Συγνώμη

181 12 4
                                    

Μπαίνω στο δωμάτιο και την βλέπω ξαπλωμένη σε ένα κρεβάτι. Είναι χλωμή και αδύναμη. Κάθε ίχνος ζωντάνιας έχει φύγει από πάνω της. Περικυκλωμένη από καλώδια και μηχανήματα που βγάζουν διάφορους ήχους. Σωληνάκια είναι περασμένα στο χέρι της και φορά μάσκα οξυγόνου. Δεν περίμενα να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση. Το βλέμμα της είναι κενό. Κοίτα τον λευκό τοίχο απέναντι από το κρεβάτι. Την πλησιάζω και κάθομαι δίπλα της. Με κοιτά στα μάτια. Δεν μιλά για λίγα λεπτά. Προσπαθώ να συγκρατήσω τα δάκρυα μου. Της πιάνω το χέρι έτοιμος να της μιλήσω. Ένας κόμπος στο λαιμό μου,με εμποδίζει.
Άννα:Τι έγινε;, λέει με μεγάλη δυσκολία.
Εγώ:Ποιο είναι το τελευταίο πράγμα που θυμάσαι;
Άννα:Δεν ένιωθα καλά και σου τηλεφώνησα. Το ποτήρι που κρατούσα έσπασε και μετά κενό.
Εγώ: Άκουσα έναν δυνατό θόρυβο και ανησύχησα. Έτσι ήρθα στο σπίτι και κατάφερα να μπω μέσα. Σε βρήκα λυπόθυμη στο πάτωμα της κουζίνας. Σε έφερα στο νοσοκομείο και σε εξέταζαν γιατροί. Όσο περίμενα , κάλεσα την Έλενα και τον Κωνσταντίνο. Ήρθαν και...και περιμέναμε. Ένας γιατρός βγήκε από το δωμάτιο και μας ενημέρωσε για την κατάσταση σου. Τι σου συνέβη και μου τηλεφώνησες;
Άννα: Ένιωθα έντονη ζάλη και ατονία. Δεν μπορούσα να κουνηθώ και ένας οξύς πόνος στην κοιλιά με έκανε να χάσω τις αισθήσεις μου. Πες μου τι έχω.
Εγώ: Λοιπόν. Έχεις έλκος. Δεν ήθελα να συνεχίσω να μιλάω. Μου ήταν δύσκολο να μπω εδώ και τώρα εγώ θα πρέπει να της πω τα νέα.
Άννα: Ξέρουμε από που προκλήθηκε;
Εγώ: Παίρνεις φάρμακα ή έχεις κάποιο θέμα υγείας;
Άννα: Όχι.
Εγώ:Το πιο πιθανό είναι να προκλήθηκε από το άγχος και την διατάραξη της καθημερινότητας σου. Λογικό αν σκεφτείς τι έχεις περάσει όλο αυτό τον καιρό.
Άννα:Και πώς το αντιμετωπίζω;
Εγώ: Είναι σε αναπτυγμένο βαθμό. Προτιμότερο θα ήταν να κάνεις την επέμβαση. Σαν άλλη επιλογή έχεις και τα φάρμακα.
Άννα:Τα φάρμακα είναι η μόνη λύση. Δεν έχω χρήματα για την επέμβαση. Παρόλα αυτά δεν με επηρεάζει σε κάτι έτσι;
Παίρνω το βλέμμα μου από αυτή και κοιτώ το πάτωμα. Πρέπει να είμαι δυνατός.
Άννα: Γιατί δεν απαντάς;
Πλέον δάκρυα κυλούν από τα μάτια μου και δεν μπορώ να τα συγκρατήσω.
Άννα: Πάνο σε τι περιορίζομαι, λέει με υψωμένο τόνο στη φωνή της. Τα μάτια είναι βουρκωμένα. Παίρνω μια βαθιά ανάσα.
