Κεφάλαιο 6ο

1.1K 15 9
                                    

Νωρίς νωρίς το πρωί η Ελένη επέστρεψε σπίτι της με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.Δεν προσπάθησε καθολου να κρύψει την χαρά της γιατί ήξερε πως δεν θα τα καταφέρει.Μπηκε σιγά σιγά μεσα στο δωμάτιο να μην ξυπνήσει τα κορίτσια και ξάπλωσε ευτυχισμένη στο κρεβάτι του πατέρα της. Με αυτή της την κίνηση έδειχνε για ακόμη μια φορά πως η συγχώρεση από εκείνην για όσα της απαγόρευσε όλα αυτά τα χρόνια είχε έρθει.
__________________

Ο ήλιος βγήκε και οι τρεις αδερφές ήταν ήδη όρθιες και ετοιμάζονταν να ξεκινήσουν την μερα τους.Μπορει η ζωή να τους τα έφερε λιγο δυσκολα τελευταία αλλά τουλάχιστον είχαν η μία την αλλη.Η Ασημίνα είχε ξεκινήσει να δουλεύει στην Ουράνια, να μαθαίνει σιγά σιγά την δουλειά στο ραφταδικο και η Δροσω είχε αναλάβει πλέον τις δουλειές του σπιτιού.Η Ελένη φρόντιζε τα χωράφια και φυσικά την προστασία των δύο μικρών της αδερφών.Η ζωή τους προχωρούσε αργά, σταθερά όμως κάποιες φορές βασανιστικά. Από την στιγμή που έχασαν τον πατέρα τους όλοι έσπευσαν να βοηθήσουν, η Ελένη όμως αντιμετώπιζε πρόβλημα με το θέμα των χωραφιών..Κάθε μέρα και ένας "καινουριος" αγοραστής εμφανιζόταν και της έταζε όλο και περισσότερα.Δεν ήταν καμιά χαζή, είχε καταλάβει πως όλα αυτά ήταν παιχνίδια του Δούκα, από καιρό είχε βάλει στο μάτι τα χωράφια τους. Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν το γεγονός ότι είχαν να κάνουν με μια γυναίκα. Δεν ήξεραν όμως πως μια γυναίκα και η ιδιαίτερα η συγκεκριμένη θα κατάφερε να τους αλλάξει τα σχέδια σε πολλά.
«Δεν θα δουλέψουμε πολύ σήμερα, Λενιώ.Η Ουράνια θέλει να κατέβει στο πανηγύρι.Θα έρθει και ο Κυριάκος μετά από πολύ καιρό, θα χρειάζονται τον χρόνο τους», είπε η Ασημίνα
«Και εμείς μην νομίζεις, για λίγο θα πάμε.Ο Φανούρης φαντάζομαι θα θέλει να πάρει τα παιδιά του και την Μερόπη να ευχαριστηθουν κι εκείνοι λίγο γλέντι.Θα μαζευτούμε νωρίς»
«Σημερα είναι το πανηγι ε;» ρώτησε η Δροσω με ένα μικρό παροπονο στην φωνή της.
Η Ασημίνα εγνεψε καταφατικά.
Η Ελένη κατάφερε να διακρίνει εκείνο το παραπονο στα λόγια της.
«Θες να πας στο πανηγύρι, Δροσω;»
Η μικρή έσκυψε το κεφάλι και η Ασημίνα πήρε τον λόγο.
«Και να θέλει Λενιώ εμείς δεν θα πάμε..Δύο μέρες έχουμε που χάσαμε τον πατέρα.Μην δώσουμε δικαιώματα»
«Φοβασαι μην μας συζητήσει το χωριό, Ασημίνα μου;»
Το βλέμμα της τα έλεγε όλα.
«Αυτο θα συμβει έτσι κι αλλιως», αποκρίθηκε η Ελένη.«Θα παμε»
«Τελεια», είπε η Δροσω και αγκάλιασε την μεγάλη της αδερφή.
Η Ασημίνα έμεινε να την κοιτάζει.
«Βρε καρδούλα μου.Θα ξεχαστουμε λιγάκι.Και ο πατέρας θα ηθελε να γλενταμε και όχι να τον κλαίμε»,είπε προσπαθώντας να την πείσει.
«Ενταξει», απάντησε χαμογελώντας στο Λενιώ και έκλεισε το μάτι στην Δροσουλα.
«Εσυ πως τέτοια κέφια σήμερα Λενιώ;» ρωτησε εξεταστικα.
«Που τα βλέπεις τα κέφια βρε Ασημίνα;»είπε προσπαθώντας να μαζέψει το χαμόγελο που είχε απλωθεί στα χείλη της.
«Εχει δίκιο.Λαμπεις!», την πείραξε η Δροσω.
«Χαμογελαω όπως πάντα..Και σταματήστε να με πειράζετε» ανταποκρίθηκε.
Γέλασαν και οι τρεις.Η Ελένη πήρε ένα καλάθι με φαγητό και κίνησε για τα χωράφια. Ακολούθησε και η Ασημίνα και η Δροσω έμεινε πίσω να συγυρισει.
_______________

Ας τα φερνε η ζωή αλλιώςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora