{σιβ}

754 79 2
                                    

Μια παράξενη ασφυξία απειλούσε τον λαιμό του .
Είχε ένα  πάρα πολύ κακό προαίσθημα κι όμως προσπαθούσε να το πνίξει πρωτού πνίγει πρώτος.
Η μάχη είχε γίνει κλεψύδρα αντοχής,κι ήταν θέμα χρόνου κάποιος να χάσει από αυτήν.
Πάλευε σαν λιοντάρι και έπαιρνε βαθιές κόφτες ανασες με την ελπίδα πως το βράδυ θα την κρατούσε και πάλι στην αγκαλιά του.
Πως θα μύριζε εκείνο το εξωτικό άρωμα της και θα φιλούσε τα δροσερά και συνάμα καυτά της χείλη.
Ήταν δική του ανάθεμα , γιατί προσπαθούσαν να του την πάρουν;
Νιώθοντας τα μάτια του να καίνε σαν λεηλαπες, κοντοσταθηκε στο κέντρο της βασιλικής αυλής και τα έκλεισε .
Όχι δεν φοβόταν ότι κάποιος θα τον σκότωνε διότι εμπιστευόταν τις εκπαιδευμένες του αισθήσεις,κάτι όμως στον άνεμο τον πονούσε, τον βασάνιζε και τον έπνιγε.
<< Κάνε να πράττω λάθος ,κανε να μην...
Δεν πρόλαβε να τελειώσει την φράση του και οι τοξότες άρχιζαν να ουρλιάζουν αναγκάζοντας τον να ανοίξει τα μάτια με ένα δάκρυ να κυλάει επί τόπου στην βάναυση εικόνα απέναντι του.
<< ΚΑΝΤΕ ΠΊΣΩ ΘΑ ΤΗΣ ΚΌΨΩ ΤΟΝ ΛΑΙΜΌ.
ένας ληστής της ερήμου,ένας φανατικός βεδουίνος κρατούσε μέσα από τα χέρια του την γυναίκα των ονείρων του ,με το αίμα της να λερώνει την κλειστή γροθιά με το γιαταγάνι στον λαιμό της.
<< Ασία;
Τα μάτια της άνοιξαν θαρρείς και τον είχαν ακούσει ,όμως ήταν ακόμη χαμένη στην μέθη του πόνου,δεν μπορούσε να αντικρίσει τίποτα πέρα από αίμα.
<< ΕΧΑΣΕΣ ΠΡΊΓΚΙΠΑ.
κι όντως είχε χάσει κάτι το οποίο δεν περίμενε ότι θα πονούσε τόσο.
Προσπαθούσε να κρύψει το γεγονός ότι ήταν θαρρείς και τον είχαν σκοτώσει,είχε όμως αποτύχει.
Ώσπου επάνω του έπεσαν δύο αντίπαλοι,τους οποίους απέκρουε σαν μεθυσμένος με τα δάκρυα του και τους λυγμούς του να ακούγονται ικετευτικοι καθώς προσπαθούσε να την πλησιάσει.
Θα την έχανε και μαζί της θα έχανε και την ευκαιρία να πετάξει.
Έτεινε το χέρι του προς τον άντρα και προσπάθησε να κρατήσει την ψυχραιμία του.
≤≤ άφησε την και θα σου δώσω ότι επιθυμείς.
<< Θέλω το κεφάλι της.
<< πάρε το δικό μου.
Τον είχε ακούσει, πάρα την μέθη του πόνου τον είχε ακούσει.
Υψώνοντας τα μάτια της κοίταξε τα δακρυσμένα δικά του και τότε κατάλαβε τα πάντα.
Δεν ήταν δύσκολο για εκείνη να το διαβάσει στα μάτια του.
<< Τζέιμς; Νυστάζω.
≤≤ όχι όχι όχι μη κλείνεις τα μάτια σου χρυσέ μου άγγελε ,μη τα αποθέσεις ακόμη ,κοίταξε με ,είμαι εγώ εδώ για εσένα ,δεν έφυγα ποτέ.
<< Νυστάζω παρά πολύ.
Κόντευε να χάσει την καρδιά του από τον πόνο ,κι όμως στεκόταν καθώς πίσω του η μάχη αυξανόταν.
<< Πάρε εμένα ,σκότωσε εμένα ,με το δικό μου κεφάλι θα αποκτήσεις όσο χρυσάφι επιθυμείς.
<< Κάνεις λάθος μεγάλε βασιλιά,ο λαός μου σε χρειάζεται στον θρόνο,θα πλουτίσω μονάχα με το δικό της κεφάλι.
Έτοιμος να της κόψει τον λαιμό με το κοφτερό του γιαταγάνι,
Δέχτηκε επίθεση από μια αόρατη απειλή η οποία από το πουθενά όρμησε σκίζοντας τον άνεμο και τον λαιμό του άντρα.
