Κεφάλαιο δεκαεννιά🗝

240 19 4
                                    

Οπτική Ντάνιελ.

Βοήθησα τον Ντρου να σηκωθεί και μαζί περπατήσαμε προς τα ένα άδειο δωμάτιο για να ξεκουραστεί. Παρόλο που η ουλή του είχε γιατρευτεί, ήταν αδύναμος και χλωμός και χρειαζόταν ξεκούραση για να ανακτήσει τις δυνάμεις του. Τύλιξα το σώμα του με μια κουβέρτα και στην συνέχεια αποσύρθηκα από το δωμάτιο κλείνοντας τα φώτα πίσω μου.

Γυρνούσα πίσω στο δωμάτιο μου, έχοντας την αίσθηση πως κάποιος με παρακολουθούσε. Προσπάθησα να το αγνοήσω καθώς ξεκλείδωσα την πόρτα και μπήκα μέσα. Ήταν σκοτεινά και κρύα και τότε ήταν που παρατήρησα το παράθυρο ορθάνοιχτο.

Ανατρίχιασα επανειλλημένα νιώθοντας την ψύχρα να καταβάλει το κορμί μου την ώρα που το έκλεινα. Τότε ήταν που ένιωσα ξανά εκείνο το περίεργο αίσθημα. Ένιωθα σαν να ήταν κάποιος εδώ μέσα μαζί μου. Σαν κάποιος να ακολουθούσε τα βήματα μου και να παρακολουθούσε την παραμικρή κίνηση μου.

Ξεφύσηξα κουρασμένα πιστεύοντας πως άρχιζα να χάνω το μυαλό μου. Έπειτα κατευθύνθηκα προς το φως, έτοιμος να ανοίξω τον διακόπτη όταν ξαφνικά το χέρι μου ακούμπησε ενός άλλου ατόμου. Πετάχτηκα προς τα πίσω τρομαγμένος νιώθοντας το χέρι να χαϊδεύει το δικό μου. Τραβήχτηκα κάπως απότομα και έβγαλα έξω το μαχαίρι που είχα κρυμμένο στην τσέπη του παντελονιού μου.

«Σε παρακαλώ μην ανοίξεις το φως» είπε μια γλυκιά φωνή

Μια φωνή που θα αναγνώριζα ανάμεσα και σε δεκάδες ανθρώπους. Μια φωνή που θα την καταλάβαινα ακόμα και αν ήταν ένας απλός ψίθυρος μέσα στις φωνές των περαστικών. Μια φωνή που τώρα τελευταία στοίχειωνε τις σκέψεις και τα όνειρα μου. Μια φωνή που πίστευα πως δεν θα ξανά ακούσω. Μια φωνή που λάτρευα και απολάμβανα να ακούω ότι και αν έλεγε. Μια φωνή που ανήκε σε εκείνη.

«Κάθριν;» Ρώτησα σοκαρισμένος και την ένιωσα να κινείται

«Μην φωνάξεις, σε παρακαλώ» είπε σιγανά

«Είσαι στα αλήθεια εσυ; Μήπως ονειρεύομαι;»

«Όχι εγώ είμαι»

Κινήθηκα πιο κοντά στην φωνή και τέντωσα τα χέρια μου προς τα εκεί προσπαθώντας να βρω την φιγούρα της. Ήταν υπερβολικά σκοτεινά για να γνωρίζω που βρίσκονταν. Κούνησα τα χέρια μου δεξιά και αριστερά μέχρι που ένιωσα να αγγίζω κάτι απαλό αλλά ταυτόχρονα σκληρό. Έκανα ένα βήμα προς αυτήν, αγγίζοντας κάθε εκατοστό της, νιώθοντας τους χτύπους της καρδιάς της να αυξάνονται.

Χάβεργκορτ Donde viven las historias. Descúbrelo ahora