Μια νέα μέρα ξεκινά, με τα χτεσινά γεγονότα να στριφογυρίζουν στο μυαλό μου. Η μέρα στο σχολείο κυλά ήρεμα, χωρίς εντάσεις. Παρέες παιδιών ακόμη συζητούν για τον Αλέξη και με κοιτούν περίεργα. Αφότου χτυπήσει και το τελευταίο κουδούνι, που σηματοδοτεί το τέλος της σχολικής μέρας, τηλεφωνώ στην μητέρα μου. Της περιγράφω την κατάσταση, τονίζοντας πως δεν έχουμε κάποιο μέρος να μείνουμε. Επιλέγει να μείνει στην αδερφή της και εμείς να παραμένουμε στα σπίτια φίλων. Με την Έλενα κατευθυνόμαστε προς το σπίτι του Κωνσταντίνου για να δω την αδερφή μου.
Ανοίγει την πόρτα και πέφτει πάνω μου.
Εγώ :Μου έλειψες πολύ, λέω παίζοντας με τα μαλλιά της, ξαπλωμένη στο κρεβάτι της. Εγώ, η Έλενα, η Ξένια και η φίλη της καθόμαστε στο δωμάτιο συζητώντας.
Εγώ :Ξένια, θα πρέπει να μείνεις εδώ για ένα μεγάλο διάστημα γιατί μπήκαν ληστές στο σπίτι και δεν γίνεται να επιστρέψουμε. Έχω ενημερώσει την μαμά και θα μείνει στην θεία.
Ξένια :Εντάξει, δεν έχω πρόβλημα. Για πες τα νέα σου.
Με αυτή της την πρόταση χαμογελώ ασυναίσθητα. Η Έλενα γουρλώνει τα μάτια της και πέφτει πάνω μου.
Έλενα :Του μίλησες;, ρώτα ταρακουνώντας με.
Εγώ :Κάπως...
Έλενα :Εξηγήσεις.
Αφού πούμε και στα κορίτσια για ποιον μιλάμε, αρχίζω να εξιστορώ τα γεγονότα. Μα δεν αναφέρομαι στη συνέχεια της βραδιάς, μετά τον χορό. Θέλω να το κρατήσω για μένα, σκέφτομαι και το μυαλό μου αναπολεί τη στιγμή.
Flashback
Ο χορός μας τελείωσε και καθόμαστε στο μπαλκόνι. Έχω απλώσει τα πόδια μου πάνω του και φορώ το ζεστό σακάκι του, κοιτώντας τα αστέρια και εκείνον. Τα μάτια του λάμπουν και τα χέρια του κυλούν αβίαστα στα πόδια μου, χαϊδεύοντάς τα.
Πάνος :Θες να μου πεις για την πληγή στο πόδι σου, ρωτά διστακτικά.
Στρέφω το βλέμμα μου στον ουρανό και φέρνω στο μυαλό μου το γεγονός.
Εγώ :Ήταν 8 Αυγούστου 2016. Είχε γενέθλια και είχε φέρει φίλους στο σπίτι για να το γιορτάσει. Γινόταν 45 χρόνων. Η μητέρα μου, ενθουσιασμένη ετοίμαζε το τραπέζι. Όταν όλοι καθίσαμε, αυτός σηκώθηκε, έτοιμος να βγάλει μια πρόποση. Ήταν αηδιαστικός. Τον μισούσα. Έμπαινε στο ρόλο του καλού οικογενειάρχη σαν να μην ξημεροβραδιαζόταν σε μπαρ. Άφηνε την μάνα μου να σαπίζει στη δουλειά, σαν σκυλί και το απολάμβανε.
Ευχαριστώ πολύ που βρίσκεστε όλοι εδώ σήμερα και με τιμάτε με την παρουσία σας. Είμαι πολύ τυχερός που στα 45 μου χρόνια έχω μια υπέροχη γυναίκα και δύο φανταστικές κόρες, λέει αγκαλιάζοντάς μας. Το σώμα μου ανατριχιάζει στην επαφή. Το άγγιγμα του άγαρμπο, με πονάει. Μα δεν τον νοιάζει, αρκεί να δείξει αυτή την καλή εικόνα. Στο δείπνο δεν μίλησα καθόλου. Μόνο εκείνος. Μπορεί να ήταν η μέρα του μα δεν ξεχνούσε να αναφέρει την οικογένεια του που τόσο αγαπά. Πόσα ψέματα! Αφότου τελείωσα, παράκουσα τις επιπλήξεις του και βγήκα στον μικρό κήπο στο πίσω μέρος του σπιτιού. Κάθισα στα χώματα, κοιτώντας τον νυχτερινό ουρανό. Πάντα με ηρεμούσε. Με ένα μικρό ξύλο, σκάλιζα το χώμα, όσο άκουγα τους καλεσμένους να αποχωρούν. Πλέον είχα φτιάξει μια τρύπα, μα το ξυλάκι δεν μπορούσε να συνεχίσει. Έτσι με τα χέρια μου έσκαψα προσπαθώντας να βρω το σκληρό αντικείμενο που με εμπόδιζε.
