Το δύσκολο παιχνίδι.

152 20 11
                                    

Η Ευτυχία μεγάλωσε, τελείωσε το δημοτικό και πλέον φοιτούσε στην δευτέρα Γυμνασίου. Η Ευτυχία ακόμα και στην εφηβεία της, ήταν καλόβουλη, έκανε καλές πράξεις, είχε καλή καρδιά γεμάτη από αγάπη και μισούσε τους τσακωμούς. Ακόμα ένιωθε άσχημα για όλα τα τραύματα που σε όλα τα σχολικά της χρόνια είχαν δημιουργηθεί, όμως τα ξεχνούσε ή παρίστανε πως τα ξέχασε για να είναι η ίδια καλά. Αυτό όμως αντικειμενικά ήταν άσχημο, φαντάσου να σε βλάπτει κάποιος και εσύ να ξεχνάς επιδεικτικά τι συνέβη. Μπορεί προσωρινά η Ευτυχία να ένιωθε καλά με τον εαυτό της αλλά μελλοντικά δεν θα μπορούσε να συνειδητοποιήσει τι σήμαιναν οι σχέσεις, ο αλληλοσεβασμός και η αμοιβαία αγάπη ή και ακόμα δεν θα μπορούσε να θυμηθεί τι συνέβη στην ζωή της, στο παρελθόν δηλαδή. Όμως τότε ανακάλυψε πως όσο και αν κρατάει κακία σε όλα τα άτομα που ήθελαν να της μαυρίσουν την πολύχρωμη ψυχή της, και όσοι ήθελαν να χλευάσουν και να διαλύσουν το μικρό της δαχτυλάκι (τον τωρινό εαυτό της) , τόσο πιο πολύ δεν θα ένιωθε η ίδια καλά. Η πρώτη σχολική χρονιά του γυμνασίου πέρασε πολύ γρήγορα, ο χρόνος κυλούσε σαν ποτάμι, τόσο γρήγορα. Προσαρμόστηκε, σταδιακά ωρίμαζε και συνέχιζε να καταστρώνει πλάνα για τον μέλλον της όπως κάνουν όλα τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες. Ονειρεύονται. Ονειρευόταν και προσπαθούσε για το μέλλον της η Ευτυχία!

Η δεύτερη τάξη του γυμνασίου έπαιξε σημαντικό ρόλο για την πορεία της Ευτυχίας, η δεύτερη τάξη του γυμνασίου ήταν μια από τις χειρότερες. Ακόμα δεν μπορεί να ξεχάσει τις αναμνήσεις της από αυτή την τάξη. Θα έκανε τα πάντα για να διέγραφε με έναν μαγικό τρόπο όλα αυτά τα βιώματα, να επούλωνε όλες αυτές τις πληγές από την καρδούλα της και το δαχτυλάκι της. Η Ευτυχία μπορεί να θυμηθεί τόσα πολλά γεγονότα από αυτή την σχολική χρονιά. Αυτά τα γεγονότα δεν ήθελε να τα ξεχάσει ή μπορεί να μην μπόρεσε ποτέ. Μέχρι στιγμής δεν είχε καταφέρει να πραγματοποιήσει το όνειρο της (να γίνει το μεγάλο της δαχτυλάκι), αλλά προσπαθούσε.

Η Ευτυχία μέχρι και την δευτέρα γυμνασίου είχε 2 φίλες. Την Στεφανία και την Λαμπρινή. Η Στεφανία ήταν η πρώτη της φίλη. Πήγαιναν από μικρές μαζί μπάσκετ και όλοι συμφωνούσαν πως αυτά τα δυο κορίτσια ήταν το κατάλληλο δίδυμο (εξωτερικά τουλάχιστον). Ήταν και οι δυο αρκετά ψηλές, ανεπτυγμένες και μάλιστα, και οι δυο αγαπούσαν το μπάσκετ, θαύμαζαν συγκεκριμένες ομάδες, αγαπούσαν τους ίδιους ηθοποιούς, έβλεπαν και οι δυο Marvel και φυσικά άκουγαν το ίδιο είδος μουσικής. Τους άρεσε να ακούνε pop μουσική μετά από κάθε προπόνηση και να χοροπηδούν σαν ευτυχισμένα κατσίκια πάνω κάτω, ενώ προσποιούνταν πως τραγουδούσαν, ενώ καλά καλά δεν ήξεραν τους στίχους. Ένιωθαν ελευθερία και αυτοσχεδίαζαν. Η Λαμπρινή, ήταν η δεύτερη της φίλη. Την γνώρισε στο γυμνάσιο, αλλά δεν είχαν κοινά ενδιαφέροντα. Ουσιαστικά έκανε παρέα η μια στην άλλη για να μην νιώθουν μοναξιά. Η Λαμπρινή απεχθάνονταν το μπάσκετ γιατί δεν ήταν και πολύ καλή. Μάλιστα δεν προσπάθησε ποτέ να γίνει διότι ήταν συγκριτικά πιο κοντή και θεωρούσε πως αυτό ήταν τροχοπέδη για να γίνει κάποια μέρα επιτυχημένη μπασκετμπολίστρια. Η Λαμπρινή αγαπούσε την ζωγραφική, την τέχνη ειδικότερα. Κάθε ημέρα που περνούσε σε κάθε σχολική ώρα, έπαιρνε τα χρωματιστά τετράδια της Ευτυχίας και ζωγράφιζε. Ζωγράφιζε κούκλες, ρούχα, αγόρια, την θάλασσα και το ηλιοβασίλεμα (το λάτρευε). Με την Λαμπρινή περνούσε καλά στο σχολείο. Τις αγαπούσε και τις δυο και τις θαύμαζε, μάλιστα αρκετές φορές τις εκτιμούσε περισσότερο από τον εαυτό της, γιατί έβλεπε τον εαυτό της ως υποδεέστερο. Έτσι συχνά η Ευτυχία ήταν η σκιά των δυο φίλων της. Οι δυο παιδικές της φίλες δεν ένιωσαν ποτέ άσχημα για την Ευτυχία, ποτέ δεν σκέφτηκαν ότι είναι ένα κοριτσάκι 13 χρονών και έχει πολλαπλά τραύματα. Μάλιστα, δεν νοιάστηκαν και ποτέ για την Ευτυχία, απλά της κρατούσαν συντροφιά για να μην νιώθει άβολα όταν είναι μόνη. Αυτός ήταν και ο φόβος της Ευτυχίας άλλωστε. Θεωρούσε πως αν δεν είχε παρέα, θα ήταν το επίκεντρο όλου του κόσμου, το παράδειγμα ντροπής και ξευτίλας. Οι δυο φίλες της μέσα σε ένα καλοκαίρι γίναν οι χειρότεροι εχθροί της. Και την χτύπησαν εκεί που έμαθαν πως πονάει. Στο μικρό της δαχτυλάκι. Το παιχνίδι της γινόταν ακόμα πιο δύσκολο. Πλέον είχε ένα τραυματισμένο χεράκι και μια πληγωμένη καρδιά. Το μίσησε το παιχνίδι, γιατί ποτέ δεν είχε νικήσει. Μίσησε το όνειρο της, το μικρό της δαχτυλάκι.... Και τον μικρό εαυτό της. 

Τελικά ευτύχησες ;Donde viven las historias. Descúbrelo ahora