Sleepacholic

22 4 0
                                    

Επί μια εβδομάδα τον έβλεπα κάθε βράδυ στον ύπνο μου. Τον έβλεπα να μπαίνει από το παράθυρο, να ψιθυρίζει το όνομα μου, να μου λέει πως με αγαπά. Τον έβλεπα να με αγκαλιάζει, να με φιλά. Μας έβλεπα μαζί να παίζουμε στην παραλία, όπως όταν είμασταν παιδιά,να του μιλάω για βιβλία, να βλέπουμε ταινίες. Ονειρευόμουν τα μάτια του, τη μυρωδιά του, τη ζεστασιά του.
Κοιμόμουν συνέχεια. Είχα εθιστεί στα όνειρα και ενώ ήξερα πως ήταν ανθυγιεινό και βλαβερό, δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Δεν μπορούσα να ξυπνήσω.
Μέρα με τη μέρα η θλίψη με κατάπινε, με συρρίκνωνε και με έκανε μια μικρή αδύναμη μπαλίτσα πόνου. Ή θα πάλευα ή θα πέθαινα προσπαθώντας. Για μια ακόμα ήμουν αντιμέτωπη με το άδυτο του εαυτού μου. Και πλέον δεν ήμουν τόσο δυνατή.
Οπότε κοιμόμουν. Συνέχεια. Σε κάθε ευκαιρία. Πήγαινα στο σχολείο, γυρνούσα, έτρωγα μια φέτα ψωμί-το μόνο που άντεχε το στομάχι μου- πέταγα τα βιβλία της επόμενης μέρας στην τσάντα και έπεφτα για ύπνο.
Τα όνειρα που έβλεπα ήταν τόσο αληθοφανή! Και ήταν το μόνο μέρος στο οποίο τον είχα και το μόνο μέρος μέσα στο οποίο δεν χρειαζόταν να σκέφτομαι. Κάθε σκέψη ήταν ένα βήμα πιο κοντά στον θάνατο. Είχα πέσει ξανά στην κατάθλιψη τόσο αστραπιαία που με τρόμαζε... Και τα όνειρα με τον Γουιλ ήταν το μοναδικό πράγμα το οποίο με κρατούσε ζωντανή.
Το πρωί της βραδιάς του χορού είχα πάρει την απόφαση ότι δεν θα πήγαινα. Δεν είχα κουράγιο και δεν έβρισκα κάποιο λόγο για να πάω.
Η Μάντι εισέβαλε στο δωμάτιο μου. "Ξύπνα" είπε αγριεμένη. "Γαμώ το κέρατο μου, Σκάρλετ ΣΉΚΩ!" φώναξε. Άνοιξα αργά τα μάτια μου και την κοίταξα ικετευτικά. "Μη μου το κάνεις αυτό." ψιθύρισα. "Σήκω Σκάρλετ" είπε μια άλλη φωνή. Ο Σαμ.
Με σήκωσαν με το ζόρι, με έσυραν στο μπάνιο και ύστερα με άφησαν να ντυθώ. Πήγα τρεκλίζοντας στην ντουλάπα και ανοίγοντας το φύλλο της βρέθηκα να κοιτάζω το είδωλο μου στον ολόσωμη καθρέφτη.
Τα μάτια μου ήταν κατακόκκινα και πρησμένα. Το δέρμα μου κατάχλωμο. Τα κόκαλα μου προεξείχαν έντονα στους ώμους και τα γόνατα μου. Έμοιαζα τόσο εύθραυστη.
Φόρεσα ζεστά ρούχα και κατέβηκα τις σκάλες. Ο Σαμ και η Μάντι ήταν καθισμένοι στον καναπέ. Από τη στιγμή στάση τους κατάλαβα τι θα ακολουθούσε.
Μόλις με είδαν,με έβαλαν να καθίσω απέναντι τους και με κοίταζαν αυστηρά. Ένιωθα σαν τον Γιάννη Αγιάννη, κατάδικος αντιμέτωπος με την ποινή του.