Όταν πια τα κατάφερα, αντίκρισα ανθρώπινα οστά. Τότε βγήκε αυτός έξω και βλέποντας με ,η οργή ξεχύθηκε. Με άρπαξε βίαια από το χέρι και με τράβηξε μέσα. Μπήκε στο αυτοκίνητο και με πέταξε σαν σκουπίδι στα πίσω καθίσματα. Όταν σταμάτησε παρατήρησα ένα μικρό σπίτι σε ένα απομονωμένο μέρος. Ιδέα δεν είχα τι συνέβαινε. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι είχα κάνει. Μπαίνοντας μέσα, ένα τζάκι έκαιγε κάνοντας την ατμόσφαιρα φιλική. Αυτός κατευθύνθηκε προς την κάβα βάζοντας στον εαυτό του ένα ποτήρι ουίσκι. Το ήπιε λαίμαργα, όσο εγώ στεκόμουν απέναντι του με χιλιάδες απορίες. Πέταξε βίαια το ποτήρι στο πάτωμα κάνοντας το να σπάσει και γυαλιά να καρφωθούν στα πόδια μου. Με τρόμαζε.
Πόσο ηλίθιο παιδί είσαι;Σε μισώ, φώναξε στο πρόσωπο μου κάνοντας με να αναπηδήσω. Προσπαθούσε να συγκρατήσει τον εαυτό του, φαινόταν, μα ήξερα πως δεν το ήθελε πραγματικά. Σαν να υπήρχε ακόμη κάποιος να τον παρακολουθεί, και έπρεπε να παίξει θέατρο.
Ξέρεις τι είσαι; Ένα ζώο είσαι και έτσι θα σου συμπεριφερθώ, φώναξε προτού με αρπάξει από τα μαλλιά και με ρίξει στο έδαφος με τα γυαλιά να τρυπούν τα γόνατα μου. Έβγαλα ένα αναφωνητό από τον πόνο, που τράβηξε την προσοχή του, Με έσυρε στον πάνω όροφο από τα μαλλιά και συνέχιζε να μου μιλά σαν να είμαι ένα τίποτα. Έτσι ήμουν. Μια κούκλα που μπορούσες να την κάνεις ό,τι θες. Μπήκε σε ένα δωμάτιο και έσπρωξε το σώμα μου στο κρεβάτι. Χτύπησα το κεφάλι μου μα έριξα μια γρήγορη ματιά στον χώρο. Ένα ακόμη τζάκι έκαιγε κάνοντας με να αναρωτηθώ καθώς ήταν καλοκαίρι. Αφαίρεσε την ζώνη του και πιάνοντας ένα σχοινί που ήταν πεταμένο με άφησε πάνω στο κρεβάτι. Έβγαλε τα ρούχα μου αφήνοντας με γυμνή μπροστά του. Ήξερα τι θα συνέβαινε. Το είχα συνηθίσει πλέον. Γύρισε το σώμα μου, με το πρόσωπο μου να πιέζεται στο στρώμα και έδεσε τα άκρα μου στο κρεβάτι. Ήθελα να φωνάξω μα ήταν ανώφελο. Αφότου άνοιξε ένα ντουλάπι, έβγαλε μια μαύρη ζώνη και με πλησίασε. Άρχισε να με χτυπά, με οργή. Η ζώνη χάραζε μονοπάτια πάνω μου. Είχα ματώσει μα δεν θα σταματούσε. Δάγκωσα το χέρι μου στην προσπάθεια μου να συγκρατηθώ. Μετά από λίγη ώρα σταμάτησε. Ένιωθα το δέρμα μου να βγαίνει, το αίμα να κυλάει πάνω μου και τα καυτά δάκρυα να χύνονται στο πρόσωπο μου. Κατευθύνθηκε προς το τζάκι και αφού πήρε τη μασιά την τοποθέτησε μέσα στα καυτά ξύλα. Λίγα λεπτά πέρασαν και με πλησίασε κρατώντας το καυτό αντικείμενο στο χέρι του. Απροειδοποίητα ακούμπησε το πόδι μου και το καυτό αντικείμενο έκαψε το δέρμα. Το σώμα μου τινάχτηκε, τα μάτια μου πετάχτηκαν. Ούρλιαζα. Τον παρακαλούσα να σταματήσει. Μα δεν με άκουγε. Η οργή τον είχε καταβάλει. Η φωνή μου που έβγαινε δυνατή, σε συνδυασμό με το κλάμα μου, τον εκνεύριζε. Έτσι ακούμπησε το καυτό μέταλλο στη σπονδυλική μου στήλη. Πονούσα. Ήθελα να φύγω. Να κλείσω τα μάτια μου και να γίνουν όλα όπως πριν. Μα δεν μπορούσα. Την υπόλοιπη νύχτα δεν κοιμήθηκα. Αυτός έπινε άφθονο αλκοόλ μέχρι που σφράγισε τα μάτια του στον κάτω όροφο. Θυμάμαι πως το κάψιμο με ενόχλησε τουλάχιστον μία εβδομάδα μετά, μα η ενόχληση έγινε πιο έντονη όταν επανέλαβε τη διαδικασία επειδή του έφερα αντίρρηση.
Τελείωσα την αφήγηση με έναν κόμπο στο λαιμό και δάκρυα στα μάτια. Εκείνος δεν μιλούσε.
Γύρισε ελάχιστα το πόδι μου.
Πάνος :Υπόσχομαι πως δεν θα ξαναπονέσεις ποτέ έτσι. Πως δεν θα ουρλιάξεις ποτέ για κάτι τέτοιο, είπε και άρχισε να μοιράζει φιλιά κατά μήκος της πληγής. Τα δάκρυα του ακούμπησαν το δέρμα μου, κάνοντας με να σηκωθώ. Τον πλησίασα και χαμογέλασα στην όψη του. Ήμουν λίγο πιο ψηλή από εκείνον.
Εγώ :Μην κλαις για μένα σε παρακαλώ, ψιθύρισα χαϊδεύοντας το πρόσωπο του.
Πάνος :Συγνώμη, συγνώμη για όλο τον πόνο που έχεις υπομείνει. Μακάρι να τον κάνω αγάπη, μα σίγουρα θα τον βγάλω από την καρδιά σου .
Ο πόνος σου πλέον είναι δικός μου, το τραύμα σου δικό μου, ό,τι κακό και να έχει η πονεμένη σου ψυχή δικό μου. Αν πονάς, χτύπα εμένα, αν το τραύμα σου είναι βαθύ δώστο σε μένα, είπε αγκαλιάζοντας την μέση μου.
Το κεφάλι του ακουμπούσε τα στήθη μου και τα δάκρυα μας πότιζαν το κρύο πάτωμα.
Έκλεισα τα μάτια μου γεμάτη ευγνωμοσύνη.
Παρόν
Η Έλενα με κοιτούσε με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά και η Ξένια με το στόμα ανοιχτό. Γέλασα με τις εκφράσεις τους. Έπεσαν και οι δύο πάνω μου, λέγοντας μου πόσο χαρούμενες είναι. Όταν σηκώθηκα από το πάτωμα που με είχαν ρίξει, αποχαιρέτησα την Ξένια λέγοντας της να μην πει τίποτα για αυτό που της εξιστόρησα. Έφτασα σπίτι, και αφού έκανα ένα μπάνιο, διάβασα για την επόμενη μέρα. Η άσκηση φυσικής είχε κάψει όλα μου τα εγκεφαλικά κύτταρα, μα ακούγοντας κλειδιά στην πόρτα, το μυαλό μου ξύπνησε. Κατέβηκα τρέχοντας τις σκάλες, και όσες φορές και να παραπάτησα, άξιζε τον κόπο. Ο Πάνος στεκόταν στην πόρτα, ιδρωμένος, με τον σάκο του γυμναστηρίου περασμένο στην πλάτη του. Τα μαλλιά του ανακατεμένα και το σώμα του σφιγγμένο.
Πάνος :Είσαι έτοιμη για το πρώτο σου μάθημα; είπε αφήνοντας τα πράγματα του κάτω. Κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου και αφότου άλλαξα κατεβήκαμε στο υπόγειο που είχε τον σάκο του μποξ. Στο δώρο του, είχα βάλει δύο ζευγάρια γάντια, ένα δικό του και ένα δικό μου με μια μικρή λεπτομέρεια στο καθένα. Μου φόρεσε τα γάντια και στάθηκε απέναντι μου.
"Καλή μας αρχή μπανανίτσα", είπε κλείνοντας μου το μάτι...Ένα κεφάλαιο που δυσκολεύτηκα να γράψω καθώς αναφέρθηκα και σε μια προσωπική εμπειρία !Ελπίζω να σας άρεσε! Ψηφίστε και σχολιάστε. Θα τα πούμε στο επόμενο κεφάλαιο! Love you all, 💕
KAMU SEDANG MEMBACA
𝐓𝐡𝐞 𝐭𝐫𝐮𝐭𝐡 𝐧𝐞𝐯𝐞𝐫 𝐬𝐭𝐚𝐲𝐬 𝐡𝐢𝐝𝐝𝐞𝐧
Fiksi RemajaΗ Άννα είναι μια 16χρονη κοπέλα που ζει με την μητέρα και την μικρότερη αδερφή της στην Αθήνα. Το πάθος της,ο χορός. Είναι ο τρόπος διαφυγής της από την σκληρή καθημερινότητα που ζει. Έχει χάσει τον πατέρα της εδώ και 5 χρόνια και ήταν αναγκασμένη...