2

108 19 5
                                    

         Πλέον ο χειμώνας είχε μπει για τα καλά και το χιόνι έπεφτε πυκνό. Το μικρό ορφανοτροφείο αναστέναζε κάτω από το βάρος των μεγαλων  σωρών χιονιού που σχηματίζονταν στις οροφές του. Ο παγωμένος αέρας τρύπωνε από παντού κάνοντας την Έσμα να νιώθει τα άκρα της μουδιασμένα σαν να 'ταν έτοιμα να σπάσουν. Γύρω της όμως άλλα παιδιά έτρεχαν από 'δω κι απο 'κει κουβαλώντας μπόγους με ρούχα και άλλα προσπαθούσαν να τα φορέσουν. Η 'Εσμα περίεργη για την αναστάτωση που είχε δημιουργηθει έκανε νεύμα σε ένα παιδί να την πλησιάσει.

 ''Τι συμβαίνει; Μα που πηγαίνετε όλοι σας; 

Το αγόρι στο οποίο ειχε μιλήσει ήταν ένα ψιλόλιγνο παιδί γύρω στην ηλικία της ( 13-14)  με το όνομα Άξελ. Για λίγο την κοίταξε ενοχλημένο και είπε

 ''Η κ. Άγκαθα μας είπε πως θα πάμε σε μια χριστουγεννιάτικη γιορτή στην πόλη''...

Αφού σταμάτησε και πρόσεξε πως η Έσμα δεν θα τον αφηνε χωρίς να μάθει κι άλλα συνέχισε

''Μας είπε πως θα έχει και πολυ φαγητό!''

 Στο άκουσμα του φαγητού η Έσμα ανασηκώθηκε απότομα κάνοντας τον Άξελ να παραπατήσει φοβισμένος. Δεν τον αδικούσε. Ηταν σίγουρη πως φαινόταν αρκετά τρομαχτική. Τα μακρια σκουροκάστανα μαλλιά της έπεφταν στους ώμους της άγρια και απεριποίητα. Ηταν γύρω στα 1.65 και γεροδεμένη, παρ όλη την πείνα που θέριζε την περιοχή. Το πρόσωπό της ηταν γωνιωδες. Ομως το πιο χαρακτηριστικό κομμάτι πάνω της ηταν τα μάτια της. Το χρώμα τους είχαν ένα έντονο κίτρινο το οποίο θύμιζε κεχριμπαρι. Γι' αυτο πρέπει να την φοβούνταν  όλοι. Γιατί τους θύμιζε αγρίμι. Βεβαια η Έσμα δεν νοιαζόταν καθολου για το πως έμοιαζε. Ισα ισα το διασκεδαζε πολυ να τρομάζει τα μικρότερα παιδιά του ορφανοτροφείου κυνηγώντας τα.

Ξανακαθισε κάτω και παρακολούθησε τον Άξελ να φεύγει τρέχοντας για να βρει τους φιλους του και να συνεχισει τις προετοιμασιες. 

 Σε μια κανονική περίσταση η Έσμα θα ειχε απορρίψει την ιδέα της χριστουγενιάτικης γιορτής χωρίς δεύτερη σκέψη, μα η κοιλιά της πονούσε από την πείνα, και δε θα αρνιώταν εύκολα λίγο παραπάνω φαγητό. Άφου το σκέφτηκε λίγο αποφάσισε, όσο κι αν σιχαινόταν τις γιορτές, πως έπρεπε να πάει κι αυτή.

Η ιδέα στην πραγματικοτητα δεν της άρεσε καθόλου, μα δεν είχε και πολλές επιλογές.Ή θα πήγαινε στη σαχλή, χριστουγεννιάτικη γιορτή ή θα έμενε μόνη στο σπίτι. Η διευθύντρια του ορφανοτροφείου ( κ. Άγκαθα ) δεν νοιαζόταν και πολύ αν τα παιδιά έμεναν μόνα τους. Όμως όσο και να ήθελε να το κρύψει από τους άλλους τελικά η Έσμα βαθιά μέσα της φοβοταν να μείνει μόνη της, με αποτέλεσμα να μην έχει άλλη επιλογή.


Τα μάτια της λύκαιναςWhere stories live. Discover now