ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4°: «Better to lie»

104 25 26
                                    

«Sometimes, it's better to lie than say all the things I got on my mind»

Ένα από τα πράγματα που θυμόμουν από εκείνη ήταν οι σιωπηλές κυριακάτικες βόλτες μας. Μου είχε πει πως της έφερναν άσχημα συναισθήματα, κυρίως θλίψη και μοναξιά, καθώς η μαμά της -για λόγους που ποτέ δε μου είπε- έφευγε από το σπίτι.

Όταν άρχισα να δένομαι μαζί της, άρχισα να δημιουργώ έντονα συναισθήματα για το άτομό της και να θέλω να της γνωρίσω όλες τις όμορφες στιγμές που έχει η ζωή, ώστε να μην περνάει ούτε μια στιγμή από το μυαλό της το μαύρο. Αν και αμφιβάλλω πως θα είχε ξεμείνει κάτι να τις μάθω, αφού θα τις γνώριζε ήδη.

Δεν ήταν εκείνο το γνωστό, κλειστό κορίτσι, που δε μιλάει σε κανέναν και δε ξέρει τι πάει να πει ζωή· έχω καταλήξει ότι ήξερε πολλά παραπάνω και από μένα, που έβγαινα διαρκώς από το σπίτι, είχα πολλούς φίλους και διασκέδαζα με ποικίλους τρόπους. Τα ίδια και παραπάνω έκανε εκείνη, απλώς ή μόνη της ή με τη μαμά της.

Μου φαινόταν ειρωνικό πια· όλοι μας -η Νικόλ, εγώ και μετά η Ντίνα- τη ζήσαμε μονάχα για ελάχιστους μήνες, λες και δε μας άξιζε να την κρατήσουμε στη ζωή μας. Μάλλον γι' αυτό η τελευταία ήταν σαν να μας έλεγε κατάμουτρα 'να πάτε στο διάολο που θα μου πάρετε ένα αγαθό πλάσμα από κοντά μου' και έκανε σαν τρελή να τη βρει. Μήπως την γούσταρε;

Σήμερα ήταν Κυριακή 20 Ιανουαρίου και ψάχναμε με την Ντίνα, από τη μέρα που μάθαμε ποιο ήταν το όνομα του κυρίου στη φωτογραφία, που μπορεί να κρυβόταν. Η Αύρα μάς είχε πει πως απλώς σηκώθηκε και έφυγε από το σπίτι, μα απ' ότι φαίνεται,η μαμά της κάτι της έκρυβε. Εκτός κι αν εκείνη το ήξερε ήδη και δε μας το αποκάλυψε ποτέ.

Τα κόκκινα μαλλιά της Ντίνας ήταν πιασμένα σε έναν ατσούμπαλο κότσο από ένα μολύβι και μάσαγε τα χείλη της, ενώ κοιτούσε επίμονα μια ξεφλουδισμένη λευκή πόρτα. Περίμενε μήπως εμφανιστεί αυτός ο Πέτρος και μερικές φορές, ενάλλασσε το βλέμμα της με τον τριγύρω κόσμο.

«Όντι, θα μου ήσουν ακόμη πιο χρήσιμος εάν έκανες και τίποτε άλλο εκτός από το να σκέφτεσαι γυμνή την Αύρα» μισόκλεισα τα μάτια μου ως αντίδραση και κουνήθηκα πιο κοντά της.

«Δε τη σκέφτομαι, έλεος!» με κοίταξε πεταχτά και χαζογέλασε. Κούνησε το κεφάλι της πολλές φορές, πριν γουρλώσει τα μάτια της και μου δείξει με τον δείκτη της την ανοιχτή πόρτα που περιμέναμε τόσες ώρες.

«Να τος!» ψιθυροφώναξε. Αμέσως σηκώθηκε και πήγε να τρέξει, μα την τράβηξα κάτω κοντά μου.

Anywhere you go [✓]Donde viven las historias. Descúbrelo ahora