Εγώ :Περιορίζεσαι στην έντονη κίνηση μέχρι να γίνει πλήρης επούλωση. Αυτό θα διαρκέσει περίπου ένα χρόνο αλλά κατά πάσα πιθανότητα δεν θα επανέλθεις απόλυτα.
Άννα:Τι; Πες μου ότι μου κάνεις πλάκα. Ότι αυτό είναι ένα κακόγουστο αστείο. Πες το μου, λέει κλαίγοντας.
Εγώ: Άννα, λυπάμαι πολύ.
Άννα: Όχι, όχι. Δεν γίνεται αυτό έτσι ξαφνικά. Έχουν κάνει λάθος. Εγώ θα συνεχίσω να χορεύω, μπορώ. Πες μου ότι μπορώ!
Εγώ: Άννα..
Άννα: ΟΧΙ, λέει κραυγάζοντας. Την παίρνω στην αγκαλιά μου και προσπαθώ να την καθησυχάσω.
Εγώ: Ηρέμησε,θα τα καταφέρεις. Δεν είσαι μόνη σου , έχεις ανθρώπους γύρω σου που σε νοιάζονται και σε αγαπούν. Θα κάνουμε όλοι το καλύτερο που μπορούμε,της ψιθυρίζω προσπαθώντας να της ανεβάσω το ηθικό. Αλλά μάταια. Κλαίει με λυγμούς. Το βλέμμα της είναι κολλημένο στον τοίχο. Σαν να βλέπει κάτι εκεί. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και κλείνει τα μάτια της. Δάκρυα πέφτουν. Φαίνεται ήρεμη. Μάλλον θέλει να ξεκουραστεί. Με αυτή τη σκέψη της δίνω ένα γλυκό φιλί στο μέτωπο και απομακρύνομαι. Λίγο πριν βγω από το χώρο, ακούω έναν παρατεταμένο ήχο. Κοιτώ πίσω μου και το μηχάνημα τον παλμών της έχει μια ενιαία γραμμή και ένα κόκκινο λαμπάκι να αναβοσβήνει .
Εγώ: Άννα;
Την ταρακουνώ και δεν αντιδρά.
Βγαίνω από το δωμάτιο.
Εγώ: Βοήθεια!
4 γιατροί εισβάλλουν στο χώρο. Βλέπω μια νοσοκόμα να κρατά έναν απηνιδοτή . Η πόρτα κλείνει. Πέφτω στο πάτωμα συντετριμμένος. Παρόλο που την ξέρω τόσο λίγο καιρό έχουμε δεθεί και δεν θέλω να πάθει κακό. Μου αρέσει να της σπάω τα νεύρα. Η Ελένα ουρλιάζει κλαίγοντας στα χέρια του Κωνσταντίνου. Εγώ πλέον δεν έχω δυνάμεις. Περιμένω ακριβώς έξω από την πόρτα. Οι ώρες περνούν και δεν έχουμε καμία ενημέρωση. Ο Κωνσταντίνος με πλησιάζει.
Κωνσταντίνος: Πήγαινε σπίτι, είσαι άυπνος και δεν έχεις φάει τίποτα.
Εγώ:Δεν φεύγω αν δεν μάθω ότι είναι καλά.
Κωνσταντίνος:Σε παρακαλώ ρε κάνε κάτι να ξεφύγει το μυαλό σου. Όταν μάθουμε κάτι θα σου τηλεφωνήσω.
Ίσως έχει δίκιο. Θα πάω σπίτι και επί τη ευκαιρία θα ψάξω για το θέμα της Άννας.
Φεύγω χωρίς να μιλήσω. Νομίζω πως δεν χρειάζεται να πούμε κάτι παραπάνω. Καταλαβαίνω μόνο από το πρόσωπο των παιδιών τι θέλουν να πουν. Καταλαβαίνω ότι δεν μπορούν να το κάνουν λόγω της κατάστασης. Τα φανάρια πολλά και οι δρόμοι γεμάτοι. Φτάνω στο σπίτι της Άννας και χτυπώ το κουδούνι. Μια κοπέλα γύρω στα 14 μου ανοίγει με μάτια κατακόκκινα. Είναι η αδερφή της Άννας.
Ξένια:Τι έπαθε η αδερφή μου! Κλαίει και με ρωτά για την Άννα. Δεν ξέρω τι να της πω. Είναι μικρή για να τα μάθει όλα. Ασυναίσθητα την αγκαλιάζω και εκείνη ανταποδίδει. Νομίζω πως αυτό είχε ανάγκη. Η μητέρα της Άννας κατεβαίνει από το πάνω πάτωμα στην ίδια κατάσταση.
Μητέρα Άννας: Ποιος είσαι εσύ;
Εγώ: Είμαι ο Πάνος, φίλος της Άννας. Εγώ τη βρήκα και τη μετέφερα στο νοσοκομείο.
Μητέρα Άννας:Σε ευχαριστώ πολύ παιδί μου.
Εγώ: Ήρθα για να πάρω κάποια πράγματα για την Άννα.Θα γυρίσω στο νοσοκομείο σε 2 ώρες. Θα σας πρότεινα να επικοινωνήσετε με την Έλενα για την κατάσταση της Άννας γιατί δεν είμαι σε πολύ καλή κατάσταση.
Μητέρα Άννας: Εντάξει. Το δωμάτιο της είναι πρώτη πόρτα δεξιά. Πάρε ό,τι χρειάζεσαι.
Ανεβαίνω στον πάνω όροφο και μπαίνω στο δωμάτιο. Παρόλο που έχω ξαναέρθει νιώθω την ανάγκη να αποτυπώσω τα πάντα σχετικά με την Άννα.
Ανοίγω την ντουλάπα της και βρίσκω μια άδεια τσάντα. Εκεί βάζω τα βασικά. Ψάχνω για ένα φούτερ. Κοιτώ στα συρτάρια της και βρίσκω ένα άνετο. Το βάζω στην τσάντα. Ανοίγω την μπροστινή μικρή θήκη και βρίσκω 5 φακέλους. Ο καθένας με ένα όνομα.. Αρπάζω την τσάντα και κατεβαίνω στο κάτω όροφο. Δίνω στη μητέρα και την αδερφή της τα γράμματα με τα ονόματα τους και φεύγω. Μετά από λίγα λεπτά έχω φτάσει στο σπίτι μου. Κάνω ένα γρήγορο ντουζ και βάζω καθαρά ρούχα. Τρώω ένα τοστ και ψάχνω στο internet πληροφορίες για την ασθένεια της Άννας και για το πως μπορεί κάποιος να την βοηθήσει. Ξέρω ότι δεν είναι και η πιο αξιόπιστη πηγή ενημέρωσης αλλά έστω και ένα από όλα αυτά που λέει θα είναι αλήθεια. Αφήνω το λάπτοπ στην άκρη και βγάζω το γράμμα με το όνομα μου από την τσάντα. Δεν ξέρω αν πρέπει να το ανοίξω. Δεν μου το έδωσε ποτέ εγώ το βρήκα. Δεν ξέρω αν θέλει εκείνη να το ανοίξω. Όμως είμαι περίεργος. Σκίζω το φάκελο και ξεδιπλώνω το γράμμα."Συγγνώμη...

Ένα κεφάλαιο που ανυπομονούσα να γράψω! Ελπίζω να σας άρεσε! Ψηφίστε και σχολιάστε. Θα τα πούμε στο επόμενο κεφάλαιο! Love you all!💕

𝐓𝐡𝐞 𝐭𝐫𝐮𝐭𝐡 𝐧𝐞𝐯𝐞𝐫 𝐬𝐭𝐚𝐲𝐬 𝐡𝐢𝐝𝐝𝐞𝐧Where stories live. Discover now