Το παιχνίδι των δαχτύλων.

257 25 8
                                    

Ήταν μόνο τέσσερα χρονών η Ευτυχία και πήγαινε νηπιαγωγείο, όταν όλα τα παιδιά της τάξης της δεν την έκαναν παρέα, δεν ήθελαν να παίζουν μαζί της μήλα, κρυφτό, κυνηγητό, ακόμα και όλα αυτά τα καινούρια παιχνίδια που είχαν σκαρφιστεί μόνα τους. Ποτέ δεν έμαθε η Ευτυχία πως παίζονται αυτά τα παιχνίδια, ούτε καν τους κανόνες των παιχνιδιών. Για έναν ενήλικα αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα αλλά ένα μικρό παιδάκι πλήττει με αυτό το πρόβλημα. Για ένα παιδικό μυαλό και για μια παιδική καρδιά φαίνεται άσχημο το να μην σε αποδέχονται οι συμμαθητές σου, οι φίλοι που υποτίθεται έπρεπε να έχει κάθε παιδί σε αυτές τις ηλικίες. Αυτή είναι εξάλλου και η κατάλληλη ηλικία όπου μαθαίνεις τι εστί φιλία, πως πρέπει να συμπεριφέρεσαι σε έναν φίλο σου, την αξία της φιλίας. Παρουσιάζουμε την φιλία ως υψίστης σημασίας και αν ένα παιδάκι δεν έχει φίλους, τότε αυτόματα θεωρεί τον εαυτό του μια αποτυχία, επειδή απέτυχε τον πρώτο του στόχο, να κοινωνικοποιηθεί και να νιώσει πως το αγαπάνε και το σέβονται. Η Ευτυχία θυμάται τον εαυτό της από μικρό χαρούμενο, φιλόδοξο και ονειροπόλο παιδάκι να θέλει να παίξει και να γελάσει όπως όλα τα υπόλοιπα παιδιά. Δεν ταίριαξε με τα άλλα παιδιά, γιατί δεν την ήθελαν μαζί τους. Την χαρακτήριζαν από τότε "διαφορετική",- αν και όλοι οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί. Ακόμα και το θύμα με τον θύτη.- Έτσι, μια ημέρα που αποφάσισε στο διάλειμμα να βγει έξω από την τάξη (συνήθιζε σε κάθε διάλειμμα να παραμένει μέσα στην τάξη, διότι δεν είχε φίλους για να τρέξει, παίξει, γελάσει μαζί τους στο προαύλιο), και να κάτσει σε ένα παγκάκι, κοντά στα υπέροχα και μοσχομυρωδάτα κίτρινα αγριολούλουδα, δίπλα στα κάθε λογής δέντρα: πεύκα, μηλιά, αχλαδιά... Έκατσε στο παγκάκι και ενώ άκουγε τα μικρά πουλάκια να τιτιβίζουν, (λάτρευε να ακούει τα τιτιβίσματα των πουλιών γιατί όταν το άκουγε ένιωθε γαλήνια μέσα της) βρήκε το δικό της παιχνίδι όπου θα μπορεί εύκολα να ψυχαγωγεί και να διασκεδάζει τον εαυτό της, σαν τα υπόλοιπα τα παιδιά, με παρέα τον εαυτό της. Το παιχνίδι το ονόμασε: "Το παιχνίδι των δαχτύλων", γιατί πράγματι έπαιζε με τα δαχτυλάκια της. Συνήθιζε να παίζει με τα δάχτυλά της από πολύ μικρή διότι όπως έλεγε και η ίδια: "μου αφαιρεί το άγχος από την καρδιά μου και το αφήνει κάπου μακριά, μέχρι να το ξανανιώσω". Το παιχνίδι που σκαρφίστηκε και ονόμασε ήταν εύκολο, και είχε μόνο έναν κανόνα. Το μεγάλο δαχτυλάκι να προστατεύει το μικρό δαχτυλάκι. Το μικρό δαχτυλάκι της ήταν ο αδύναμος εαυτός της, μιας και ήταν μικρό σε μέγεθος. Ίσως έτσι να έβλεπε τον εαυτό της, μικρό, αδύνατο και ίσως άκαμπτο, και το μεγάλο της δαχτυλάκι ήταν ο εαυτός της, αλλά ο δυνατός εαυτός της που δεν τον είχε γνωρίσει ακόμα. Πάντα αναρωτιόταν αν θα γίνει σαν το μεγάλο της δαχτυλάκι. Κάποιες φορές σκεφτόταν πως αυτό ήταν το όνειρο της, ο στόχος της. Στην πραγματικότητα σύγκρινε τον εαυτό της με όλους τους υπόλοιπους που έδειχναν δυνατοί και τρανοί. Το παιχνίδι της διακόπηκε από τις συμμαθήτριες της, οι οποίες επιδεικτικά έτρεξαν γύρω γύρω από το παγκάκι που καθόταν. Πιάστηκαν χεράκι χεράκι χοροπηδόντας πάνω κάτω ενώ φώναζαν όσο πιο δυνατά μπορούσαν τα χειρότερα για την Ευτυχία. Της θύμιζαν πόσο μόνη και μισητή φαινόταν. Τότε το μεγάλο δαχτυλάκι κόπηκε. Κάθε φορά που η Ευτυχία ένιωθε άσχημα το μεγάλο της δαχτυλάκι κοβόταν. Ευχόταν επίσης κάποια στιγμή να επουλωθεί η πληγή και να συνεχίσει το ενδιαφέρον παιχνίδι. Να προστατεύει το μικρό το δαχτυλάκι. Τον μικρό εαυτό της.

Τελικά ευτύχησες ;Where stories live. Discover now