Επιπλέον αποκαλύψεις

283 37 39
                                    

Ο ήλιος είχε αρχίσει να κρύβεται για τα καλά όταν η Σαμπρίνα σηκώθηκε από το κρεβάτι, ζαλισμένη από τον βαθύ ύπνο. Ανασηκώθηκε, άναψε ένα τσιγάρο και γύρισε τα μάτια της πάνω σε αυτά τα καστανά μάτια που της έκλεψαν την καρδιά και το μυαλό. Γιατί;... Γιατί γι' ακόμα μια φορά ένιωθε να χάνει την επαφή με τη λογική της εξαιτίας ενός άντρα; Δεν έπρεπε να αφεθεί και το μετάνιωσε πικρά που του ζήτησε να την κάνει και για δεύτερη φορά δική του... ντράπηκε με τον ίδιο της τον εαυτό, ειδικά όταν τον άκουσε να την απορρίπτει. 

Από αυτή τη στιγμή, αποφάσισε πως θα τα διέγραφε όλα από μέσα της, θα έκανε ό,τι την πρόσταζε και θα καθόταν ήσυχη μονάχα για να επιβιώσει, γιατί πολύ φοβόταν πως αργά ή γρήγορα θα τη σκότωνε με τα ίδια του τα χέρια. Άλλωστε, αυτόν τον τρόπο ζωής είχε συνηθίσει δίπλα στον Στιβ, να λέει ''ναι'' σε όλα και να χάνει συνεχώς τον αυτοσεβασμό της, αν και τώρα πια ήταν σίγουρη πως δεν της είχε μείνει καθόλου αυτοσεβασμός, αφού είχε καταλήξει να ζει σαν μια πόρνη όπως την αποκάλεσε κι εκείνος...

Είχε φτάσει όμως η ώρα που έπρεπε να αγωνιστεί, να μη δεχτεί ποτέ ξανά κανενός τα φιλιά και τα χάδια κι ας έλιωνε στην ιδέα να της χαρίζουν μπόλικη αγάπη... γιατί μέσα από το σεξ αυτό αισθανόταν πως έπαιρνε, αυτό που τόσο είχε ανάγκη: αγάπη και επιβεβαίωση πως άξιζε σαν άνθρωπος και δεν ήταν μια απλή πόρνη, άσχετα από το ότι με όποιον κι αν μοιράστηκε το κρεβάτι της την έκανε να νιώθει αυτό ακριβώς, πως το μόνο που άξιζε πάνω της ήταν το κορμί της και το γεγονός ότι λάτρευε το σεξ. Κανείς δεν έβλεπε πιο μέσα, κανείς δεν παρατηρούσε πως είχε πολλή αγάπη να χαρίσει και πως της έλειπε η ξέγνοιαστη ζωή και το παιχνίδι, γι' αυτό κι εκείνη δεν είχε ανάγκη κανέναν άντρα, από δω και πέρα θα τα κατάφερνε ολομόναχη, όπως πάντα, μα θα έπαυε να πετάει στα σύννεφα και να πιστεύει πως ίσως ερχόταν ο ιππότης με το άσπρο άλογο για να τη σώσει από τον εφιάλτη της.

«Πού θα πάμε και τι πρέπει να φορέσω;» τον ρώτησε τρίβοντας τα μάτια της, και συνέχισε να καπνίζει και να βάζει σε μια σειρά τον εαυτό της.

Ο Άντονι από την άλλη είχε ξαπλώσει στον καναπέ και όλες αυτές τις ώρες κάπνιζε και έπινε με το κεφάλι του έτοιμο να σκάσει από την πολλή σκέψη. Γιατί τον ένοιαζε αυτή η κοπέλα; Ίσως ήταν η φύση του, έτσι είχε μάθει, να βοηθά και να ακούει, να βρίσκει λύση στα προβλήματα των άλλων και να είναι έντιμος, αξιόπιστος και να χαρίζει στον άλλον τον ίδιο του τον εαυτό.

ΓΥΝΑΙΚΑ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟМесто, где живут истории. Откройте их для себя