Μπήκα στο αυτοκίνητο και έκατσα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Έβγαλα τα παπούτσια μου γιατί έτσι βολεύομαι περισσότερο και έκατσα οκλαδόν. Έβαλα τα ακουστικά μου κι έβαλα μουσική να ακούσω για να χαλαρώσω.
«Έτοιμη; Τα έχεις πάρει όλα;»ακούω την μάνα μου και βγάζω τα ακουστικά μου.
«Πανέτοιμη» της λέω και μου χαμογελάει. Ανάβει την μηχανή του αυτοκίνητου και ξεκινάμε.
Όσο ακούω μουσική, σκέφτομαι. Θα του λείπω όντως του Γιάννη; Με θέλει όντως όσο λέει; Σίγουρα δεν θα κάνει κάτι με άλλη στην κατασκήνωση; Σίγουρα θα είναι όλες πανέμορφες εκεί. Τι μου βρίσκει άραγε; Έχω κακές συνήθειες ... καπνίζω, πίνω όποτε τύχει, βασικά είναι οι παρέες μου τέτοιες εκτός από την Σοφία αυτή είναι νορμάλ όσο να 'ναι. Αν κάνει κάτι με άλλη εγώ πως θα το μάθω; Χα δεν θα το μάθω, τέλειαα. Αν βρω εγώ κάποιον; Μπα δεν νομίζω και να βρω είμαι σκατά άρα τζάμπα αγχώνομαι. Αλλά ο Γιάννης είναι υπέροχος και υπάρχουν πολλές χαζογκομενίτσες που θα του χωθούν και θα του τρίβονται και δεν θα έχει λόγο να μην κάτσει. Ίσα ίσα θα ξέρει ότι δεν θα το μάθω ποτέ, άρα καλύτερα για αυτόν. Όσο τα σκέφτομαι όλα αυτά νιώθω έναν κόμπο στο στομάχι μου και τα μάτια μου να υγραίνουν. Αμέσως βαράω το πόδι με την μπουνιά μου, με βοηθάει όταν είμαι έτοιμη να κλάψω.
Λογικά όσο γινόταν αυτό κάτι κατάλαβε η μάνα μου και με απόσπασε από τις σκέψεις μου.
«Πως νιώθεις;»
Παίρνω μια βαθιά ανάσα και ξεφυσάω «Πφφφ, απλά αγχώνομαι για τον Γιάννη ρε μαμά. Τι θα γίνει αν βρει κάποια άλλη;»
«Δεν ξέρω αν θα βρει ή όχι. Αλλά σκέψου ότι και εσύ μπορεί να βρεις.» κοιτάει τον καθρέπτη και μου χαμογελάει
«Δεν νομίζω»Της λέω και συνεχίζω να κοιτάω έξω από το παράθυρο.
[...]
Μετά από ώρα με σκουντάει η μάνα μου
«Έλα σήκω φτάσαμε» ακούω τις τρεις χαρακτηριστικές λέξεις και πετάγομαι.
Βγαίνω από το αυτοκίνητο, παίρνω την τσάντα μου ενώ η μάνα μου την βαλίτσα μου και πηγαίνουμε προς την είσοδο. Εκεί μας καλωσορίζει μία κυρία σαν εμένα στο ύψος 1,62 αδύνατη. Δύσκολο να καταλάβω την ηλικία της γιατί ήταν σχετικά γυμνασμένη και γενικά σε πολύ καλή φόρμα, αλλά μπορώ να φανταστώ σχετικά μεγάλη.
«Καλημέρα, είμαι η κυρία Ανθή» μου λέει χαρούμενη και μου δίνει το χέρι της.
«Γεια σας εγώ είμαι η Αναστασία, χάρηκα» λέω γεμάτη σιγουριά και μου γνέφει. Φαίνεται πολύ καλή αυτή.
Συστήνεται και η μάνα μου και την ακολουθάμε.
YOU ARE READING
Όλα άρχισαν στην κατασκήνωση{on hold}
Teen FictionΚαι φέτος κατασκήνωση μόνο που φέτος είναι μια διαφορετική χρονιά, μόνο που φέτος έγιαν διάφορα, μόνο που φέτος άλλαξαν και πολλά.