Chapter 7

185 26 2
                                    

Μετά από ένα 5λεπτο περπάτημα έφτασα στην πισίνα , άλλαξα και έκατσα στην καρέκλα μου.
Μετά από αρκετή ώρα ένιωσα ένα χέρι στον ώμο μου , γύρισα και ,όπως πάντα, ήταν ο Λουκ.
"Ήρθα να απολογηθώ... για ότι έγινε πριν."μου έδωσε ένα ντροπαλό χαμόγελο και μετά συνέχισε "Εμ ήμουν μεθυσμένος"
"Το καταλάβα." Είπα ψυχρά . "Τέλος πάντων ας κάνουμε ότι δεν συνέβη ποτέ." Είπα και συμφώνησε μαζί μου. Γύρισε πάλι στην παρέα του που καθόταν στις ξαπλώστρες. Δεν καταλαβαίνω γιατί έρχονται αφού σπάνια κολυμπάνε.. Απλά κάθονται και καπνίζουν..

Όταν τελείωσε η βάρδια μου γύρισα στα αποδυτήρια για να βάλω τα ρούχα μου , όμως την ώρα που έφευγα ένιωσα τα μάτια του Λουκ να με καίνε, πάλι. Παρ ' όλο που του είπα να ξεχάσουμε ότι έγινε, δεν μπορούσα να το ξεχάσω. Η αλήθεια είναι ότι μου λείπουν τα χείλη του πάνω στα δικά μου. Πολύ. Αχ τι λέω!
Αφού άλλαξα , ξεκίνησα το περπάτημα για το σπίτι μου. Μόλις έφτασα, έφαγα βραδινό , έκανα τα μαθήματα μου και έπεσα κατακοπη στο κρεβάτι μου. Σιγά σιγά το σκοτάδι άρχισε να με καταλαμβάνει και έπεσα σε βαθύ ύπνο..
Ξαφνικά ήμουν στο αμάξι. Ο μπαμπάς χαμόγελουσε στην μαμά μου, όλα ήταν τέλεια. Τότε είδα το φορτηγό που μας πλησίαζε και όλα σκοτείνιασαν.

Ξύπνησα καταϊδρωμένη στο κρεβάτι μου. Κοίταξα το ρολόι που έλεγε 2:00 am. Τέλεια! Πάλι ο ίδιος εφιάλτης. Από τότε που είχα το ατύχημα , κάθε βράδυ έβλεπα αυτόν τον εφιάλτη.. Υπάρχει μόνο ένας τρόπος να ηρεμήσω... Το κολύμπι. Έβαλα στα γρήγορα το μαγιό μου και από πάνω ένα πρόχειρο φόρεμα. Πήρα μια πετσέτα , τα κλειδιά της πισίνας και βγήκα όσο πιο αθόρυβα μπορούσα από το σπίτι .

Ξεκλείδωσα την πισίνα και μπήκα στο σκοτεινό μέρος. Το προτιμούσα έτσι. Σκοτεινά. Έβγαλα το φόρεμα μου και βούτηξα. Τόσο χαλαρωτικό..
Πρέπει να κολυμπουσα για αρκετή ώρα , επειδή τα δάχτυλα μου είχαν μουλιάσει.. Όμως κάτι ήταν διαφορετικό αυτό το βράδυ. Δεν μπορούσα να ηρεμήσω.Εικονες από το ατύχημα πετάγοντουσαν μπροστά μου όσο κολυμπουσα. Μετά από λίγο δυσκολεύομουν να αναπνεύσω.. Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο γρήγορα.
Δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια μου.
Το φορτηγό
Ο μπαμπάς
Το φορτηγό
Ο μπαμπάς
Βουλιαζα και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Προσπαθουσα να ανέβω στην επιφάνεια, αλλά μάταια. Το σκοτάδι με κυρίευσε και αφέθηκα. Ήμουν σίγουρη πια ότι θα πέθανα.

¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤¤

Ξύπνησα από μια πίεση στο στήθος μου. Άνοιξα τα μάτια μου και το πρώτο πράγμα που αντίκρισα ήταν τα ,γεμάτα ανησυχία, μάτια του Λουκ να με κοιτάζουν. Μετά πρόσεξα ότι δίπλα του ήταν και οι φίλοι του. Που βρίσκομαι; Τι συνέβη;

Luvs Luvs Luvs

The lifeguard l.hWhere stories live. Discover now