Αποχαιρετισμοί

3 0 0
                                    

Ο Λάγιος γύρισε και πάλι στη Λάρισα χωρίς να γνωρίζουν οι κάτοικοι της τίποτα για αυτόν.

Στην εφημερίδα ο Λάγιος διάβασε πως 15 Απριλίου θα έπρεπε να παρουσιαστεί στο κέντρο ως νεοσύλλεκτος στρατιώτης. Πρώτα όμως χρειαζόταν να πάει στη Βλάστη να μάθει σε ποιο κέντρο θα έπρεπε να παρουσιαστεί. Τώρα πια ήταν ελεύθερος - δεν μπορούσαν να του αποτρέψουν το στρατιωτικό,

Το είπε στον κύρ-Αλέξη, ο οποίος αμέσως σκέφτηκε το κούρεμα των προβάτων.

-Στις 15 θα παρουσιαστείς στο κέντρο σωστά; Τις 13 και τις 14 θα πας στην Βλάστη, να δεις τους δικούς σου και ταυτόχρονα να μάθεις που θα πρέπει να πας. Τις 10 περίπου θα ήθελα να κουρέψουμε τα κοπάδια τα δικά μας και του γείτονα.

Τις δέκα κουρέψανε ήρεμα τα πρόβατα του γείτονα, χωρίς κανένα απρόοπτο από πλευράς του Λάγιου. Όχι μόνο δεν πρόδωσε την ταυτότητα του, είχε και δέκα άτομα να θαυμάζουν την σβελτάδα του κουρέματος του βουβού Τριστάνου, όπως τον αποκαλούσαν. Την επόμενη μέρα βάλανε το ψαλίδι του κυρ-Αλέξη- του Λάγιου έβγαζε φωτιά. Η κυρά-Φανή καθόταν δίπλα και τον καμάρωνε, παίρνοντας κάπου-κάπου κανέναν μεζέ και ταΐζοντας τον στο στόμα. Όταν τελειώσανε, καθίσανε να φάνε.

Ο κυρ-Αλέξης είχε βάλει το καλύτερο σογγάρι ή αλλιώς αρνί στη σούβλα. Αφού αρχίσανε να τρώνε, πήραν τα ποτήρια να πουν τις ευχές στον κυρ-Αλέξη. Πρώτος σήκωσε το ποτήρι ο Λάγιος και για πρώτη φορά άνοιξε το στόμα του στο κοινό. Είπε:

-Κυρ-Αλέξη να ζήσεις, να χαίρεσαι την οικογένειά σου, μαζί και το στερνοπαίδι, όπως με αποκαλείς ...

Οι κουρεφτάδες που ήταν στο τραπέζι έμειναν άφωνοι. Ο κυρ-Αλέξης τον αγκάλιασε σφιχτά και τον φίλησε. Της κυρά-Φανής της ξέφυγε ένας λυγμός, τα μάτια της γέμισαν δάκρυα συγκίνησης. Έσφιξε στην αγκαλιά της τον Λάγιο και τον γέμισε με μητρικά φιλιά. Μετά οι αδελφούλες του και όλοι οι κουρεφτάδες πλησίασαν και αυτοί και τον αγκάλιασαν.

Την επόμενη μέρα, ο Λάγιος αποχαιρέτησε τους πάντες και σηκώθηκε να φύγει. Η κυρά-Φανή με τις δυο κορούλες της τον ξεπροβόδισαν μέχρι το λεωφορείο. Ενώ ήταν έτοιμος να μπει μέσα, η κυρά-Φανή του είπε:

-Λάγιο μου, ώρα καλή, να πας στο καλό και να μην μας ξεχάσεις τον Αλέξη, εμένα και τα κορτσούδια από εδώ. Εμείς πάντα θα σε περιμένουμε...

Τον ξανά-αγκάλιασαν και τον φίλησαν με άπειρη αγάπη. Έπειτα, μπήκε στο λεωφορείο και έφυγε.

Το στερνοπαίδι της Κυρά- ΦανήςWhere stories live. Discover now