11

107 14 14
                                    

Δικαιούμαι να νοιώθω μοναξιά; Αναρωτήθηκε από μέσα του ο Ράλιατ. Ο προδότης, ο τιποτένιος και το μοναδικό σίχαμα ατάλ που απέμενε. Του ήταν αδύνατο να λυπηθεί όμως τον εαυτό του. Μέχρι τώρα δικαιολογούσε κάπως τις πράξεις του ή τουλάχιστον πίστευε πως θα κατάφερνε να ζήσει με αυτές. Τώρα όμως ένοιωθε μια εσωτερική σιωπή, μια μοναξιά σαν να του φώναζε μια τρομερή ενοχή που είχε κατασταλάξει και μάλλον δεν επρόκειτο να φύγει.

Κοιτούσε εδώ και μία ώρα τον Άτζα από το καταδρομικό που υποτίθεται πως θα έπαιρνε τους νικητές από τον πλανήτη. Δεν μπορούσε άλλο να κοιτά αυτό το μουντό καταθλιπτικό τοπίο αλλά οποιαδήποτε άλλη ματιά στα σκάφη της αυτοκρατορίας ή στα μέλη του πληρώματος τον εκνεύριζε. Έτσι απέμεινε να κοιτά τον μικρό στρογγυλό πλανήτη της αναμέτρησης.

Όπου να' ναι αυτή η κοροϊδία θα τελειώσει, οι στρατιώτες της αυτοκρατορίας και των Ε.Β.Α. θα ανέβουν και οι Ατάλ θα μείνουν κάτω για να συναντήσουν τον χαμό των όπλων. Έχουν περάσει δυο ώρες. Τι στο καλό συμβαίνει εκεί κάτω!

Το σήμα της έναρξης του σχεδίου είχε δοθεί. Ο χρόνος κυλούσε όμως τόσο βασανιστικά αργά...Και ο πλανήτης βρισκόταν τόσο μακριά. Δεν μπορούσε να μάθει τηλεπαθητικά από κάποιον στρατιώτη ή ατάλ τι συνέβαινε. Δεν θα ξανασυναντούσε ποτέ ατάλ και δεν θα μιλούσε ξανά με έναν. Κάθε συζήτηση που θα είχε από δω και πέρα θα ήταν με την χρήση των άκαμπτων λέξεων που περισσότερο μπέρδευαν παρά διευκόλυναν την επικοινωνία. Δεν ήθελε να μιλήσει με κανέναν άνθρωπο εκείνη τη στιγμή και δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με κανέναν ατάλ. Τι καταραμένη μοναξιά!

Η ώρα περνούσε και ο πλανήτης έξω από το άθραυστο τζάμι έστεκε ακόμη ακίνητος και αμίλητος. Πως μπορούσε κάτι τόσο ακίνητο να κινούταν σε τροχιά με τρομερές ταχύτητες; Κανένα μεταφορικό σκάφος που είχε κατέβει για να τους παραλάβει δεν είχε επιστρέψει και μια ανεξήγητη νεκρική σιγή είχε πέσει σε όλο το σκάφος. Ήταν έτοιμος να πάει για να ρωτήσει τον πλοίαρχο τι είχε συμβεί όταν ξαφνικά σταμάτησε.

Μια περίεργη αίσθηση διαπερνούσε όλο του το κορμί. Αισθανόταν άγχος κι ενθουσιασμό, σαν να επρόκειτο να κάνει κάποια σημαντική κίνηση. Δεν ήθελε όμως να κάνει τίποτα, το ήξερε. Προς τι αυτό το συναίσθημα; Τότε του πέρασε μια τρελή σκέψη από το μυαλό και ρώτησε από μέσα του με την εσωτερική φωνή του:

Ποιος είναι εδώ; Αντί για απάντηση αρχικά άκουσε ένα γέλιο ευχαρίστησης κι ύστερα ήρθαν οι λέξεις.

998 Ψυχικοί Πόλεμοι Hikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin