«Μάλιστα» είναι το μόνο που λέει. Η μητέρα μου γυρίζει και επιθεωρεί το κτίριο, αγγίζει με το δάχτυλό της το περβάζι δίπλα της. Τρίβει τη σκόνη ανάμεσα στα δάχτυλά της. «Είναι...»
«Θέλει πολλή δουλειά, το ξέρω», τη διακόπτω. Δείχνω τα παράθυρα πίσω της. «Όμως κοίτα την πρόσοψη. Έχει δυνατό τητες».
Περιεργάζεται τα παράθυρα γνέφοντας. Κάποιες φορές της ξεφεύγει ένας ήχος από τον λαιμό, σαν να συμφωνεί μουρμουρί ζοντας χωρίς να κουνάει τα χείλη της. Και τώρα κάνει αυτόν τον ήχο. Δύο φορές,
Κατεβάζω τα χέρια μου ηττημένη. «Νομίζεις ότι ήταν
ανοησία;»
Κουνάει το κεφάλι της. «Εξαρτάται από το πώς θα εξελιχθεί, Λίλι», λέει. Το κτίριο ήταν εστιατόριο και είναι ακόμα γεμάτο τραπέζια και καρέκλες. Η μητέρα μου πλησιάζει ένα κοντινό τρα πέζι, τραβάει μια καρέκλα και κάθεται. «Αν τα πράγματα εξελι χθούν καλά και το ανθοπωλείο έχει επιτυχία, ο κόσμος θα λέει ότι ήταν μια θαρραλέα, τολμηρή, έξυπνη επιχειρηματική κίνηση. Αν αποτύχει και χάσεις όλη σου την κληρονομιά...
«Θα λένε ότι ήταν μια ανόητη επιχειρηματική κίνηση».Ανασηκώνει τους ώμους. «Έτσι έχουν τα πράγματα. Σπού δασες διοίκηση επιχειρήσεων και το γνωρίζεις». Κοιτάζει αργά γύρω της, σαν να βλέπει τον χώρο όπως θα είναι έναν μήνα μετά «Απλώς φρόντισε να είναι θαρραλέα και τολμηρή, Λίλι»,
Χαμογελάω. Αυτό μπορώ να το δεχτώ. «Δεν μπορώ να πι στέψω ότι το αγόρασα χωρίς να σε ρωτήσω πρώτα», λέω καθώς κάθομαι στο τραπέζι.
«Είσαι ενήλικη. Είναι δικαίωμά σου», λέει, αλλά ακούω ένα ίχνος απογοήτευσης στη φωνή της. Νομίζω ότι νιώθει ακόμα περισσότερη μοναξιά τώρα που τη χρειάζομαι όλο και λιγότερο. Έχουν περάσει έξι μήνες από τον θάνατο του πατέρα μου και παρόλο που δεν ήταν η καλύτερη παρέα, θα πρέπει να είναι παράξενο για εκείνη να είναι μόνη της. Βρήκε δουλειά σε ένα δημοτικό σχολείο και τελικά μετα κόμισε εδώ. Διάλεξε ένα μικρό προάστιο στα περίχωρα της Βοστό νης. Αγόρασε ένα χαριτωμένο σπίτι με δύο υπνοδωμάτια και μια τεράστια πίσω αυλή σε ένα αδιέξοδο. Ονειρεύομαι να φτιάξω έναν κήπο εκεί, αλλά αυτό θα απαιτούσε καθημερινή φροντίδα. Το όριο μου είναι η επίσκεψη μια φορά την εβδομάδα. Ίσως και δύο «Όλη αυτή τη σαβούρα τι θα την κάνεις;» ρωτάει.
Έχει δίκιο. Υπάρχει πολλή σαβούρα. Θα μου πάρει μια αιών νιότητα να καθαρίσω. «Δεν έχω ιδέα. Μάλλον θα ξεπατωθώ στη δουλειά πριν μπορέσω να αρχίσω να σκέφτομαι τη διακόσμηση».
ČTEŠ
It ends with us (greek)
Nezařaditelné(πριν ξεκινήσετε να διαβάζετε την περίληψη θα ήθελα να σας πω ότι θα προσπαθήσω να ανεβάζω κάθε μέρα από 2 κεφάλαια την ημέρα) Η ζωή δεν ήταν εύκολη για τη Λίλι, όμως αυτό δεν την εμπόδισε να δου λέψει σκληρά για να εκπληρώσει όλα όσα ονειρευόταν. Α...