"Σκάρλετ, ξέρεις πόσο σε αγαπάμε." είπε η Μάντι με μαμαδίστικο ύφος και της έγνεψα θετικά. " Για αυτό σήμερα θα πάμε στον χορό." Πήγα να διαμαρτυρηθώ όμως με διέκοψε. "Δε σηκώνω κουβέντα. Μετά το σχολείο θα πάμε κομμωτήριο και ύστερα θα γυρίσουμε, θα ετοιμαστούμε και στις οκτώ θα έρθουν οι δύο υπέροχοι συνοδοί μας. " είπε και χαμογέλασε στον Σαμ. "Μα εγώ δεν έχω σύνοδο" Ήταν μια γελοία παρατήρηση. Φυσικά και δεν είχα σύνοδο. Ο μοναδικός άνθρωπος που θα ήθελα να με συνοδεύσει στο χορό βρισκόταν μίλια μακριά και με επισκεπτόταν κάθε βράδυ στον ύπνο μου.
"Έχεις. Μου είπε ο Γκάρισον να στο προτείνω και του απάντησα απευθείας." για άλλη μια φορά η απόπειρα να διαμαρτυρηθώ πήγε στράφι.
Την υπόλοιπη μέρα στο σχολείο, ο Σαμ και η Μάντι μου κρατούσαν συντροφιά και με έδειξαν με κάθε τρόπο ότι με αγαπούν. Ήδη ένιωθα κάπως καλύτερα. Στο μεσημεριανό μάλιστα, έφαγα ένα σάντουιτς και ένα μήλο. Το πρώτο κανονικό γεύμα ύστερα από μιάμιση εβδομάδα.
Μετά το σχόλασμα η Μάντι με έβαλε στο αυτοκίνητο και το σανίδωσε για να μην αργήσουμε. Φτάσαμε στο κομμωτήριο κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Όσο η ώρα περνούσε και ξεχνιόμουν, η διάθεση μου γινόταν όλο και καλύτερη. Μάλιστα όταν η Μάντι έβαλε το cd από το Mamma Mia, τραγούδησα λιγάκι σιγανά.
Στο κομμωτήριο, μας έλουσαν και ύστερα μας χτένισαν τα μαλλιά. Ή Μάντι επέλεξε να κάνει μια περίτεχνη πλεξούδα, ενώ τα δικά μου μαλλιά έγιναν χαλαρές μπούκλες που έπεφταν στην πλάτη μου λιτά. Ή κομμώτρια στερέωσε δυο τούφες από τα μαλλιά μου, στο πίσω μέρος και κοίταξε ευχαριστημένη το δημιούργημα της.
Φτάσαμε στο σπίτι λίγο πριν τις έξι. Προσεκτικά, για να μην καταστραφούν τα μαλλιά, κάναμε μπάνιο και ξεδιπλώσαμε τα φορέματα μας. Εκείνη την ώρα γύρισε και η θεία Ροουζ.
Ενώ εγώ χαλάρωνα στο κρεβάτι της θείας, η Μάντι και η θεία έβγαζαν προϊόντα μακιγιάζ από διάφορα νεσεσέρ που είχαν και τα στοίβαζαν πάνω στην τουαλέτα.
Όταν ήρθε η σειρά μου, στάθηκα με την πλάτη στον καθρέφτη και η θεία, αφού έκανε τα μαγικά της, με έκανε μια στροφή και με κοίταξε περήφανα.
Γύρισα το κεφάλι για να αντικρίσω το είδωλο μου και ένα μικρό χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη μου.
Προφανώς δεν με είχε βάψει πολύ,ωστόσο το κόκκινο κραγιόν που είχε ίδιο χρώμα με το φόρεμα μου,ήταν μια ιδιαίτερη νότα πάνω μου.
Το φόρεμα έπεφτε πάνω μου ακόμα στην εν τέλεια και λείανε τις γωνιές που είχαν σχηματιστεί στο σώμα μου από το απότομο αδυνάτισμα.
Σηκώθηκα και πήγα στο δωμάτιο μου για να πάρω τα παπούτσια μου. Το είδωλο μου έμοιαζε με πανίσχυρη βασίλισσα. Μου άρεσε τόσο πολύ η ιδέα αυτής της δύναμης που για ένα λεπτό ευχήθηκα να μπορούσα να κάνω τα μάτια μου να λάμψουν στο ίδιο χρώμα που είχαν το φόρεμα και τα χείλη μου.

Μια Ιστορία Αγάπης και Μίσους: ΚάρλαντWhere stories live. Discover now