Μέρος 4ο

30 4 0
                                    

Δεν ξαναμιλήσαμε. Δεν είχαμε ξεκαθαρίσει τον χωρισμό μας αλλά νομίζω είχε γίνει και στους δυό μας κατανοητό. Είναι πέμπτη μια βροχερή μέρα και γυρνάω στην καφετέρεια του σχολείου ψάχνοντας να βρω το τραπέζι που έχουν κάτσει η Άννα και η Ζωή. Δεν είμαι στεναχωρημένη.. Είμαι καλά. Για κάποιον λόγο δεν με πειράζει η απουσία του Μάνου. Τελικά είναι καλύτερα που χωρήσαμε. Προχωράω και μπρόστα μου είναι το τραπέζι που κάθεται ο Μάνος και οι φίλοι του. Δεν το γλιτώνω θα αναγκαστώ να περάσω απο δίπλα τους. Ψήλα το κεφάλι, σκεφτομαι. Και προχωράω άνετη.

"Μαλάκα εγώ στο είπα ότι δεν θα την έριχνες στο κρεβάτι στους 4 μήνες" ακούω κάποιον να λέει. Σταματάω απότομα

"Το' χάσες το στοίχημα αρχίδι όπως έχασες και την Στέλλα" ακούω μετά κάποιον άλλο. Γέλια πολλά

"Και πολύ που με νοιάζει ρε μαλάκα" λέει βαριεστημένα ο Μάνος.

Βήχω και γυρνάνε όλοι και με κοιτάνε. Είμαι έξω φρενών. Θέλω να τον βαρέσω. Και δεν κρατιέμαι. Το χέρι μου φεύγει και του δίνω ένα δυνατό χαστούκι. Το κεφάλι του γυρνάει από την άλλη. Όλοι λύνονται στα γέλια..εγώ έχω βουρκώσει. Από θυμό.

"Μπράβο, για πριγκίπισσα, έχεις δυνατό χέρι" μου ψιθυρίζει κάποιος

Γυρνάω και βλέπω τον Ίωνα ο οποίος βγάζει από το στόμα του ένα κύμα καπνού και το φυσάει στο προσωπό μου. Πετάει την γόπα κάτω και την σβήνει με το παππούτσι του. Με κοιτάει με ενδιαφέρον και διακρίνω ένα χαμόγελο στα χείλη του.
Διώχνω εκνευρισμένη τον καπνό.

"Γιατί με κοιτάς έτσι;" ο θεέ μου τι είπα μόλις.

"Γιατί είσαι όμορφη" λέει αυτός χαμογελώντας ακόμα.

Φρικάρω και νιώθω αμήχανα. Τρολλάρει; Ποτέ δεν με θεωρούσα αρκετά όμορφη και εκτός απο τον Μάνο κανένα αγόρι δεν μου το είχε πει έτσι ξερά. Εντάξει, είμαι αρκετά ψηλή και αδύνατη με πράσινα μάτια και καστάνα όχι πολύ μακριά μαλλιά. Το προσωπό μου δεν έχει κάτι άξιο παρατηρητικότητας και σίγουρα δεν θεωρούμαι κουκλάρα. Η Άννα ας πούμε είναι όμορφη. Είναι λίγο πιο κοντή από μένα εξίσου αδύνατη ξανθιά με λίγο ανασηκωμένη μυτούλα. Όλοι την θεωρούν πολύ γλυκιά καθώς έχει ένα πρόσωπο καλοσυνάτο. Και να τη, μόλις την βλέπω να έρχεται προς το μέρος μου.

"Να σε αφήσω τώρα" λέει νοχελικά ο Ίωνας πριν προλάβω να του πω οτιδήποτε.

Μου γυρνάει την πλάτη και απομακρύνεται. Πρώτη φορά παρατηρώ την πλάτη του. Είναι γυμνασμένος πολύ πιο πολύ από τον Μάνο και το σώμα του πιο αντρικό.

