μιλάμε..
την κοιτάω και της χαμογελώ κι εγώ γλυκά
"Παραμιλούσα? τι έλεγα?"
"Μμμ..πάρτον στα χεράκια σου?" μου λέει και κοκκινίζει.
Αχ είναι τόσο ντροπαλή, τόσο συνεσταλμένη, τόσο όμορφη, αγνή, αθώα..πόσο..πόσο θέλω να την πηδήξω δεν λέγεται..εν τω μεταξύ χάλια νιώθω..
"Χάλια φαίνεστε..θα βοηθούσε ένα κρύο ντουζάκι..θέλετε να σας βοηθήσω?"
Ξαναφέρνω ως απάνω το σεντόνι στο πηγούνι μου και την κοιτώ με απορία..
"Θα με πλύνεις?" της λέω διστακτικά..ρε ακόμη ή δεν ξύπνησα και βλέπω όνειρο ..ή έχω πολύ πυρετό...αμάν αμάν..πεθαίνω παιδιά..
"Αχ κύριε Στασινέ..και άρρωστος που είστε έχετε διάθεση να μου κάνετε αστεία.."
Ξεροκαταπίνω. Σα δεν ντρέπομαι. Το κορίτσι είναι αθώο.
Αν και τα ματάκια της τα βγάζει με τον αληταρά..
Ρε ..εγώ πολύ μπερδεμένος νιώθω..και ..δεν ξέρω..κάτι δεν μου κολλάει..
Ανοίγω το στόμα μου και το ξανακλείνω.
Κάποιος χτυπά επίμονα με μπουνιές την πόρτα της εισόδου.
Γουρλώνω τα μάτια απο έκπληξη και παρατηρώ την Μαρία δίπλα μου ατάραχη.
"Ποιός είναι?" λέω με έκπληξη και πάω να σηκωθώ.