Ο Λάγιος πήγε στην Αθήνα. Το πρώτο βράδυ, πριν παρουσιαστούν στο κέντρο πήγανε στο ξενοδοχείο. Το πρωί πήραν το πρωινό τους και μετά άρχισαν να βολτάρουν στην πόλη. Πόσο όμορφα ήταν στην πρωτεύουσα! Το απόγευμα παρουσιάστηκαν στο κέντρο. Τους έδωσαν ρούχα να ντυθούν, τον οπλισμό τους τον χρεώσανε. Στρώσανε τα κρεβάτια τους, δειπνίσανε και πέσανε για ύπνο.
Την επομένη το πρωί, φάγανε το πρωινό τους και πήγανε για εκπαίδευση. Το σημερινό μάθημα αφορούσε την χρήση του όπλου μ1, ώστε να μπορούν να το χειρίζονται. Η πρώτη μέρα για τον Λάγιο κύλισε γρήγορα και ευχάριστα.
Στο πρωινό την επόμενη μέρα μπήκε ένας υπαξιωματικός και φώναξε «ποιος από εσάς είναι ο Λάγιος;»
-Παρών- ανταποκρίθηκε ο νεαρός και σηκώθηκε.
-Σε ζήτησε ο διοικητής του κέντρου. Ντύσου καλά και πάμε.-είπε ο υπαξιωματικός υπηρεσίας. Έλεγξε αν η εμφάνιση του Λάγιου ήταν εντάξει και του έδωσε μερικές συμβουλές για το πώς θα έπρεπε να παρουσιαστεί, πώς να αναφέρει το όνομα και την ειδικότητα του και άλλα τέτοια, καθώς ήταν νεοσύλλεκτος. Έπειτα τον συνόδεψε μέχρι το διοικητήριο.
Χτυπήσανε την βαριά πόρτα του γραφείου και έπειτα μπήκαν μέσα. Ο υπαξιωματικός χαιρέτησε στον διοικητή και είπε:
-Κύριε διοικητά, ο Λάγιος που ζητήσατε.
Ο Λάγιος χαιρέτησε κανονικά και ανέφερε όνομα και ειδικότητα, όπως ακριβώς είχε μάθει νωρίτερα.
Ο διοικητής κοίταξε τον υπαξιωματικό και του είπε πως «μπορούσε να φύγει». Έπειτα στράφηκε στον Λάγιο. Του έριξε μια προσεκτική ματιά και του είπε να καθίσει. Αυτός υπάκουσε κάπως αμήχανα, με μια αγωνία, και σαν να αναστέναξε σιγανά.
Ο διοικητής, όταν είδε την κίνηση αυτή, πήρε στροφές το μυαλό του και είπε:
-Χαλάρωσε παιδί μου και μην αγχώνεσαι. Εμένα θα με βλέπεις σαν πατέρα ή φίλο σου, την στιγμή βέβαια που είσαι εν τάξει στα καθήκοντά σου.
Ο Λάγιος άνοιξε την καρδιά του και αφηγήθηκε όλο το ιστορικό της ζωής του από την στιγμή που τον βρήκε ο γέρο-Στέργιος κρεμασμένο από ένα δένδρο μέσα σε έναν τροβά, μέχρι την στιγμή που καθότανε δίπλα του. Η διήγηση κράτησε αρκετή ώρα, μα ο διοικητής άκουγε προσεκτικά. Όταν τελειώσανε, είπε:
-Παιδί μου, καταλαβαίνω όσο δεν μπορείς να φανταστείς... Εμένα η μοίρα μου εμπιστεύτηκε χιλιάδες παιδιά στην ζωή μου από τότες που ανέλαβα αυτά τα καθήκοντα. Άλλα με πικραίνουν πολύ, άλλα λίγο, άλλα μου δώσανε κάποιες χαρές... Αυτά όλα είναι στο επάγγελμα που διάλεξα. Πάντως, από αυτά που μου είπες πέρασες δύσκολα χρόνια στην ζωή σου...
Ο Λάγιος κούνησε το κεφάλι του και αναστέναξε λέγοντας:
-Πέρασα ευτυχισμένες στιγμές και δυστυχισμένα χρόνια...
-Από ότι βλέπω η ζωή σου ήταν ένα δύσκολο και δραματικό πανεπιστήμιο, αλλά έχεις μάθει πολλά από αυτή την διδασκαλία της. Είσαι έτοιμος να αντιμετωπίσεις πολλές δυσκολίες στην μετέπειτα ζωή σου –γιατί και στην στρατιωτική θητεία σου θα χρειαστεί επίσης να περάσεις από πολλά. Εδώ δεν παίρνουμε μόνο καλά παιδιά, αλλα ρίχνουμε τα δύχτια και τους μαζεύουμε όλους αζβάρνα, λογιών – λογιών παιδιά- και καλά και κακά. Όσο για αυτό δεν σε φοβάμαι φυσικά, είσαι ένα καλό και νομοταγές άτομο... Αν συναντήσεις κάποια δυσκολία, θέλω να έρθεις αμέσως σε εμένα να ζητήσεις ακρόαση, έγινα κατανοητός;
Με όλη την συζήτηση η ώρα πέρασε και η σάλπιγγα σήμανε την ώρα του μεσημεριανού γεύματος. Ο Λάγιος αποχαιρέτησε τον διοικητή, πήρε την καραβάνα και το φαγητό και πήγε να καθίσει στο εστιατόριο. Τι εστιατόριο δηλαδή, στα σκαλιά κάθισε... Τον πλησίασε ένας ανθυπολοχαγός και του είπε φιλικά:
-Λάγιο, αν θελήσεις περίσσευμα να πας να πάρεις, εντάξει;
Ο Λάγιος κατάλαβε κάπως πως τον προσέχουν ιδιαίτερα οι αξιωματικοί και νοιάζονται για το καλό του. Οι μέρες περνούσαν και άρχισε να συνειδητοποιεί ότι τον εκτιμούν αξιωματικοί και υπαξιωματικοί και για αυτό, σαν από μίμηση, όλοι οι υπόλοιποι.
BINABASA MO ANG
Το στερνοπαίδι της Κυρά- Φανής
Non-FictionΤα τελευταία χρόνια η τεχνολογία έχει κάνει άλματα και η ζωή αλλάζει με ταχείς ρυθμούς. Στη νέα γενιά ορισμένα βιώματα των παλαιοτέρων φαντάζουν εντελώς αδιανόητα. Το συγκεκριμένο βιβλίο του Ιωάννη Παρίση, ενός ανθρώπου που βίωσε, σε μικρή βέβαια ηλ...