"Τι σου έλεγε;" έρχεται και με ρωτάει ανήσυχη η Άννα

"Τίποτα βλακείες" λέω εγώ " τον έχεις παρατηρήσει ποτέ;" την ρωτάω

"Δεν είμαι τόσο απελπισμένη" λέει γελώντας "Μείνε μακριά από βαποράκια" μου λέει μετά σοβαρά

Αυτή είναι άλλη φήμη για τον Ίωνα. Ότι και καλά πουλάει ναρκωτικά. Μπορεί να είναι αλήθεια. Αλλά φήμες υπάρχουν για όλους και πολλές από αυτές δεν ισχύου καν.
Της χαμογελάω. Γυρνάω το κεφάλι μου αλλά ο Ίωνας έχει εξαφανιστεί.

.......................

Τρίτη ώρα και έχω άλγεβρα. Βαριέμαι τρομέρα. Κάθομαι μόνη μου στο θρανίο καθώς η διπλανή μου λείπει. Δεν μπορώ να αποφύγω τις σκέψεις μου. Αυτό ήμουν για τον Μάνο. Ένα στοίχημα. Και στην πραγματικότητα δεν με στεναχωρεί τόσο το γεγονός ότι τον έχασα όσο το ότι για μια ακόμα φορά πιάστηκα κορόιδο. Τελικά όλα τα αγόρια θέλουν τις κοπέλες μόνο για το σεξ; Δεν υπάρχει κανένας διαφορετικός; και αν υπάρχει που κρύβεται τόσο καιρό; Βγάζω το βιβλίο μου με τα σχέδια. Μαρέσει να σχεδιάζω,με χαλαρώνει και είμαι καλή σε αυτό. Ο μπαμπάς με μάθαινε από όταν ήμουν μικρούλα. Το όνειρο μου είναι να περάσω καλών τεχνών. Θα το κάνω για χάρη του μπαμπά. Κοιτάω έξω από το παράθυρο. Βρέχει ασταμάτητα. Η αυλή είναι άδεια και ερηπωμένη. Αρχίζω να την σχεδιάζω με όλες τις λεπτομέρειες. Τις κερκίδες , τα βρεγμένα πλακάκια τις βρύσες. Σύντομα βυθίζομαι στην ζωγραφική μου και χαλαρώνω αμέσως.

Ξάφνικά ανοίγει η πόρτα τις τάξης και μπαίνει μέσα η υποδιευθύντρια. Η κ. Χάνου σταματάει το μάθημα.

"Συγνώμη θα μπορούσα να δανειστώ για λίγο την Στέλλα;" ρωτάει

Η κ. Χάνου νεύει καταφατικά. Σηκώνομαι απορημένη και νιώθω όλα τα βλέμματα της τάξης πάνω μου. Βγαίνω από την τάξη μαζί με την υποδιευθύντρια.

"Λυπάμαι πολύ" μου λέει

Την κοιτάζω απορημένη
"Για ποιό πράγμα;" ρωτάω

Μου γνέφει και μου δείχνει το γραφείο όπου με περιμένει η μαμά μου.

"Σας αφήνω" λέει ήρεμα και μπαίνει μέσα στο γραφείο.

Η μαμά γυρνάει και με κοιτάει. Τα μάτια της είναι κόκκινα.

"Μαμά κλαίς; Τι έγινε;" με τρομάζει να την βλέπω έτσι

"Στέλλα, μου τηλεφώνησαν από το νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης..."κομπιάζει

Νιώθω την καρδιά μου να σφίγγετε
"Τι έγινε μαμά πες μου!" Ο τόνος της φωνής μου ανεβαίνει

"Ο μπαμπάς.." ψιθυρίζει "Είχε ένα ατύχημα με το μηχανάκι....Τον πήγαν στο νοσοκομείο αλλά είχε χτυπήσει άσχημα το κεφάλι του...πρέπει να καταλάβεις Στέλλα ότι έχασε πολύ αίμα..."

Όχι όχι δεν θέλω να ακούσω, δεν θέλω να καταλάβω. Νίωθω ναυτία

"Δεν έζησε.." συμπληρώνει η μαμά και τα μάτια της γεμίζουν δάκρυα. Με σφίγγει στην αγκαλιά της και κλαίει με αναφιλητά.

Δεν μπορώ να αναπνεύσω. Είχα τα πάντα. Και ξαφνικά έμεινα χωρίς τίποτά

Για Πάντα Στο Πλευρό ΣουDonde viven las historias. Descúbrelo ahora