Chapter one: Part 1/ ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ

106 6 0
                                    


  Δυο ώρες πριν τον αποχαιρετισμό του 2018 η Celina ήτα κλεισμένη στο δωμάτιο της, καθισμένη μπροστά από τον υπολογιστή. Πάνε δύο χρόνια τώρα από τότε που αποφοίτησε από το Πρόγραμμα Λογοτεχνίας. Δύο μέρες μετά την αποφοίτηση, , φόρεσε τη κάπα του φιλόδοξου συγγραφέα και στρώθηκε στο γράψιμο για το πρώτο της μυθιστόρημα. Δυο χρόνια και δέκα εκδοτικές απορρίψεις μετά, εργάζεται στο φούρνο της γειτονιάς αναζητώντας απελπισμένα καινούρια δουλειά. Εκείνη ευελπιστούσε να τη πάρουν σε κάποιο βιβλιοπωλείο, εκδοτικό ή έστω εφημερίδα. Όταν ακόμα και η υπεύθυνη ενός καταστήματος υπόδησης την απόρριψε λόγω ελλιπούς εμπειρίας, ήξερε ότι η πιθανότητα έκδοσης ή πρόσληψης στο τομέα της, φάνταζε κινηματογραφικό σενάριο. Δε κατάφερνε να προσληφθεί σε καμιά δουλειά, μικρή ή μεγάλη που να έχει σχέση με την ειδικότητα της. Μέχρι τη συνέντευξη τα πήγαινε καλά, στη πορεία όμως κάτι χάλαγε.

«Celina, έλα έξω, θα αλλάξει ο χρόνος σε λίγο. Τι κάνεις κλεισμένη εδώ μέσα;» είπε η μητέρα της, που στεκόταν στη πόρτα.

«Δε ξέρω. Είχα μια ελπίδα ότι ίσως φανώ τυχερή. Μαμά σε παρακαλώ, πάρε τηλέφωνο εκείνο το κύριο που ξέρεις στο περιοδικό. Μπορεί να ενδιαφέρονται. Δεν αντέχω άλλο στο φούρνο.»  απάντησε κλαψουρίζοντας.

«Ξανά από την αρχή; Είπαμε ότι η δουλειά στο φούρνο είναι προσωρινή, μέχρι να βρεις κάτι άλλο». Της απάντησε σιγανά. Ωστόσο ήτα διακριτός ένας τόνος επιβλητικότητας στη φωνή της.

«Δε μπορείς να καταλάβεις. Δε μου αρέσει εκεί. Δε περνάω καλά. Είμαι επαγγελματικά δυστυχής» προσπαθούσε να της εξηγήσει. Ήξερε όμως ότι όσες φορές και αν κάνουν αυτή τη συζήτηση, οι απόψεις τους δε συναντιούνταν πουθενά.

«Celina, σε παρακαλώ. Ας μη χαλάσουμε τη νύχτα μας. Έλα έξω και το συζητάμε άλλη φορά. Που ξέρεις; Ίσως το 2019 να είναι το τυχερό σου.»

  Το μόνο που κατάφερε προς το παρών με τον καινούριο χρόνο ήταν η διακοπή της συζήτησης με τη μητέρα της για τα επαγγελματικά. Ήξερε ότι το μόνο που προκαλούσε ήταν συγκρούσεις και τίποτα περισσότερο. Η μόνη που τη καταλάβαινε ήταν η κολλητή της η Daria. Ίσως επειδή και εκείνη επιζητούσε μια λαμπρή καριέρα στο σχέδιο μόδας ή ίσως επειδή και εκείνη εργαζόταν σε μια μπουτίκ πωλώντας ξεπεσμένα δημιουργήματα σε εξωφρενικές τιμές. Ένιωθε την απόλυτη απέχθεια της για την ανηδονία στον εργασιακό της χώρο. Ήθελαν και οι δυο περισσότερα. Ήταν και οι δύο φιλόδοξες. Άρχισαν να απεχθάνονται ακόμα και τη Νέα Υόρκη. Τη πόλη εκείνη που υποτίθεται ότι μπορείς να κάνεις τα πάντα. Εκεί όπου τα όνειρα σου παίρνουν μορφή, γίνονται πραγματικότητα. Εκείνες όμως, ήταν βυθισμένες σε μια άλλη, θλιβερή όψη εκείνης της πόλης. Εκείνη την όψη όπου οι πολλές ευκαιρίες συνεπάγονται με μεγάλο ανταγωνισμό. Με πολλές αποτυχίες και ακόμα πιο πολλές απογοητεύσεις.

Behind the scenesWhere stories live. Discover now