Κεφάλαιο 4

14 5 1
                                    


    Κάποια στιγμή δεν ξέρω τι ώρα ήταν, πρέπει να με είχε πάρει ο ύπνος σε αυτή την άβολη στάση. Άκουσα βήματα και το επόμενο που ένιωσα ήταν μια κλωτσιά στην κοιλιά.

«Ξυπνά μωρή ηλίθια» Άκουσα την φωνή του.

    Άρχισα να τρέμω ότι θα μου κάνει κάτι χειρότερο σήμερα άλλα μόλις με πλησίασε άπλα μου έλυσε τα χεριά. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να κατεβάσω την μπλούζα μου, όταν τον ξανά άκουσα.

«Έχεις πέντε λεπτά να φας και να ντυθείς» και έτσι όπως κρατούσε το πιάτο το άδειας επάνω στο σανό που καθόμουν.

«Άμα το βρεις αχααχαχαχαχαχαχα»

     Ανέβασα γρήγορα το παντελόνι μου και άρχισα να ψάχνω μέσα στο σανό για να βρω λίγο ψωμί , την στιγμή που το βρήκα και πήγα να το δαγκώσω με έπιασε από τα μαλλιά και με τράβηξε όρθια.

«Τέλος χρόνου, άκου τώρα. Θα σου δώσω τρεις ώρες ώστε να τρέξει να φύγεις από το κτήμα. Άμα καταφέρεις να βγεις στο δρόμο είσαι ελεύθερη άμα όμως τελειώσει ο χρόνος και σε βρω είσαι δικιά μου. Κατάλαβες;»

      Φοβόμουν να απαντήσω έτσι αρκέστηκα στο να κουνήσω το κεφάλι μου καταφατικά αλλά δεν του άρεσε τρόπος μου, μου έριξε δυο χαστουκιά με το ένα χέρι αφού με το άλλο με τραβούσε από τα μαλλιά.

«Όταν σου μιλάω θα απαντάς, κατάλαβες;» Με ξανά ρώτησε.

«Κατάλαβα»

Με πέταξε σαν πάνινη κούκλα στο τοίχο και έφυγε.

    Άρχισα να τρέχω προς την μεριά του δάσους που είχε έρθει, δεν με ένοιαζε που είχα γυμνά ποδιά και πεινούσα απλα πίεζα τον εαυτό μου να τρέχει όσο ποιο γρήγορα μπορούσε.

Κάθε λίγο και λίγο κοιτούσα γύρω ώστε να εντοπίσω τον δρόμο, άλλα μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι μου ήταν άγριο δάσος και τίποτα άλλο.

      Η αγωνία μου να μην έχει τελειώσει ο χρόνος ήταν τόσο μεγάλη που τρόμαζα με την παραμικρό θόρυβο. Δεν ξέρω πόση ώρα τρέχω άλλα είχα αρχίσει να ζαλίζομαι από την εξάντληση και την αφυδάτωση, ενώ άκουγα κάπου ένα ποτάμι δεν μπορούσα να το βρω με τίποτα.

       Πιάστηκα από ένα δέντρο για να μην πέσω κάτω από την ζαλάδα. Όταν σταμάτησαν γυρίζουν όλα γύρω μου άρχισα να τρέχω προς το ποτάμι που άκουγα, όταν ξαφνικά το έδαφος χάθηκε από τα ποδιά και προσγειώθηκα μέσα σε μια τρυπά.

      Άρχισα να σκαρφαλώνω με τρόμο μήπως και δεν προλάβω, η τρύπα όμως ήταν βαθιά και πολύ απότομη άλλα και η λάσπες μου το έκανα πολύ δύσκολο και κάθε φορά έπεφτα πίσω με την πλάτη.

    Την τελευταία φορά που το προσπάθησα χτύπησα το κεφάλι μου σε μια πετρά πέφτοντας, όποτε αποδέχτηκα ότι η τύχη δεν ήταν με το μέρος μου. Οπότε παραιτήθηκα και έκατσα να περιμένω την καταδίκη 

Captive in Hell #TDASG2024Where stories live. Discover now