η ανάκριση

10 2 0
                                    

Η χωροφυλακή έκανε φύλο και φτερό το σπίτι του γέρο-Στέργιου. Έψαξε στους αχυρώνες, στα μαγειριά ,στους μπαχτσέδες, στα μαντριά. Αφού δεν βρήκε πουθενά τον Λάγιο πήρε τον γέρο-Στέργιο για ανάκριση, νομίζοντας είναι κανένα παιδαρέλι. Όταν του αγρίεψαν λίγο (η αστυνομία τότε δεν ήταν όπως σήμερα με την δημοκρατία, που της πετά όποιος κι όποιος πέτρες και μπουκάλια και την φοβερίζει, αλλά είχε σε όλα τον πρώτο λόγο) μπήκε στην χωροφυλακή, έριξε μια αυστηρή ματιά γύρω του και απευθύνθηκε στον αξιωματικό υπηρεσίας και ρώτησε τι τον θέλανε με σοβαρότητα και αυστηρότητα. Ο διοικητής της αστυνομίας για να τον καλμάρει λίγο και σεβόμενος την ηλικία του γέρου του χαμογέλασε ,όσο πιο γλυκά μπορούσε και είπε:

«Κυρ-Στέργιεε ξέρεις πολύ καλά πόσο σε εκτιμώ κι εσένα και την οικογένειά σου, οπότε θα σου κάνω μερικές ερωτήσεις και αν θες τις απαντάς. Καταρχάς θα ήθελα να μου πεις που κρύβεται ο Λάγιος. Όσο κρύβεται η θέση του χειροτερεύει ,αν μάθουμε σύντομα που είναι ή αν έρθει αυτός σε εμάς σύντομα, θα προσπαθήσουμε να ελαφρυνθεί η ποινή του. Ξέρουμε για την συνέπεια του νεαρού και την άριστη διαγωγή του. Τον εκτιμά και τον αγαπά όλο το χωριό - είναι όλοι με το μέρος του. Δεν θα επιτρέψει κανείς ,και η αστυνομία επίσης ,να του κάνουν κακό .Αν δεν έρθει όμως... Τα πράγματα θα είναι δύσκολα ...»

Ο γέρο-Στέργιος κοίταξε τον διοικητή με ένα γαλήνιο βλέμμα και είπε: «Παλικάρι μου, ο Θεός να σου δώσει πιο πολλά χρόνια από μένα, κι ότι επιθυμείς στην ζωή σου για την καλή συμπεριφορά που έδειξες σε εμένα και σε όλη την οικογένεια μου, κι ιδιαίτερα για τον νεαρό Λάγιο μας. Εγώ θυμάμαι πως το συμμάζεψα αυτό το παιδί, μέσα σε δύσκολους καιρούς ,στην φωτιά ενός εμφυλίου, και θυμάμαι πως το αγκάλιασα με στοργή και αγάπη, όχι μόνο εγώ αλλά και όλη η μικρή μας κοινότητα. Μακάρι να του βρίσκαμε και την οικογένειά του... Αλλά εν πάση περιπτώσει ,αυτά δεν τελειώνουν καμιά φορά...

Τώρα για το που είναι μακάρι να 'ξερα, να πάω να τον φέρω και να ξοδέψω ότι έχω και δεν έχω για να τον απαλλάξω... Πάντως, ο μεγάλος μου ο γιόκας μου είπε πως λείπει το πιο άγριο και γλήγορο άλογο, το οποίο μόνο ο Λάγιος μπορεί να το πιάνει. Είμαι σίγουρος πως το πήρε ο Λάγιος... Το άλογο-ο Ντόρης - όπου και να το πας, άμα το αμολήσεις θα γυρίσει πίσω στο σπίτι. Δεν χάνει τον δρόμο του και άμα προσπαθήσει κάποιος να το πιάσει, αποκλείεται να τα καταφέρει...

Ο αστυνόμος κοίταξε τον γέρο με σεβασμό και είπε: «Εύχομαι να πάνε όλα καλά, όπως τα θες. Εγώ, από την πλευρά μου, σου δίνω τον λόγο μου (εδώ που τα λέμε να μην γίνει λόγος πουθενά έτσι;) ότι δεν πρόκειται να τον κυνηγήσω, γιατί ξέρω καλά τον Λάγιο πως είναι ένα καλό και χρήσιμο παιδί στην κοινωνία ...»

Αφού χαιρέτησε τον αστυνόμο ο γέρο-Στέργιος γύρισε σπίτι του. Η ώρα ήταν περασμένη και τα αστέρια, δημιουργώντας έναν πανέμορφο ουράνιο θόλο ήταν τα μόνα που φώτιζαν το χωματόδρομο που οδηγούσε στο σπίτι. Όταν έφτασε ,ο γέρο-Στέργιος κάθισε σε ένα σκαμνί έξω στην σκάλα και έμεινε εκεί για κάμποση ώρα συλλογισμένος. Κάποια στιγμή άνοιξε η πόρτα της αυλής και μπήκε χαρούμενος ο μεγάλος εγγονός. Παππού, λέει, ο Ντόρης γύρισε και στην μακριά χαίτη του είναι δεμένο ένα χαρτί!!

Ο γέρο-Στέργιος πετάχτηκε σαν ελατήριο από το σκαμνί μόλα τα γερατειά που τον βάραιναν και αφού πήρε τον εγγονό του από το χέρι ξεκινήσανε μαζί για το βουνό όπου είχαν τα άλογα. Όταν έφτάσαν, ο γέρο-Στέργιος σιγοσφύριξε και τα άλογα μαζευτήκαν γύρω του. Ο Ντόρης, λές και κατάλαβε την αποστολή του απέναντι στον γέρο-Στέργιο, αν και ήταν άγριο άλογο, τον πλησίασε με κεφάλι σκυφτό και στάθηκε μπροστά του. Του έδωσε το κεφάλι του, κι αυτός με τρόπο χάιδεψε την χαίτη του και τράβηξε την θηλιά του σχοινιού που έδενε το σημείωμα .

Στο κομμάτι χαρτί που αποτελούσε το σημείωμα ήτανε γραμμένες μονάχα τρείς λέξεις: «Παππού είμαι καλά»

Ο γέρο-Στέργιος σα να ηρέμησε κάπως, έχοντας κάποια σιγουριά και εμπιστοσύνη στις ικανότητες του Λάγιου. Είπε την γιαγιά Τάνα, την σύντροφο της ζωής του, να του κάνει λίγο τραχανά να φάει, και να ξαπλώσει να ησυχάσει. Η γιαγιά Τάνα πήρε λίγα ξυλάκια, άναψε φωτιά, ετοίμασε τον τραχανά και φώναξε τον γέρο-Στέργιο να φάει. Αφού έφαγε, αυτός πήγε και πλάγιασε να κοιμηθεί.

Το στερνοπαίδι της Κυρά- ΦανήςWhere stories live. Discover now