15. Η εξομολογήτρα

54 7 21
                                    

Επέστρεψα στη βίλα με βήματα βαριά, νιώθοντας το σώμα μου να κουβαλά την κούραση της βραδιάς. Το beach bar δεν ήταν μακριά, μόλις δέκα λεπτά με τα πόδια, αλλά κάθε βήμα έμοιαζε να βαραίνει τις σκέψεις μου. Η υπόλοιπη παρέα είχε μείνει πίσω, με την επιθυμία να το ξημερώσει, ενώ εγώ ήμουν και πάλι κατσουφιασμένη, παραδομένη στην απογοήτευση που με έπνιγε.

Μπαίνοντας στη βίλα, με υποδέχτηκε μια σιωπή παγωμένη, που έκανε τους τοίχους να μοιάζουν ακόμη πιο ψυχροί. Ωστόσο, καθώς ανέβαινα τα σκαλιά, οι ήχοι που διέκοπταν την ησυχία έκαναν την καρδιά μου να σφίγγεται όλο και πιο πολύ. Περίεργοι θόρυβοι έφταναν στα αυτιά μου, διαταράσσοντας τη σιωπή της νύχτας.

«Αχ, Αχιλλέα...» άκουσα μια γυναικεία φωνή να παραμιλά μέσα από ένα δωμάτιο. Ήταν το δωμάτιο του Αχιλλέα. Τα μάτια μου στροβιλίστηκαν με απελπισία και αηδία, καθώς συνειδητοποίησα τι συνέβαινε εκεί μέσα. Δεν χρειαζόταν να φανταστώ περισσότερα — η εικόνα ήταν ήδη ξεκάθαρη στο μυαλό μου, και ο κόμπος στην καρδιά μου έσφιξε λίγο παραπάνω.

Αλλά γιατί να περιμένω κάτι διαφορετικό από έναν άντρα που αλλάζει τις γυναίκες όπως αλλάζει τα πουκάμισά του;

Γρήγορα, σχεδόν μηχανικά, γύρισα πίσω στο καθιστικό, απομακρυνόμενη όσο το δυνατόν περισσότερο από τους ήχους που έρχονταν από το κλειστό δωμάτιο. Κάθε βήμα ήταν γεμάτο βιασύνη, σαν να ήθελα να ξεφύγω από τις σκέψεις που με κατέκλυζαν.

Μόλις έφτασα, κάθισα στον καναπέ με μια βαθιά ανακούφιση, βγάζοντας τα τακούνια που μου είχαν προκαλέσει αφόρητο πόνο όλο το βράδυ. Το σώμα μου βυθίστηκε στα μαξιλάρια, προσπαθώντας να βρει λίγη ηρεμία, αλλά το μυαλό μου δεν ακολουθούσε. Οι σκέψεις μου φούντωναν, γεμίζοντας με εικόνες που δεν ήθελα να φανταστώ, με τον Αχιλλέα να είναι με κάποια άλλη.

Η φαντασία μου έπλαθε σκηνές που έκαναν την καρδιά μου να σφίγγεται και τον θυμό μου να αναβλύζει. Το να τον σκέφτομαι με κάποια κοπέλα με πονούσε περισσότερο απ' όσο θα ήθελα να παραδεχτώ.

Καθώς η νύχτα άρχισε να υποχωρεί και το πρώτο φως της αυγής να διαπερνά τις κουρτίνες, τα βλέφαρά μου βάρυναν, κλείνοντας αργά. Ήμουν έτοιμη να παραδοθώ στον ύπνο, όταν ένας δυνατός θόρυβος, σαν κάποιος να γρονθοκόπησε την πόρτα, με τίναξε απότομα από την ημιυπνία μου. Τα μάτια μου άνοιξαν διάπλατα, γεμάτα ξαφνιασμό, και καρφώθηκαν πάνω στη Δανάη, που κατέβαινε τα σκαλιά βιαστικά. Το βλέμμα της με διαπέρασε με μια άγρια ένταση, γεμάτη υπονοούμενα που δεν μπορούσα να κατανοήσω.

Narcissist's EmpireTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang