η εφαρμογή του σχεδίου και ο θάνατος του γερο- Στέργιου

7 1 0
                                    

Ο Λάγιος έμεινε να κοιτάζει στο σκοτάδι μπας και δει κανένα γνώριμο πρόσωπο. Για μια στιγμή, είδε μια μαυροφόρα γυναίκα που πήγαινε βιαστικά προς το σπίτι του γέρο - Στέργιου. Αν και είχαν περάσει τρία χρόνια από τότε που ο νεαρός έφυγε από το χωριό, δε δυσκολεύτηκε να αναγνωρίσει σε εκείνη την κυρά - Κλεονίκη. Την πλησίασε και την άγγιξε απαλά στον ώμο ώστε να μην την τρομάξει και είπε:

-«Θεία Κλεονίκη είμαι ο Λάγιος»

Η κυρά - Κλεονίκη τον έσφιξε στην αγκαλιά της και απάντησε:

- Σε περιμέναμε κι εγώ και όλοι οι υπόλοιποι, μα πιο πολύ εκείνος. Δεν φεύγει η ψυχή του αν δεν σε δει για τελευταία φορά. Παρακολουθεί όμως και η χωροφυλακή. Πρόσεξε μην σε πιάσουν.

-«Θεία Κλεονίκη, απόψε θέλω να βάλλεις τα δυνατά σου να με προφυλάξεις. Εγώ θα πάω και θα μπω μες στο σπίτι. Εσύ μόλις δεις ύποπτες κινήσεις θα μπεις μέσα, θα κάνεις πως παραπατάς και θα πέσεις στην λάμπα επάνω, σβήνοντας και σπάζοντας τη. Όταν το απόλυτο σκοτάδι θα απλωθεί, εγώ θα φύγω από το παράθυρο, το οποίο αμέσως θα κλείσεις. Όταν δουν παράθυρο κλειστό, θα αρχίσουν να ψάχνουν ντουλάπες, κρεβάτια, μέχρι και το υπόγειο. Εκείνη την ώρα θα βγάλω φτερά και θα φύγω...»

Τη χτύπησε απαλά στην πλάτη, την αγκάλιασε, την φίλησε κι έφυγε.

Μόλις μπήκε στο σπίτι, η κυρά - Φανή χαιρέτησε τυπικά τους κατοίκους του και πλησίασε στην κλίνη του γέρο - Στέργιου. Έσκυψε, του φίλησε το χέρι και το μέτωπο με ευλάβεια και του ψιθύρισε στο αυτί:

- Παππού, τι θέλεις να σου φέρω;

Δυο χοντρά δάκρυα κύλησαν στα μάγουλά του γέροντα.

- Θέλω να δω τον Λάγιο μου για τελευταία φορά κι ας πεθάνω...

Η κυρά - Φανή λιγοκάρδιασε, δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυα της.

- Τον Λάγιο τον έφερα, σε λίγο θα τον δεις και θα τον αγκαλιάσεις,

Εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε ο Λάγιος. Αγέρωχος άρπαξε στα δυνατά του μπράτσα τον γέρο -Στέργιο και τον γέμισε με φιλιά.

Του γέρο - Στέργιου έλαμψαν τα μάτια του από την ευτυχία. Την επόμενη στιγμή η ψυχή του αποχαιρέτησε το σώμα και τα επίγεια. Ο Λάγιος έκλεισε τα μάτια του γέρου και ετοιμάστηκε να πει κάτι, μα εκείνη την ώρα μπήκε μέσα τρεχάτη η κυρά - Κλεονίκη. Παραπάτησε βιαστική και έπεσε επάνω στη λάμπα.

Το δωμάτιο βυθίστηκε στο σκοτάδι. Ο Λάγιος άνοιξε το παράθυρο και έπειτα εξαφανίστηκε, τον κατάπιε το κατάμαυρο άπειρο. Με μια κίνηση η κυρία Κλεονίκη το έκλεισε βιαστικά και κάθισε να θρηνήσει πάνω από το άψυχο σώμα του γέροντα της.

Το στερνοπαίδι της Κυρά- ΦανήςWhere stories live. Discover now