Η δυναμική τίγρης με τα δολοφονικά κίτρινα μάτια στάθηκε πάνω από το σώμα σου ληστή, δείχνοντας το αίμα στα λευκά της κοφτερά δόντια.
<< Σιβ!!
Τσιριξε η Ασία η οποία δεν περίμενε ποτέ στην ζωή της να συναντήσει ξανά την μοναδική της οικογένεια.
<< Σιβ μου;
Ο Τζέιμς ο οποίος είχε παγώσει στην θέση του να κοιτάζει, προσπέρασε το γεγονός ότι η σιβ δεν τον γνώριζε και έτρεξε κατά πάνω της φοβούμενος πως θα πείραζε την γυναίκα που αγαπούσε.
Όταν όμως έφτασε μπροστά από το ζώο και τον κοίταξε στα μάτια τότε η σιβ ρίχτηκε Με δύναμη πάνω στο σώμα σου γδερνοντας με τα κοφτερά της νύχια στον αντρικό του ώμο.
Η Ασία ούρλιαξε έντρομη καθώς παρατηρούσε τις κινήσεις της σιβ.
<< ΜΗ ΠΆΨΕ,ΜΗ ΤΟΥ ΚΆΝΕΙΣ ΚΑΚΟ ΤΟΝ ΑΓΑΠΆΩ.
δακρυσμένος γύρισε το κεφάλι του στο μέρος της κοιτώντας στην στα μάτια με απόλυτη ησυχία ,θαρρείς και θα άφηνε εκείνο το ζώο να τον κατασπαράξει, αρκούσε μονάχα να την κοιτάξει για τελευταία φορά.
Η σιβ όμως ακούγοντας την αγαπημένη της Ασία να λέει την λέξη αγάπη για εκείνον τον άντρα,έκανε ένα βήμα πίσω και γονάτισε μπροστά της προσμένοντας από εκείνην να την συγχωρέσει.
<< Είναι ο αρχιστράτηγος μου ,είναι δικός μου.
Ούρλιαξε τρέχοντας στο πλευρό του.
Τα μάγουλα του ήταν κόκκινα ,ενώ τα μάτια του την κοιτούσαν με αγάπη.
<< Γυναίκα τι διάβολο θέλει στο πλάι σου μια τίγρης;δεν μπορούσες να με προειδοποιήσεις τουλάχιστον;
Χαμογελώντας του ερωτευμένα, έπεσε πάνω από την αγκαλιά του, πιέζοντας την πληγή που έτρεχε αίμα.
<< Η σιβ είναι η μητέρα μου Τζέιμς.
Σμίγοντας τα φρύδια του κοίταξε ολόκληρο το παράπονο στα ζωηρά της μάτια.
<< Τότε θα σε κρατήσει ασφαλή όσο θα παλεύω.
<< Όχι δεν θα είμαι ποτέ ασφαλής όσο εσύ παλεύεις.
Σηκώνοντας με κόπο το κορμί του κοίταξε την τίγρη στα μάτια και εκείνη ένιωσε ότι και στην αρχή , απειλή από ένα λιοντάρι.
<< Πρόσεχε την όσο θα λείπω,δεν θέλω να της συμβεί κακό,Παρ την μακριά από εδώ και θα έρθω να την βρω.
Το κεφάλι του ζώου εγνεψε καταφατικά τότε η Ασία ανέβηκε στην πλάτη της ,και την ένιωσε να τρέχει σαν αετος πάνω από τα σύννεφα.
Ήταν μια εικόνα ανακούφισης για τον Τζέιμς, ξέροντας πλέον πως δεν ήταν στο πεδίο αυτής της μάχης ένιωθε πως μπορούσε να παλέψει πολύ καλύτερα,όταν όμως ετοιμάστηκε να πιάσει ξανά το σπαθί του ,παρατησε τους ληστές να κοιτάζουν παγωμένοι τον μονάρχη τους νεκρό στο έδαφος .
Βαθιά μέσα του ήλπιζε σε μια νέα διαπραγμάτευση,όταν πρόσεξε πως το έβαζαν στα πόδια.
Τούτη η εικόνα τον έκανε να πάρει μια βαθιά ανάσα στην σκέψη όχι του ότι ζούσε αλλά του ότι θα μπορούσε να την αγκαλιάσει μια ακόμη φορά .
Ήταν ανακουφισμένος που η σιβ την πήρε μακριά ,και ακόμη πιο περήφανος για τους άντρες του που έδωσαν μια τόσο σκληρή μάχη και στάθηκαν στο πλάι του σαν λιοντάρια.
Κανένας δεν θα τολμούσε να απλώσει το χέρι του επάνω στην δική του γυναίκα.
Μήτε σε κανενός άλλου.







Η ΒΑΣΊΛΙΣΣΑ ΚΙ Ο ΑΡΧΙΣΤΡΆΤΗΓΟΣWhere stories live. Discover now