7 ( Συζήτησης παρτ 1)

47 5 0
                                    

- Νιώθεις καλύτερα;
Ο Τζέιμς έγνεψε θετικά.
- Πεινας; Μου φαίνεσαι πολύ αδύναμος! Θέλεις να μοιραστούμε το κολατσιό μου;
- Ναι, ευχαριστώ!
Ο Τζέιμς έφαγε με όρεξη.
- Νόστιμη πίτα! Η γυναίκα σου πρέπει να είναι καταληκτική μαγείρισσα!
Το πρόσωπο του φαρμακοποιού σκοτείνιασε.
- Η γυναίκα μου έχει πεθάνει!
- Λυπάμαι.
- Δε πειράζει, δεν ήξερες!
Ο φαρμακοποιός βρήκε πάλι το χαμόγελο του.
- Τη χορτοπιτα την έφτιαξε η μάνα μου! Και όντως είναι πολύ καλή μαγείρισσα! Είπε ο Μανουέλ και σηκώθηκε όρθιος.
- Κάπου έχω και λίγες τοτριγες με αλαντικα και πικάντικη σάλτσα! Αντέχει το στομάχι σου τα καυτερα;
- Γενικά ναι, σήμερα, δε νομίζω!
Ο Μανουέλ μαδερα χαμογέλασε πικρά.
- Λογικό να περασες πολλά! Είπε και σταύρωσε σκεφτικός τα χέρια του.
Κάθησε σε μια άκρη.
Άγγιξε το χερι στα αραιά μαλλιά του.
- Ποιος στο έκανε αυτό, παλικάρι μού; Ποιος σε έμπλεξε; Δε μοιάζεις με αλήτης! Ξέρω να ξεχωρίζω τους από το βλέμμα και εσύ, μικρέ, έχεις καθάριο βλέμμα.
Ο Τζέιμς κοίταξε από την άλλη.
Έμεινε σιωπηλός με σφραγισμένα χείλη.
- Πες κάτι, αλλιώς δε μπορώ να σε βοηθήσω! Ούτε τ' όνομα σου δε λες! Τι κρύβεις πια;
Ο Τζέιμς στάθηκε στα πόδια του.
Έκανε ένα βήμα.
Παραπατησε και πιάστηκε από ένα τραπέζι.
Το πρόσωπο του ήτανε θανάσιμα χλωμό.
- Καλά, καλά, πεισματάρη! Μη λες τίποτα! Θα σε φωνάζω, Ισαμπέλ!
Ο Τζέιμς γέλασε.
Γέλασε και ο Μανουέλ.

Φύλακας ΆγγελοςWhere stories live. Discover now