Ένα νέο σπίτι

26 5 17
                                    

«Δεν καταλαβαίνω πως και μας βοήθησε» είπε ο Άλνταβαλ, αναφερόμενος στον Κίβερον. 

«Είναι καλό ξωτικό» είπε απλά η Λόριεν και ο Φαλάελ αισθάνθηκε ένα τσίμπημα ζήλιας. 

Η γυναίκα που του είχε κάνει εντύπωση μάλλον αγαπούσε άλλον άνδρα! 

«Είστε ερωτευμένοι;» ρώτησε με καθόλου διακριτικότητα ο Φαλάελ. 

Η ξωτικιά γέλασε. 

«Φυσικά και όχι! Απλώς θαυμάζω την ακεραιότητα του χαρακτήρα του» είπε η Λόριεν. 

Μια ανακούφιση κατέκλυσε την καρδιά του Φαλάελ. Η καρδιά της όμορφης κοπέλας δεν ήταν δοσμένη αλλού, οπότε μπορούσε να την κατακτήσει ο ίδιος. 

«Τώρα τι κάνουμε;» αναρωτήθηκε η Ελίσσα. 

«Αρχόντισσα μου δεν έχω ιδέα προσωπικά. Όποιος θέλει μπορεί να προτείνει. Κάθε ιδέα είναι καλοδεχούμενη» αποκρίθηκε ο Βαέριλ. 

«Μπορούμε να πάμε στο χωριό μου» είπε η Λόριεν. 

«Στο χωριό σου;» έκανε με απορία ο Έλνταρ. 

«Ναι, Έλνταρ αν συμφωνούν όλοι» 

«Είναι καλή ιδέα, απλώς μου φαίνεται περίεργο... αν υπάρχει κάποια κοινότητα εδώ κοντά πώς και δεν της έχει επιτεθεί ο Άραγκον με τον στρατό του;» 

«Εύστοχη απορία! Λοιπόν, το χωριό μου είναι προστατευμένο από μαγεία. Εγώ μια μέρα βγήκα έξω από τα σύνορα και έτσι με βρήκε ο Άραγκον και με αιχμαλώτισε» εξήγησε η Λόριεν. 

Όλοι είχαν μείνει άναυδοι. 

«Νόμιζα ότι δεν υπήρχε μαγεία» αποκρίθηκε ο Νάρμπεθ. 

«Υπάρχει ακόμη! Ελάτε θα σας δείξω!» 

Και έτσι την ακολούθησαν! 

Η κοπέλα τους οδήγησε μπροστά από μια βελανιδιά και ψέλλισε ένα ξόρκι και αμέσως μια πύλη λουσμένη σε μια γαλάζια λάμψη εμφανίστηκε μπροστά τους, στο κορμό της βελανιδιάς. 

«Ελάτε! Ανυπομονώ να γυρίσω στο σπίτι μου» τους είπε η Λόριεν η οποία πέρασε την πύλη και οι υπόλοιποι έκαναν το ίδιο. 

Όταν όλοι πέρασαν στην άλλη πλευρά η κοπέλα ψέλλισε κάποια λόγια πάλι και η πύλη χάθηκε. 

«Καλώς ήρθατε στην Ίσνταλ! Στο χωριό μου!» είπε έπειτα η Λόριεν στους φίλους μας. 

Πέτρινα σπίτια υπήρχαν και διακοσμούσαν την πεδιάδα και το χωριό έσφυζε από ζωή! 

Εκείνη την στιγμή ένας άνδρας πλησίασε την συντροφιά και η Λόριεν έτρεξε στην αγκαλιά του. 

«Πατέρα μου» είπε με συγκινημένη. 

«Κοριτσάκι μου, γύρισες!» απάντησε εκείνος. «Αλλά ποια είναι αυτά τα ξωτικά;» 

Η Λόριεν τους σύστησε στον πατέρα της και του είπε εν συντομία ότι ο αδίστακτος άρχοντας Άραγκον τους είχε αιχμαλωτίσει, αλλά κατάφεραν να ξεφύγουν. 

«Χρόνια κρυβόμαστε από αυτό το κτήνος. Είμαι ο Άκντους! Αρχηγός αυτής της κοινότητας! Σας καλωσορίζω στην Ίσνταλ! Είστε ευπρόσδεκτοι να ζήσετε εδώ!» μίλησε ο πατέρας της Λόριεν. 

«Καλώς σας βρήκαμε» είπε ο Φαλάελ! 

****

Η υποδοχή από όλα τα ξωτικά του χωριού ήταν θερμή και σύντομα οι φίλοι μας προσαρμόστηκαν. 

Ο Άλνταβαλ έγινε μέλος του μικρού στρατού του χωριού, ο Νάρμπεθ συμμετείχε ως μουσικός που ήταν στην μουσική ομάδα, ο Βαέριλ όπως και στην Πέτρα έγινε ξανά εργάτης! Το χωριό απέκτησε και άλλη μια θεραπεύτρια στο πρόσωπο της Ιρίθιελ και η Ελίσσα έγινε μαθητευόμενη της και δεν την ενόχλησε καν που έχασε τα πρωτεία σε θέμα αρχηγείας. Ο Φαλάελ με τον Έλνταρ ασχολήθηκαν με τις γεωργικές εργασίες. Με αυτά και με εκείνα κανείς δεν έμεινε παραπονεμένος! 

Όλα έδειχναν, ότι είχαν βρει ένα νέο σπιτικό και τα ξωτικά μας απολάμβαναν τις στιγμές ηρεμίας και ανεμελιάς, αλλά για πόσο θα κρατούσε αλήθεια όλη αυτή η νηνεμία; 

Η Γνώση των ΞωτικώνWhere stories live. Discover now