Chapter 10

43 3 0
                                    

Τις επόμενες μέρες μίλαγα με την Ναντιάννα και μου φαινόταν καλή κοπέλα. Και εκείνη μετά από λίγες μέρες με ρώτησε ποιός μου άρεσε και ήμουν τόσο στεναχωρημένη που της απάντησα. Μετά με κοίταξε με ένα περίεργο βλέμμα και χαμογέλασε ύπουλα. Δεν ήθελα να ανακατευτεί και αυτό θα με έκανε πιο δυστυχισμένη, το να το μάθει από κάποιον τρίτο και όχι από εμένα την ίδια θα ήταν καταστροφή. Θα γέλαγε μαζί μου ώρες ατελείωτες κάθε φορά που θα με κοίταζε, ίσως και να με σχολίαζε με την παρέα του και να με κορόιδευαν ομαδικώς. 'Ηθελα να του το πω τόσο πολύ. Ήταν στιγμές που τον κοίταγα επίμονα και γύρναγε και με κοίταγε και αυτός. Όλα χάνονταν γύρω μας και ο χρόνος σταμάταγε. Μόνο εγώ και αυτός και το εννοούσε, το έβλεπα μέσα στα μάτια του. Μου χαμογέλαγε και του χαμογέλαγα και γυρίζαμε και οι δύο το βλέμμα μας αλλού, για να μην καρφωθούμε και καλά. Σε μια άσχετη στιγμή, έγραψα το όνομα μου στο πίσω μέρος της άδειας καρέκλας δίπλα του και αυτό το είδε η Ναντιάννα.

- "Γιατί έγραψες το όνομά σου πίσω από την καρέκλα;", μου λέει με το αθώο βλέμμα τάχα μου ανήξερη.

- "Πρέπει να υπάρχει λόγος που έβαλα το όνομά μου κάπου; Δεν μπορώ να το κάνω και για πλάκα;", της απάντησα ψυχρά και άκεφα μιας και ήθελα να της κόψω τον αέρα για να μην μου την πει.

Και τότε γύρισε και κοίταξε την Ναντιάννα με ένα βλέμμα απορίας και τράβηξε την καρέκλα προς το μέρος του για να δει αν όντως έγραφε "Έφη" στο πίσω μέρος.

- "Θα έπρεπε να κάθεστε μαζί!", είπε με ευχαρίστηση που πέταξε την σπόντα της.

- "Εεεε:", λέμε ταυτόχρονα εγώ και ο Θανάσης με ένα βλέμμα απορίας προσπαθώντας να μην καρφωθούμε ενώ με κοίταξε κατευθείαν μέσα στα μάτια τόσο έντονα που νόμιζα ότι με ακούμπησε.

- "Ναι, ταιριάζετε. Θα έπρεπε να είσαστε ζευγάρι.", είπε ολοφάνερα αυτό που πραγματικά ήθελα τόσο πολύ.

- "Εεεε όχι;", καταφέραμε για δεύτερη φορά να ψελλίσουμε μέσα στην σαστιμάρα και την αμηχανία μας ενώ ταυτόχρονα κοιταζόμασταν.

Ένα πλατύ χαμόγελο είχε απλωθεί στα χείλη του και άρχισε να ξύνει το όνομα μου για να το σβήσει. Και ξαφνικά σοβάρεψε. Και όλες οι όμορφες σκέψεις έφυγαν απότομα από το μυαλό μου και άρχισα να σκέφτομαι ότι ίσως το έκανε αυτό επειδή το είχε καταλάβει και δεν ήθελε να με πληγώσει, δεν ήθελε να με πληγώσει με την αδιαφορία του.  Μα όλα αυτά τα βλέμματα; Όλη αυτή η σημασία που μου είχε δώσει έστω και σιωπηλά; Όλα αυτά τα κοιτάγματα; Αχ και κάθε φορά που κοιταζόμασταν με έκανε να χάνομαι μέσα στα πράσινα μάτια του και να ξεχνάω τα πάντα. Και έτσι κάθε φορά με έκανε να τον ερωτεύομαι ακόμα πιο πολύ...!

Ματωμένες ΑναμνήσειςWhere stories live. Discover now