Το όνειρο

353 31 23
                                    

Το επόμενο πρωί όλοι μιλούσαν για την εξαφάνιση της γυναίκας του Μορέλι και την εμφάνισή της με τη φρουρά του να έχει περικυκλώσει το πιο γνωστό ξενοδοχείο του Παλέρμο. Η τηλεόραση μιλούσε γι' αυτό, τα κουτσομπολιά έδιναν και έπαιρναν, ως και το αυτοκίνητο που είχε σχεδιάσει για εκείνη έλεγαν πως θα αποσυρθεί και ο κατακλυσμός ήταν τεράστιος για τον Μορέλι και για την οικογένειά του, ξεθάβοντας ψευδή κουτσομπολιά από παλιά.

Ο Κλέι στηριζόμενος στις πατερίτσες του και με τον αρχηγό της φρουράς στο πλάι του, χτύπησε την πόρτα του δωματίου της αδελφής του περιμένοντας να δει και με τα μάτια του αν ήταν καλά εφόσον μετά απ' όσα πέρασε ήθελε να το διαπιστώσει και μόνος του.

«Περάστε.»

Ακούστηκε η φωνή της και μόλις μπήκαν μέσα, τη βρήκαν να κάθεται σε μια πολυθρόνα μπροστά στο παράθυρο και να καπνίζει, έχοντας δίπλα της ένα τασάκι γεμάτο αποτσίγαρα κι ένα σχεδόν άδειο μπουκάλι ουίσκι. 

«Ωωω! Ο αδελφούλης μου περπατάει!» φώναξε με ενθουσιασμό και σηκώθηκε από τη θέση της για να τον κλείσει στην αγκαλιά της, ευχαριστώντας από μέσα της τον άντρα που έκανε τα αδύνατα δυνατά για να τον θεραπεύσει στέλνοντάς τον στους σωστούς  γιατρούς... κάποια στιγμή, ίσως της δινόταν η ευκαιρία να τον ευχαριστήσει γι' αυτήν του την πράξη και για όλες όσες είχε κάνει για χάρη της.

«Τι κάνεις, Σαμπρίνα;» της είπε και με τη βοήθεια του αρχηγού, κάθισε στο κρεβάτι της ενώ εκείνος του ανέβασε τα πόδια στο στρώμα και τους άφησε να μιλήσουν. «Τι είναι αυτά που κάνεις, Σαμπρίνα; Κάνεις κακό στο μωρό, πέτα αυτές τις αηδίες τώρα», τη διέταξε ο αδελφός της. Ό,τι κι αν πέρασε, δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί έκανε κακό στο παιδί της. Πού είχε πάει η Σαμπρίνα που αγαπούσε τα παιδιά;

«Δεν υπάρχουν και πολλά να κάνει κανείς εδώ μέσα», του είπε ξαπλώνοντας δίπλα του, και έβαλε το κεφάλι της στο στήθος του, «Προσπαθώ να κάνω το σωστό, αδελφούλη μου, αλλά μερικές φορές νιώθω πως ο διάβολος μπαίνει μέσα μου, κι έτσι κυλάω στα ίδια και στα ίδια...»

«Τι έγινε ο Στιβ;» τη ρώτησε με αγωνία αγκαλιάζοντάς τη.

«Ο Στιβ πέθανε... βρήκε τον δάσκαλό του...»

«Κι αφού ο Διάβολος επιτέλους πέθανε, εσύ προσπαθείς να πάρεις τη θέση του σκοτώνοντας το παιδί που μεγαλώνει μέσα σου;» της είπε γεμίζοντας από ηρεμία αφού επιτέλους ξεφορτώθηκαν αυτό το τέρας από τις ζωές τους. Ποτέ δεν τον συμπάθησε, όπως και οι γονείς του, κι ας μην ήξερε ακριβώς τι έκανε στην αδελφή του.

ΓΥΝΑΙΚΑ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟDonde viven las historias. Descúbrelo ahora