*** rated M chapter ‼️ Η πρώτη μου σοβαρή απόπειρα να γράψω ερωτική σκηνή, ελπίζω να σας αρέσει.***
~~~~
Η νύχτα ήταν πάλι κρύα. Ο Αντρέι βρισκόταν στη βιβλιοθήκη του Πύργου, όρθιος, πίσω από το ψηλό, ξύλινο γραφείο, στηριγμένος στα ράφια που φιλοξενούσαν μισοσκονισμένα, σφιχτόδετα βιβλία, περιμένοντας για τη Θεοφανώ- και η αγωνία του δεν είχε τέλος.
Είχε πάει εκεί κατόπιν συμβουλής του Κανέλλου. “Στη βιβλιοθήκη να βρεθείτε, ψυχή δεν πατάει εκεί μέσα.” του είχε πει και έπειτα του έδωσε το κλειδί. Μα τώρα καθόταν σε αναμμένα κάρβουνα, με τη Θεοφανώ να καθυστερεί όλο και περισσότερο. Δεν την ειχε δει όλη τη μέρα, και αναφορικά με τα βράδια που περνούσαν μαζί, πάντοτε περίμεναν να φανεί το φεγγάρι προτού βρεθούν, για να μην κινήσουν υποψίες. Μόνο ο Φρίξος και ο Κανέλλος γνώριζαν για αυτές τις συναντήσεις και αυτό μονάχα για να τους καλύπτουν όποτε χρειάζεται.
Πολλές φορές καθόταν να περιμένει μονάχος του μέχρι η Θεοφανώ να τελειώσει τις δουλειές μέσα στον Πύργο, πριν τον συναντήσει. Και η αποψινή βραδιά ήταν μια από ‘κείνες τις φορές, καθώς η Τσαντούλα την είχε κρατήσει για δουλειές στην κουζίνα. Κι εκείνη, που συνέχεια προχωρούσε με μόνη προίκα τον καημό της, το μόνο που περίμενε ήταν να περάσει η ώρα γρήγορα για να βρει τον Αντρέι και να προσφύγει στην αγκαλιά του, να ξεχάσει όλες τις σκοτούρες της. Ο λογισμός της δεν τον είχε εγκαταλείψει στιγμή, ούτε και εκείνη τη μέρα.
Το πρόσωπο της ξεπρόβαλε δειλά από την πόρτα. Αφού κοίταξε τριγύρω για να επιβεβαιώσει ότι δεν την είχε πάρει κανένα μάτι, μπήκε στη βιβλιοθήκη και κλείδωσε ξωπίσω της. Δεν έχασαν άλλο χρόνο μακριά. Εκείνη χώθηκε στην αγκαλιά του και αυτός σκόρπισε φιλιά στο μέτωπο, στα χείλη, στο λαιμό της. Πήρε και το χλωμό, παγωμένο, από το κρύο και την καταχνιά της μέρας χέρι της, και το έφερε κοντά στα χείλη του να το ζεστάνει, με την ανάσα που της κρατούσε τρυφερή συντροφιά όλες τις νύχτες που μπορούσε.
Μα εκείνος δεν γνώριζε ότι ζέσταινε την ίδια την καρδιά της, που όλο πάγωνε παρέα με την απερίγραπτη πίκρα που ο κόσμος την έκανε να νιώθει, τις ώρες που ήταν χώρια του. Η παρουσία του πια ήταν το μόνο πράγμα που την έβγαζε από τον λαβύρινθο της απελπισίας. Μόνο εκείνον χρειαζόταν για να ζήσει.
“Μου έλειψες Αντρέι.” του είπε παρατηρώντας τις κινήσεις του, τον τρόπο που φυλάκιζε την παλάμη της στη δική του. Εκείνος άφησε ακόμα ένα φιλί στο χέρι της και έπειτα το χάιδεψε. “Και μένα μου έλειψες” αποκρίθηκε. “Δεν έβλεπα την ώρα να σε ξαναδώ. Δε βρίσκω γη να σταθώ πάνω της κι έχω γίνει ένα με τη σκιά μου πια. Μόνο εσύ μου δίνεις την ηρεμία που χρειάζομαι.” παραπονέθηκε μελαγχολικά η κοπέλα και κείνος δεν μπόρεσε παρά να την κλείσει στην αγκαλιά του σε μια προσπάθεια να της προσφέρει παρηγοριά. Ο πόνος της ήταν απέραντος και μόνο εκείνος κατάφερνε να τον πάρει μακριά, έστω και στιγμιαία.
YOU ARE READING
Μάγισσα (μου)
Fanfictionone-shot ιστορίες και σενάρια βασισμένα στη σειρά του ΑΝΤ1 «Μάγισσα».