Σιωπή!

306 39 26
                                    

Οι ώρες πέρασαν και ο Μορέλι αφού έντυσε τη γυναίκα του από την κορυφή ως τα νύχια με την τελευταία λέξη της μόδας, κάθισε στον καναπέ της σουίτας του με τον βοηθό του για να δει αν υπήρχε περίπτωση να ακυρώσουν τον γάμο.

Ο Ντάνιελ δεν έδειχνε να πιστεύει πως το άλλοτε  μετρημένο σε κινήσεις και λόγια αφεντικό του παρασύρθηκε και μέθυσε, κάνοντας τη μεγαλύτερη τρέλα της ζωής του. Παρόλα αυτά, του εξήγησε πως δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γιατί ο γάμος ήταν έγκυρος για τις Ηνωμένες Πολιτείες και η Σαμπρίνα θα είχε μερίδιο στο νέο αγωνιστικό κέντρο και σε όσες επιχειρήσεις είχαν επεκταθεί στη συγκεκριμένη ήπειρο.

Ήθελε να χτυπήσει το κεφάλι του στον τοίχο, δεν μπορούσε να παραδεχτεί τον βιασμό του ούτε και την αλήθεια, πως έπεσε θύμα της ομορφιάς της, κι έτσι ο Άντονι επέλεξε να παίξει το παιχνίδι που εκείνη ξεκίνησε για να βρει την κατάλληλη ευκαιρία να την ξεφορτωθεί, αλλά, μέχρι τότε, θα γινόταν ένα μ' εκείνον, δε θα έφευγε λεπτό από τα μάτια ή την επιτήρησή του.

Πήρε το κουτί από το κοσμηματοπωλείο που του έφερε ο Ντάνιελ και μπήκε στο δωμάτιο. Η Σαμπρίνα καθόταν μπροστά  στο έπιπλο της τουαλέτας με τον μεγάλο καθρέφτη, έχοντας τα ίσια και μαύρα μαλλιά της ανέμελα, και έφτιαχνε τις τελευταίες λεπτομέρειες στο γήινο, σε καφέ και μπρονζέ χρωματισμούς μακιγιάζ της. Το χρυσό φόρεμα αγκάλιαζε σφιχτά το λεπτεπίλεπτο κορμί της, εκθέτοντας τόσο όσο έπρεπε τα στήθη της και, μόλις σηκώθηκε, οι μακριές της γάμπες έκαναν την εμφάνισή τους, αυτές οι γάμπες που θα τραβούσαν σαν μαγνήτης όποιο αρσενικό βρισκόταν στη συνάντησή τους.

«Πώς σου φαίνομαι;» τον ρώτησε κάνοντας μια στροφή γύρω από τον εαυτό της πάνω στα λευκά της πέδιλα.

Ο Άντονι δεν της μίλησε, έδειξε πως δεν την κοίταξε καν και απλώς άνοιξε το βελούδινο, μαύρο κουτί και πέρασε στο δάχτυλό της μια λευκόχρυση βέρα και ένα τεράστιο μονόπετρο, με το διαμάντι του να λαμπυρίζει θαμπώνοντας τα βλέμματά τους, και τον άντρα να περνά και στο δικό του δάχτυλο την άλλη βέρα.

Άνοιξε την ντουλάπα και διάλεξε ένα κομψό, μαύρο κουστούμι και ντύθηκε δίχως να πει λέξη, αλλά ούτε η ματιά του έπεσε επάνω της. Είχε πολλά που σκεφτόταν: τα εγκαίνια, την πρώτη του φωτογραφία με μια άγνωστη γυναίκα που πλέον ήταν επίσημα και νόμιμα μια κυριά Μορέλι και το σοκ που θα πάθαιναν οι δικοί του άνθρωποι βλέποντας τα νέα του που θα ταξίδευαν με ταχύτητα φωτός. Πώς τα είχε καταφέρει έτσι, πώς κατέστρεψε τα πάντα μέσα σε ένα διαβολικό βράδυ, ούτε που το είχε καταλάβει.

ΓΥΝΑΙΚΑ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟHikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin