Κεφάλαιο 5, μέρος 1ο: Ζαφείρια

281 37 17
                                    

Εκείνο το πρωινό, η κουζίνα είχε γεμίσει με τις μυρωδιές των εδεσμάτων που ψήνονταν στον φούρνο. Κάθε λογής γλυκίσματα στόλιζαν τον μαρμάρινο πάγκο, όλα για να δει μονάχα ένα χαμόγελο στο πρόσωπό του. Η επιβλητική της παρουσία είχε γίνει αισθητή στην έπαυλη, αφού με την άφιξή της αναστατώθηκε ολόκληρο το προσωπικό. Ο Γκάμπριελ την πλησίασε ήρεμα όσο εκείνη έψηνε τον καφέ της στην εστία. Τα χέρια του τυλίχτηκαν γύρω της και πήρε μια βαθιά τζούρα απ' το άρωμά της. Αν μπορούσε κανείς να δώσει γεύση στο βίντατζ, τότε σίγουρα θα ήταν το άρωμά της.

"Μου έλειψες πολύ γιαγιά." Ξεροκατάπιε και έσφιξε τα φρύδια του, σε μια έκκληση να πνίξει τα συναισθήματα του. Εκείνη ίσιωσε την πιτζάμα του και προσπάθησε να φτιάξει πρόχειρα τα ατημέλητα μαλλιά του. "Τα θαλάσσωσα, έπρεπε να σε είχα ακούσει και να αφήσω αυτόν τον φάκελο στο συρτάρι παντοτινά." Είπε και έτριψε νυσταγμένος τα μισόκλειστα βλέφαρά του.

Εκείνη μόρφασε και άγγιξε τα χείλη της νευρικά. "Την πήρες, έτσι δεν είναι;" Έκατσε δίπλα του κοιτώντας τον συμπονετικά στα καταγάλανα μάτια του.

"Ναι...Δεν ξέρω τι να κάνω, μου φαίνεται πως είναι πολύ επικίνδυνη. Θα με καταστρέψει αν καταφέρει να φύγει. Ίσως να μην την έχω μελετήσει αρκετά." Στήριξε το κεφάλι του στις παλάμες των χεριών του και την χάζευε όσο μιλούσε.

"Αυτό παιδί μου αποκλείεται, μην λες ανοησίες. Μην αμφισβητείς τόσα χρόνια έρευνας, μην αμφισβητείς τους κόπους σου." Ξεφύσηξε, λες και ακόμη δεν είχε πειστεί εντελώς πως τον είχε καθησυχάσει. "Πού την έχεις αγόρι μου; Στον επάνω όροφο; Μήπως θα ήθελες να πάω να την δω, να της μιλήσω; Ίσως νιώσει πιο ασφαλής με μια γυναίκα στο πλάι της."

"Όχι, όχι γιαγιά... είναι στο υπόγειο." Έπιασε το χέρι της γνωρίζοντας πως την έχει απογοητεύσει και το κράτησε σφιχτά. Ήξερε πόσο πολύ μισούσε εκείνο το μέρος.

"Τι θες να πεις;" Είπε με τρεμάμενη φωνή.

"Θεώρησα πως θα της ήταν πιο δύσκολο να φύγει από εκεί." Τον διέκοψε ανήμπορη να πιστέψει στα αυτιά της.

"Νόμιζα πως σε μεγάλωσα καλύτερα Γκάμπριελ. Πώς αφήνεις την κοπέλα να βρίσκεται μέσα στην μούχλα του υπογείου αυτού; Μήπως ξέχασες τι απάνθρωπες πράξεις εκτελούσε σε εκείνο το μέρος ο παππούς σου παλιά; Θέλεις αλήθεια να στοιχειώνουν την κοπέλα αυτή τόσες ψυχές; Θες να γίνει μία από αυτές;" Ρώτησε, όσο σε κάθε της λέξη ο τόνος της αυξανόταν.

Η μαριονέτα του διαβόλου (ΥΠΟ ΔΙΌΡΘΩΣΗ)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora